Δραματικά είναι τα ευρήματα έρευνας που αφορά την επίπτωση της πανδημίας στην ψυχολογία των κατοίκων της Ελλάδας. Η πανδημία ενίσχυσε το στρες, τη μοναξιά αλλά και τον θυμό ενώ παράλληλα εκτόξευσε στα ύψη το σερφάρισμα και τη χρήση των social media κυρίως στους ηλικιωμένους αλλά και τους νεαρούς ενήλικες.
Τα πρώτα αποτελέσματα της Παγκόσμιας Μελέτης Υγείας και Λειτουργικότητας σε Περιόδους Μεταδοτικών Λοιμώξεων (Μελέτη COH-FIT) στον πληθυσμό της χώρας μας έδειξαν επίσης πως ο κορονοϊός βελτίωσε την κοινωνικά επωφελή συμπεριφορά των πολιτών.
Σύμφωνα με όσα ανακοινώθηκαν από την ερευνητική ομάδα της Μελέτης για την Ελλάδα, η πλειονότητα των συμμετεχόντων/συμμετεχουσών (72%) ανέφερε επιδείνωση του στρες τις τελευταίες δύο εβδομάδες πριν από τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου συγκριτικά
με το ανάλογο διάστημα πριν από την πανδημία.
Ποσοστό 21% ανέφερε μικρές αλλαγές των επιπέδων του στρες, ενώ ποσοστό 7% έκανε λόγο για βελτίωση των επιπέδων του στρες.
Αξιοσημείωτο είναι, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων το γεγονός ότι οι ηλικιωμένοι (άνω των 65 ετών) παρουσίασαν το υψηλότερο ποσοστό επιδείνωσης των επιπέδων του στρες, το οποίο έφτασε στο 96%.
Στην έρευνα δεν εντοπίστηκαν διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών στα ποσοστά επιδείνωσης του στρες, ωστόσο όσον αφορά τα ποσοστά βελτίωσης των επιπέδων του στρες, αυτά ήταν μεγαλύτερα στις γυναίκες από ό,τι στους άνδρες (12% έναντι 9%).
Όσον αφορά τη μοναξιά, οι περισσότεροι/ες συμμετέχοντες/ συμμετέχουσες (70%) στην έρευνα ανέφεραν επιδείνωση της μοναξιάς τις τελευταίες δύο εβδομάδες πριν από τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου συγκριτικά με το ανάλογο διάστημα πριν από την πανδημία.
Το υψηλότερο ποσοστό επιδείνωσης των επιπέδων της μοναξιάς -έφτασε στο 96%- παρουσίασαν οι ηλικιωμένοι (άνω των 65 ετών). Ποσοστό 27% ανέφερε μικρές αλλαγές των επιπέδων της μοναξιάς, ενώ μόλις το 3% βελτίωση.
Οι νεαροί ενήλικες (18-39 έτη) ανέφεραν μεγαλύτερα ποσοστά επιδείνωσης της μοναξιάς συγκριτικά με τους ενήλικες μέσης ηλικίας (40-64 έτη). Αναφορικά με τον θυμό, 71% των συμμετεχόντων/ συμμετεχουσών παρουσίασε επιδείνωση τις τελευταίες δύο εβδομάδες πριν από τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου συγκριτικά με το ανάλογο διάστημα πριν από την πανδημία.
Τα ποσοστά επιδείνωσης του θυμού ήταν υψηλότερα στους ηλικιωμένους (96%) αλλά και στους νέους (57%) συγκριτικά με τα άτομα μέσης ηλικίας (53%). Ποσοστό 26% ανέφερε μικρές αλλαγές των επιπέδων του θυμού, ενώ ποσοστό 3% βελτίωση των επιπέδων θυμού.
Στην έρευνα καταγράφηκαν διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών στα ποσοστά μικρών αλλαγών του θυμού (42% στους άνδρες έναντι 39% στις γυναίκες) αλλά όχι στα ποσοστά επιδείνωσης ή μείωσης των επιπέδων του θυμού.
Σε ό,τι αφορά την κοινωνικά επωφελή συμπεριφορά, βελτιώθηκε το 66% των συμμετεχόντων/συμμετεχουσών, μικρές αλλαγές παρατηρήθηκαν στο 26%, ενώ στο 1% των συμμετεχόντων/συμμετεχουσών παρατηρήθηκε επιδείνωσή της τις τελευταίες δύο εβδομάδες πριν από τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου συγκριτικά με το ανάλογο διάστημα πριν από την πανδημία.
Διαφορές στα ποσοστά βελτίωσης της κοινωνικά επωφελούς συμπεριφοράς μεταξύ των νεαρών ενηλίκων και των ατόμων μέσης ηλικίας δεν βρέθηκαν, ενώ οι ηλικιωμένοι βελτίωσαν την κοινωνικά επωφελή συμπεριφορά τους σε ποσοστό 96%.
Ίντερνετ, μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ΜΜΕ
Όσον αφορά το Ίντερνετ, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα ΜΜΕ, αναφέρθηκε αύξηση του χρόνου χρήσης τους στο 85% των συμμετεχόντων/συμμετεχουσών από την Ελλάδα. Η αύξηση ήταν μεγαλύτερη στις γυναίκες συγκριτικά με τους άνδρες (77% έναντι 72%).
Η χρήση του Ίντερνετ, των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των ΜΜΕ αυξήθηκε σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, αλλά ήταν μεγαλύτερη στους νεαρούς ενήλικες (81%) και τους ηλικιωμένους (98%) έναντι των ατόμων μέσης ηλικίας (72%).
Τρόποι διαχείρισης
Οι πιο αποτελεσματικές στρατηγικές αντιμετώπισης των ιδιαίτερων συνθηκών που επέφερε στην καθημερινότητα η πανδημία ήταν:
η άσκηση ή το περπάτημα (63%),
η χρήση του διαδικτύου (61%),
τα χόμπι (61%),
η άμεση κοινωνική επαφή ή συναναστροφή (60%),
η μελέτη ή η μάθηση κάτι νέου (49%),
τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι κοινωνικές συναναστροφές από απόσταση (48%),
η εργασία στον χώρο ή στο σπίτι (42%),
η ενημέρωση για την πανδημία Covid-19 (41%),
τα ΜΜΕ (41%),
ο χρόνος με ένα κατοικίδιο (36%), καθώς και
η σωματική εγγύτητα και η σεξουαλική δραστηριότητα (36%).
Άλλες στρατηγικές διαχείρισης, όπως η χρήση αλκοόλ ή ουσιών και τα συνταγογραφούμενα φάρμακα, κατέγραψαν πολύ μικρά ποσοστά.
Για τους άνδρες, οι πιο αποτελεσματικές στρατηγικές διαχείρισης της πανδημίας ήταν η χρήση του διαδικτύου (61%), η άσκηση ή το περπάτημα (59%), τα χόμπι (56%) και η άμεση κοινωνική επαφή ή η συναναστροφή (55%).
Για τις γυναίκες, οι πιο αποτελεσματικές στρατηγικές διαχείρισης της πανδημίας ήταν η άσκηση ή το περπάτημα (64%), η άμεση κοινωνική επαφή ή συναναστροφή (62%), η χρήση του διαδικτύου (61%) και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι κοινωνικές συναναστροφές από απόσταση (51%).
Για τους νεαρούς ενήλικες, οι πιο αποτελεσματικές στρατηγικές διαχείρισης ήταν η άμεση κοινωνική επαφή ή συναναστροφή (65%), η άσκηση ή το περπάτημα (65%), τα χόμπι (65%) και η χρήση του διαδικτύου (62%).
Για τα άτομα μέσης ηλικίας ήταν η άσκηση ή το περπάτημα (62%), η χρήση του διαδικτύου (60%) και η άμεση κοινωνική επαφή ή συναναστροφή (57%). Για τους ηλικιωμένους, οι πιο αποτελεσματικές στρατηγικές διαχείρισης ήταν η άσκηση ή το περπάτημα (58%) και η άμεση κοινωνική επαφή ή συναναστροφή (47%).
Το ερευνητικό εγχείρημα προωθείται στη χώρα μας από τη Β’ Πανεπιστημιακή Ψυχιατρική Κλινική του ΑΠΘ σε συνεργασία με περισσότερους από 200 ερευνητές σε ερευνητικούς φορείς και Πανεπιστήμια τουλάχιστον 40 χωρών.
Στη μελέτη συμμετείχαν μέχρι τις 31 Αυγούστου 7.467 άτομα, ενώ οι περισσότερες απαντήσεις αφορούν το διάστημα από τις 26 Απριλίου έως το τέλος Ιουνίου. Η διάμεση ηλικία των ατόμων από την Ελλάδα που απάντησαν στη συγκεκριμένη έρευνα ήταν 41 έτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα