Σελίδες

Σάββατο 5 Αυγούστου 2017

Τα capital controls και οι διασωληνωμένες τράπεζες

Οι κεφαλαιακοί έλεγχοι διέσωσαν το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά πραγματική εξυγίανσή του δεν νοείται χωρίς επιστροφή στις χορηγήσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Η διαχείριση του φαύλου κύκλου και η απαίτηση του ΔΝΤ για νέα ανακεφαλαιοποίηση.
Στον οδικό χάρτη σταδιακής άρσης των capital controls, που είχε δώσει στη δημοσιότητα τον Μάιο το υπουργείο Οικονομικών, υπήρχε περιγραφή σταδίων και βημάτων, αλλά κανένα χρονικό ορόσημο. Θεωρητικά αυτό το ορόσημο είναι η ολοκλήρωση του Μνημονίου, τον Αύγουστο του 2018, αλλά κι αυτό δεν είναι κάτι απόλυτα εγγυημένο. Εξαρτάται από πλήθος παραγόντων που τελικά συγκεφαλαιώνονται στην πλήρη αποκατάσταση της πρόσβασης της Ελλάδας στις αγοράς. Άλλωστε, το ίδιο το υπουργείο Οικονομικών ανέφερε στο σχετικό του σημείωμα τον Μάιο ότι η χαλάρωση πρέπει να γίνει βάσει «συγκεκριμένων προϋποθέσεων, και όχι προκαθορισμένου χρονοδιαγράμματος».
Γι’ αυτό και η χθεσινή προαναγγελία της νέας χαλάρωσης που θα τεθεί σε ισχύ από 1η Σεπτέμβρη έχει κυρίως ψυχολογικό και όχι χρηματικό χαρακτήρα, ιδιαίτερα για τα νοικοκυριά. Πρακτικά, το πλαφόν στις εκροές από τις καταθέσεις παραμένει το ίδιο σε ετήσια βάση.
Η πολλοστή διάσωση των τραπεζώνΣτα δυο χρόνια και κάτι από την εφαρμογή τους, τα capital controls αναδεικνύονται σε κυρίαρχο ρυθμιστή της εφαρμογής του τρίτου Μνημονίου από πολλές απόψεις. Αλλά κυρίως από μια: τη σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος. Η μερική αποξένωση

επιχειρήσεων και ιδιωτών από τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς λειτούργησε ως μια de facto εσωτερική στάση πληρωμών υπέρ των τραπεζών. Η κεφαλαιακή τους επάρκεια βελτιώθηκε, η εξάρτησή τους από την έκτακτη ρευστότητα του ELA συρρικνώθηκε, οι ανάγκες νέας ανακεφαλαιοποίησης περιορίστηκαν στο ελάχιστο, παρά τη «γενναιόδωρη» αρχική πρόβλεψη της νέας δανειακής σύμβασης, οι καταθέσεις τους τελευταίους μήνες αυξάνονται, ενώ η απελευθέρωση της πώλησης των κόκκινων δανείων σε συνδυασμό με τα άλλα μέτρα εξυγίανσης του δανειακού τους χαρτοφυλακίου (διαγραφές και διακανονισμοί χρεών, εξωδικαστικός συμβιβασμός κλπ) προμηνύουν βελτίωση της εικόνας τους στις αγορές. Επομένως, το τρίτο Μνημόνιο φαίνεται να επιτελεί τη βασική του λειτουργία, όπως τα δυο προηγούμενα, δηλαδή τη διάσωση του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Και μάλιστα με πλήρη επανιδιωτικοποίησή του.
Το ίδιο το πείραμα της εξόδου της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές ομολόγων χρησιμοποιήθηκε ως προπομπός για να βελτιωθεί η πρόσβαση των τραπεζών στον διεθνή δανεισμό, με έκδοση δικών τους ομολόγων. Άλλωστε, οι τράπεζες έχουν ένα στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι όλων των άλλων κλάδων της οικονομίας: αν και βρίσκονταν στον πυρήνα της ελληνικής κρίσης, έχουν αναβαθμιστεί σε «γενικό επιτελείο» της ριζικής αναδιάρθρωσης της οικονομίας και της παραγωγικής βάσης της χώρας, μέσω της διαχείρισης των κόκκινων δανείων και του μεγάλου ξεκαθαρίσματος ανάμεσα σε βιώσιμες και μη βιώσιμες επιχειρήσεις, με τις τελευταίες να οδηγούνται σε «ευθανασία».

«Εξυγίανση» χωρίς πιστωτική επέκταση;

Τα capital controls, λοιπόν, έσωσαν τις τράπεζες, αλλά αυτό δεν σημαίνει πολλά για την υπόλοιπη οικονομία. Η «εξυγίανση» του τραπεζικού συστήματος γίνεται εκ του ασφαλούς και με δεδομένο ότι εδώ και έξι χρόνια έχει παγώσει σχεδόν εντελώς κάθε διαδικασία δανειοδότησης προς επιχειρήσεις και ιδιώτες. Το φαινόμενο του «υγιούς» τραπεζικού συστήματος που ζει εις βάρος μιας ασθενούς και ασθμαίνουσας οικονομίας ήταν ο πραγματικός λόγος που οι ανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών με τα δυο προηγούμενα μνημόνια γρήγορα ξεφούσκωσαν και οδήγησαν σε ανάγκη νέας ανακεφαλαιοποίησης. Τον Αύγουστο του 2018 θα έχουν κλείσει τρία χρόνια capital controls και η παράδοξη ετεροβαρής σχέση ενός πιστωτικού συστήματος που απομυζά όποιο ζωντανό στοιχείο ενεργητικού βρίσκει χωρίς να ανταποδίδει τίποτα στην οικονομία δεν θα έχει πολύ χρόνο ζωής ακόμη. Στην πραγματικότητα, αν δεν καταγραφεί μια αληθινή και μετρήσιμη αύξηση των χορηγήσεων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά, τουλάχιστον αντίστοιχη της πιστωτικής επέκτασης που καταγράφεται στις άλλες χώρες της Ευρωζώνης (άνω του 2% μηνιαίως), τα συγκοινωνούντα δοχεία μεταξύ μείωσης των επισφαλών δανείων και νέων χορηγήσεων θα αποδειχθούν φαύλος κύκλος όχι μόνο για τις προσδοκίες ανάκαμψης της οικονομίας, αλλά και για τις ίδιες τις τράπεζες.

Οι πιέσεις του ΔΝΤ

Διόλου τυχαία το ΔΝΤ έχει από τώρα θέσει στην ατζέντα της επόμενης αξιολόγησης ζήτημα επανεξέτασης της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να απαιτηθεί και νέος κύκλος ανακεφαλαιοποίησής τους από το απόθεμα των 46 δισ. ευρώ του τρίτου δανείου προς την Ελλάδα. Μάλιστα, οι τεχνοκράτες του Ταμείου έσπευσαν να προσδιορίσουν το ύψος μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης στα 10 δισ. ευρώ, απαιτώντας παράλληλα νέα stress tests. Πράγμα που φυσικά ούτε να ακούσουν δεν θέλουν SSM και ΕΚΤ. Επομένως, στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης, ελλοχεύει ο κίνδυνος ενός νέου γύρου αντιθέσεων εντός του κουαρτέτου, αυτή τη φορά με επίκεντρο και τις τράπεζες. Οι οποίες αντιμετωπίζουν την πρόκληση να αποδείξουν ότι, εκτός από «καταβόθρα» ρευστότητας, μπορούν να παίξουν τον ρόλο αιμοδότη της ανάπτυξης. Μέχρι να δούμε κάτι τέτοιο, δηλαδή ένα θετικό πρόσημο στους δείκτες πιστωτικής επέκτασης, τα capital control θα παραμένουν η διασωλήνωση που διατηρεί τον μεγάλο ασθενή στη ζωή.
Κιμπουρόπουλος Ιωάννης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα