Ο Αλέξανδρος Ωνάσης και ο Παύλος Ιωαννίδης μπροστά στο ρωσικό αεροσκάφος YAK-40 / Ευριπίδης Καπασακάλης -«Κι αν δεν είσαι, θα γίνεις» |
Κάθε φορά που έμπαινε στον χώρο ο Παύλος Ιωαννίδης, προκαλούσε μικρά, υπόκωφα κύματα: έβλεπες έναν αδύνατο ψηλό άνδρα -ήταν 1,93 ήδη από το Γυμνάσιο- που σου αποσπούσε την προσοχή με το στυλ του και συνάμα ακαριαία ήξερες ότι έχεις μπροστά σου έναν άνθρωπο που έχει συνδεθεί όσο λίγοι με τον θρύλο του Αριστοτέλη Ωνάση.
Ο Παύλος Ιωαννίδης, ο θρυλικός πιλότος με τις 22.500 ώρες πτήσης, ο γενικός διευθυντής της Ολυμπιακής, ο άνθρωπος στον οποίο ο Ωνάσης εμπιστεύθηκε τη διαχείριση του μύθου του και τηςπεριουσίας του, που στάθηκε σαν πατέρας στη Χριστίνα, που ήταν φίλος στενός του Αλέξανδρου και που πέρασε από φουρτούνες μεγάλες, δικαστικές περιπέτειες, διεκδικήσεις, αγώνες.
Η πλήρης ανατροπή, έξι μήνες μετά τη γέννησή του
Γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου του 1924 στο Βερολίνο, με τις προδιαγραφές να μεγαλώσει σαν πρίγκιπας: ο πατέρας του σπούδαζε ιατρική, η μητέρα του κόρη εργοστασιάρχη στον Βόλο. Και όμως, έμελλε από νωρίς να δεχθεί τις πρώτες ισχυρές αναταράξεις. Η μητέρα του, Χρυσούλα, πέθανε μόλις έξι μήνες μετά τη γέννηση του Παύλου και βρίσκεται ως σήμερα θαμμένη στη Λοζάνη. Τα σχέδια ανατρέπονται: ο πατέρας του επιστρέφει με τον Παύλο και τη λίγο μεγαλύτερη αδελφή του, Μάουζι, στην Αθήνα, προκειμένου να μεγαλώσουν τα παιδιά με τη γιαγιά τους. Ο πατέρας του, Ιωάννης Ιωάννου Ιωαννίδης, εγκαταλείπει την ιατρική και μπλέκεται σε έναν ατέρμονο, εξαντλητικό δικαστικό αγώνα, προκειμένου να διεκδικήσει την περιουσία της γυναίκας του, που είχε περάσει στα χέρια άλλων συγγενών της. Ενας δικαστικός αγώνας που εξάντλησε ψυχικά αλλά κυρίως οικονομικά την οικογένεια.
O Παύλος Ιωαννίδης στον σταθμό του Ελικώνα / Aρχείο Π. Ιωαννίδη |
Ηταν η πρώτη μακρά, επίπονη δικαστική μάχη στη ζωή του Παύλου Ιωαννίδη -με τελευταία αυτή που έδωσε ως μέλος του Ιδρύματος Ωνάση εναντίον του Τιερί Ρουσέλ για την περιουσία της Χριστίνας Ωνάση και την τύχη της Αθηνάς, δεκαετίες αργότερα… Ο πατέρας του, Ιωάννης Ιωαννίδης, είχε φτάσει στο σημείο να χτυπήσει στο κεφάλι με την ομπρέλα του τον υπουργό Δικαιοσύνης, επειδή πίστευε ότι οι αποφάσεις ήταν μαγειρεμένες.
Η οικογένεια μετακομίζει από το Παλαιό Φάληρο στον Χολαργό, ο Παύλος αφήνει τη Γερμανική Σχολή και πηγαίνει πλέον σε δημόσιο σχολείο, όπου γίνεται ο πονοκέφαλος των καθηγητών, μαζί με τον καλύτερό του φίλο, τον Ιάσονα Ρίζο, που στη συνέχεια έγινε ένας εκ των κορυφαίων αρχιτεκτόνων της χώρας. Υπήρχε μάλιστα καθηγητής που ζητούσε να βγουν ο Ιωαννίδης και ο Ρίζος από την αίθουσα. προκειμένου να αρχίσει το μάθημα.
1957. Διαφήμιση της Ολυμπιακής. Πρωταγωνιστεί ο Παύλος Ι. Ιωαννίδης |
Ο πανύψηλος, αδύνατος Παύλος μεγάλωνε με το πάθος να γίνει πλοίαρχος, αφού ήταν παθιασμένος με τη θάλασσα. Δεν τα κατάφερε ποτέ εξαιτίας μιας σειράς αναποδιών, καθυστερήσεων, εμποδίων, που τότε έμοιαζαν σχεδόν ανεξήγητα αλλά σήμερα μπορεί κανείς να πει ότι προφητικά μπήκαν στον δρόμο του. Και έτσι κατόρθωσε από τύχη να γίνει πιλότος, ή, όπως του είχε πει γνωστή κυρία της μεγαλοαστικής Αθήνας, «σοφέρ σε avion!». Και όσο και αν φαίνεται αστείο, ή εντελώς ξένο στη φιλοσοφία ζωής και στην τετράγωνη λογική του Ιωαννίδη, που είχε μάθει να εξετάζει τα δεδομένα, τα μαθηματικά, τα ρεαλιστικά στοιχεία, όλα ξεκίνησαν από μια γυναίκα που του διάβασε το φλιτζάνι του καφέ, σε ένα χωριό, τότε που είχε βγει με τους αντάρτες στο βουνό. Αλλά αυτό είναι το πρώτο μέρος των πολλών βιβλίων που θα μπορούσαν να γραφτούν για τη ζωή του…
16 Ιουνίου 1944. Με τον υπολοχαγό Βοb Morton στην Ανδρο / Αρχείο Π. Ιωαννίδη |
To αίμα του 19χρονου Παύλου έβραζε καθώς έβλεπε τους Γερμανούς στην Αθήνα, δεν άντεχε την ιδέα της υποταγής. Ετσι, αρχές του 1943 μπήκε σε ένα φορτηγό και πήγε στο χωριό Δαδί της Βοιωτίας -είχε μάθει από μια νοσοκόμα ότι εκεί βρίσκονταν ομάδες ανταρτών. Βρέθηκε ανάμεσα σε ανθρώπους «τρομερούς στην όψη», άρχισε να ζει μαζί τους, να πηγαίνουν από χωριό σε χωριό για να στρατολογούν αντάρτες. Οι χωρικοί τον ρωτούσαν τι δουλειά έχει αυτός, ένα αγόρι από την πόλη, με τους κομμουνιστές, αλλά τον ίδιο τον ενδιέφερε μόνο το γεγονός ότι πολεμούσαν εναντίον των Γερμανών.
Ο πατέρας του τον εντόπισε, τον έφερε μαζί του πίσω στην Αθήνα, για να φύγει λίγους μήνες ξανά ο Παύλος, αυτή τη φορά για τη Force 133, μια στρατιωτική μονάδα του συμμαχικού αρχηγείου της Μέσης Ανατολής που δρούσε στην Ελλάδα, μια σύνδεση που έγινε μέσω της φίλης του τότε, Σύλβιας Αποστολίδου, γνωστής ως Πατ, που χρόνια μετά έγινε σύζυγός του.
Με την τότε σύζυγό του, Σύλβια Αποστολίδου, γνωστή ως Πατ / Αρχείο Π. Ιωαννίδη |
Κυκλοφορούσε με το πιστοποιητικό γέννησής του που έδειχνε ότι έχει γεννηθεί στη Γερμανία, για να αποφεύγει τα ναζιστικά μπλόκα, και έκανε δύσκολες αποστολές: μια από αυτές, που του άφησε κληρονομιά σοβαρά προβλήματα υγείας, ήταν μέσα στα χιόνια, όπου επί δύο μέρες περπατούσε μόνος, σε ένα τοπίο χωρίς σημάδια αναγνώρισης της διαδρομής -αφού τα πάντα ήταν ολόλευκα-, προκειμένου να λάβει μήνυμα από τη βάση προς την ομάδα του. Διέσχισε χωριά ολόκληρα, μόνος, με τις ψηλές του μπότες να κάνουν τεράστιες δρασκελιές στο παχύ χιόνι -να μια φορά που το ύψος του τον βοήθησε.
Σε μια άλλη από τις περιπέτειές του βρέθηκε στα Κιούρκα, όπου μια νοικοκυρά, μια ηλικιωμένη γυναίκα, επέμενε να του πει το φλιτζάνι.
Η βιογραφία του Παύλου Ιωαννίδη |
Αναποδογύρισε το φλιτζάνι και, όταν το ξαναγύρισε, του είπε: «Εσύ είσαι αεροπόρος». Της εξήγησε ότι δεν είναι, αυτή επέμενε με ιδιαίτερη ένταση, για να του πει στο τέλος: «Κι αν δεν είσαι, θα γίνεις...». Αυτός έγινε και ο τίτλος της βιογραφίας που εξέδωσε ο Παύλος Ιωαννίδης το 2008, κάνοντας τους αναγνώστες να σαστίσουν από τη ζωή του ανθρώπου που ως τότε γνωρίζαμε ως τον στενό συνεργάτη του Αριστοτέλη Ωνάση.
Η μάχη της μικρής κόρης του, Ειρήνης
Τον Σεπτέμβριο του 1944 εντάχθηκε στην Ελληνική Αεροπορία. Ξεκίνησε να πιλοτάρει ψεκαστικά μικρά αεροσκάφη, για να φτάσει να είναι ο πρώτος που οδηγούσε τα νέα αεροσκάφη της εποχής πριν τα αγοράσει η Ολυμπιακή.
Στις 17 Φεβρουαρίου 1984 έκανε την τελευταία πτήση της καριέρας του, από τη Νέα Υόρκη στην Αθήνα. Το 1950 παντρεύτηκε τη Σύλβια, μετά από οκτώ χρόνια σχέσης, και στις 25 Μαρτίου 1951 γεννήθηκε η κόρη του Ειρήνη, ενώ στις 6 Ιανουαρίου 1954 ήρθε στον κόσμο ο γιος του, Ιωάννης (ο οποίος έγινε επίσης πιλότος και ήταν για χρόνια αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Ωνάση). Πετούσε διαρκώς, έξι μέρες την εβδομάδα, τρέμοντας μήπως η Υγειονομική Υπηρεσία εντοπίσει τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, κυρίως με το στομάχι του.
Και τότε βρέθηκε αντιμέτωπος με μια δύσκολη στιγμή ως πατέρας, βρέθηκε να δίνει μια μάχη, αυτή τη φορά για την κόρη του, την Ειρήνη. Ηταν καλοκαίρι του 1959 όταν βρέθηκε όγκος κοντά στον αστράγαλό της. Παρά την επέμβαση και τις χημειοθεραπείες, αναγκάστηκε να υποβληθεί σε ακρωτηριασμό, είδηση που ο ίδιος ο Παύλος Ιωαννίδης μετέφερε στο μικρό κορίτσι. Μήνες αργότερα ένας δεύτερος όγκος βρέθηκε κοντά στην καρδιά της. Αρχισε πάλι ένας ιατρικός μαραθώνιος, με τον Παύλο Ιωαννίδη να μένει έκπληκτος μπροστά στο μεγαλείο και τη δύναμη της μικρής Ειρήνης. Στο βιβλίο του «Αν δεν είσαι, θα γίνεις» συγκινεί τον αναγνώστη όταν γράφει για το πώς οι φίλες τής Ειρήνης άρχισαν να την αποφεύγουν, να τη βάζουν στο περιθώριο. Η Ειρήνη όμως βγήκε νικήτρια, σπούδασε αρχιτεκτονική, έκανε οικογένεια.
Το 1989 ο Παύλος Ιωαννίδης χώρισε φιλικά με τη Σύλβια, με την οποία διατήρησε άριστες σχέσεις ως το τέλος. Αιτία του διαζυγίου η αποξένωση που έφεραν οι ατελείωτες ώρες εργασίας του, τα συνεχή ταξίδια. Το Πάσχα του 1991 παντρεύτηκε την Κάτια Κονιαβίτου και μαζί έγιναν από τις πλέον γνώριμες και αναγνωρίσιμες μορφές ζευγαριών, με βαθιά αγάπη και σεβασμό μεταξύ τους. Από τότε η ζωή του κύλησε μεταξύ Ιδρύματος Ωνάση και του αγαπημένου του σπιτιού στον Θεολόγο.
Η πρώτη συνάντηση με τον Ωνάση και το χέρι από ζυμάρι
Αυτό που θυμόταν ο Ιωαννίδης από την πρώτη του συνάντηση με τον Ωνάση ήταν η χειραψία του: μαλακή σαν ζυμάρι… Τέλη Απριλίου 1956, όταν ο Ωνάσης σκεφτόταν να αγοράσει την Ολυμπιακή, τον συνάντησε σε ένα δρομολόγιο για το Κάιρο. «Του έσφιξα το χέρι και αμέσως χαλάρωσα το δικό μου, γιατί το δικό του ήταν μαλακό σαν ζυμάρι. Ηταν τεράστια έκπληξη για μένα, έτσι στιβαρό που τον έβλεπα απέναντί μου. Αυτή ήταν η πρώτη και μοναδική χειραψία μας… Πρέπει να πω ότι δεν συνήθιζε να δίνει το χέρι του», έγραφε ο Παύλος Ιωαννίδης στο «Κι αν δεν είσαι, θα γίνεις».
Στις 30 Ιουλίου 1956 ο Ωνάσης υπέγραψε τη σύβαση εκμεταλλεύσεως των Ελληνικών Αεροπορικών Συγκοινωνιών. Και σταδιακά σφυρηλάτησε μια μοναδική σχέση με τον Ιωαννίδη, που συνήθιζε να σοκάρει το περιβάλλον του Ωνάση τότε, επειδή έλεγε πάντα την αλήθεια και την πραγματική του γνώμη στον μεγιστάνα.
Όπως, εν μέσω της μεγάλης απεργίας των πιλότων του 1966, όταν ο θυμωμένος Ωνάσης είχε κλείσει ολοσέλιδες καταχωρίσεις σε όλες τις εφημερίδες της επόμενης μέρας για να δημοσιεύσει τις αμοιβές των εργαζομένων στην Ολυμπιακή. Μόνος ο Ιωαννίδης στάθηκε απέναντί του και για ώρα του εξηγούσε όλους τους λόγους για τους οποίους δεν πρέπει να το κάνει. Και τον έπεισε… Την επόμενη μέρα, και εν μέσω απεργίας, όλες οι εφημερίδες είχαν ολοσέλιδες καταχωρίσεις με τα δρομολόγια της εταιρείας, αν και τα αεροπλάνα ήταν καθηλωμένα! Επρεπε κάπως να καλυφθεί ο κενός, αγορασμένος χώρος...
Το «κόρτε» του Ωνάση στον Ιωαννίδη
Απρίλιο του 1971, ο Ωνάσης πέταξε τη μεγάλη «βόμβα» στα χέρια του Ιωαννίδη: του ζήτησε να γίνει γενικός διευθυντής της Ολυμπιακής. Η άρνηση του έμπειρου πιλότου δεν ανέκοψε, προφανώς, την απόφαση του Ωνάση. Εκανε εντατικό «κόρτε» στον Παύλο. Έναν μήνα μετά τον κάλεσε σπίτι του, στη Γλυφάδα.
«Ο Παναγιώτης Κονιδάρης, ο μάγειρας -μόνο μάγειρας; Και τι δεν έκανε στο σπίτι και στον κήπο!- ήταν ένας πανάξιος νέος άνθρωπος. Είχε ετοιμάσει ελιές, φέτα, τυροπιτάκια με φέτα και μανούρι, ραπανάκι και ουζάκι. Στη συνέχεια μας έφερε γαρίδες βραστές με λαδολέμονο και κρασί Μπορντό. Τέλος, για επιδόρπιο μας έφερε εκμέκ κανταΐφι και μπακλαβαδάκια. Ο Ωνάσης άρχισε να μου μιλάει για την επέκταση της εταιρείας και τα μελλοντικά του σχέδια». Περιγράφει μάλιστα στη βιογραφία του πως ήταν η πρώτη φορά που κάπνισε πούρο, αφού δεν μπορούσε να αρνηθεί στον Ωνάση, και βρέθηκε σχεδόν ζαλισμένος, σαν κάποιος να τον έχει χτυπήσει στο κεφάλι.
Το διαβατήριο που έδωσε ο Θεός στον Ιωαννίδη
Στις 5 Ιουλίου 1971 εμφανίστηκε στην Ολυμπιακή ως γενικός διευθυντής, για να βρει ένα κλίμα παγωμένο από τα στελέχη και να ενημερωθεί ότι… δεν υπάρχει γραφείο γι' αυτόν. Αρχισε να δουλεύει στην αίθουσα συνεδριάσεων, μέχρι τη στιγμή που επισκέφθηκε την εταιρεία ο Ωνάσης.
«Ποιος είδε τον Θεό και δεν τον φοβήθηκε. Πήγε στο γραφείο του V. Harrell, αντιπροέδρου και εμπορικού συμβούλου, και του είπε “αυτό εδώ είναι το γραφείο του γενικού διευθυντή!”. Από εκείνη την ημέρα δεν ξαναείδαμε τον Harrell».
Ηταν σε μια από εκείνες τις συζητήσεις με τον Ωνάση, όταν ο μεγιστάνας τού είπε: «Κοίταξε να δεις. Εχεις ένα διαβατήριο από τον Θεό: το να έχεις θάρρος. Φρόντισε να μην το χάσεις ποτέ». Για να του απαντήσει ο Παύλος Ιωαννίδης: «Μην ανησυχείτε, κύριε Ωνάση. Με αυτό γεννήθηκα, με αυτό θα πεθάνω».
Η πιο δύσκολη απόφαση που πήρε ποτέ ο Ωνάσης
Ο Παύλος Ιωαννίδης συνδέθηκε στενά, απόκτησε μια προσωπική σχέση με τον Αλέξανδρο, τον μοναχογιό του Ωνάση που λάτρευε τα αεροπλάνα και είχε ενεργή εμπλοκή στην εταιρεία. Ο Ιωαννίδης από την πρώτη στιγμή είχε την αίσθηση ότι είχαν λείψει στον Αλέξανδρο η μητρική στοργή και η οικογενειακή θαλπωρή, και προσπαθούσε να τον πείσει ότι ο πατέρας του τον αγαπούσε βαθιά, αν και σπάνια το εκδήλωνε. Ο Αλέξανδρος τις Κυριακές, όταν βρισκόταν στην Ελλάδα, τις περνούσε στο σπίτι του Ιωαννίδη μέσα σε ένα οικογενειακό περιβάλλον, που ήταν προφανές ότι επιζητούσε. Μάλιστα, του χάρισε ένα ρολόι Breitling, ίδιο με αυτό που φορούσε πάντα ο ίδιος.
Η τραγωδία που στέρησε τη ζωή στον Αλέξανδρο απασχόλησε βαθιά τον Ιωαννίδη. Συνέβη καθώς πιλόταρε το αμφίβιο αεροπλάνο Piaggio, που ο Αρίστος επέμενε να έχει στη θαλαμηγό του «Χριστίνα», αλλά ο ίδιος ο Αλέξανδρος δεν εμπιστευόταν ως αξιόπιστο αεροσκάφος.
22 Ιανουαρίου 1973, στις 15.20, ελάχιστα δευτερόλεπτα μετά την απογείωση, το Piaggio συνετρίβη. 15.35 ο Ιωαννίδης ενημερώνεται με τηλεφώνημα για το τραγικό συμβάν και σπεύδει στο ΚΑΤ, όπου ήδη μεταφερόταν ο βαρύτατα τραυματισμένος στο κεφάλι Αλέξανδρος. Μένει δίπλα του, μαζί με τον Ωνάση, τη Χριστίνα, την Τζάκι, τη μητέρα του, Τίνα, με τον Σταύρο Νιάρχο, που καταφθάνουν όσο πιο γρήγορα μπορούν από όλα τα σημεία του κόσμου. Μια μέρα μετά, ο Ωνάσης πήρε την πιο δύσκολη απόφαση της ζωής του: έδωσε την έγκρισή του για να αποσυνδεθεί από τα μηχανήματα ο εγκεφαλικά νεκρός γιος του.
Η μάχη της μικρής κόρης του, Ειρήνης
Τον Σεπτέμβριο του 1944 εντάχθηκε στην Ελληνική Αεροπορία. Ξεκίνησε να πιλοτάρει ψεκαστικά μικρά αεροσκάφη, για να φτάσει να είναι ο πρώτος που οδηγούσε τα νέα αεροσκάφη της εποχής πριν τα αγοράσει η Ολυμπιακή.
Στις 17 Φεβρουαρίου 1984 έκανε την τελευταία πτήση της καριέρας του, από τη Νέα Υόρκη στην Αθήνα. Το 1950 παντρεύτηκε τη Σύλβια, μετά από οκτώ χρόνια σχέσης, και στις 25 Μαρτίου 1951 γεννήθηκε η κόρη του Ειρήνη, ενώ στις 6 Ιανουαρίου 1954 ήρθε στον κόσμο ο γιος του, Ιωάννης (ο οποίος έγινε επίσης πιλότος και ήταν για χρόνια αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Ωνάση). Πετούσε διαρκώς, έξι μέρες την εβδομάδα, τρέμοντας μήπως η Υγειονομική Υπηρεσία εντοπίσει τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε, κυρίως με το στομάχι του.
Και τότε βρέθηκε αντιμέτωπος με μια δύσκολη στιγμή ως πατέρας, βρέθηκε να δίνει μια μάχη, αυτή τη φορά για την κόρη του, την Ειρήνη. Ηταν καλοκαίρι του 1959 όταν βρέθηκε όγκος κοντά στον αστράγαλό της. Παρά την επέμβαση και τις χημειοθεραπείες, αναγκάστηκε να υποβληθεί σε ακρωτηριασμό, είδηση που ο ίδιος ο Παύλος Ιωαννίδης μετέφερε στο μικρό κορίτσι. Μήνες αργότερα ένας δεύτερος όγκος βρέθηκε κοντά στην καρδιά της. Αρχισε πάλι ένας ιατρικός μαραθώνιος, με τον Παύλο Ιωαννίδη να μένει έκπληκτος μπροστά στο μεγαλείο και τη δύναμη της μικρής Ειρήνης. Στο βιβλίο του «Αν δεν είσαι, θα γίνεις» συγκινεί τον αναγνώστη όταν γράφει για το πώς οι φίλες τής Ειρήνης άρχισαν να την αποφεύγουν, να τη βάζουν στο περιθώριο. Η Ειρήνη όμως βγήκε νικήτρια, σπούδασε αρχιτεκτονική, έκανε οικογένεια.
Η κόρη του Ειρήνη, το 1959, όταν άρχισε η περιπέτεια της υγείας της / Αρχείο Π. Ιωαννίδη |
Η πρώτη συνάντηση με τον Ωνάση και το χέρι από ζυμάρι
Αυτό που θυμόταν ο Ιωαννίδης από την πρώτη του συνάντηση με τον Ωνάση ήταν η χειραψία του: μαλακή σαν ζυμάρι… Τέλη Απριλίου 1956, όταν ο Ωνάσης σκεφτόταν να αγοράσει την Ολυμπιακή, τον συνάντησε σε ένα δρομολόγιο για το Κάιρο. «Του έσφιξα το χέρι και αμέσως χαλάρωσα το δικό μου, γιατί το δικό του ήταν μαλακό σαν ζυμάρι. Ηταν τεράστια έκπληξη για μένα, έτσι στιβαρό που τον έβλεπα απέναντί μου. Αυτή ήταν η πρώτη και μοναδική χειραψία μας… Πρέπει να πω ότι δεν συνήθιζε να δίνει το χέρι του», έγραφε ο Παύλος Ιωαννίδης στο «Κι αν δεν είσαι, θα γίνεις».
O Παύλος Ιωαννίδης με τη σύζυγό του Κάτια |
Όπως, εν μέσω της μεγάλης απεργίας των πιλότων του 1966, όταν ο θυμωμένος Ωνάσης είχε κλείσει ολοσέλιδες καταχωρίσεις σε όλες τις εφημερίδες της επόμενης μέρας για να δημοσιεύσει τις αμοιβές των εργαζομένων στην Ολυμπιακή. Μόνος ο Ιωαννίδης στάθηκε απέναντί του και για ώρα του εξηγούσε όλους τους λόγους για τους οποίους δεν πρέπει να το κάνει. Και τον έπεισε… Την επόμενη μέρα, και εν μέσω απεργίας, όλες οι εφημερίδες είχαν ολοσέλιδες καταχωρίσεις με τα δρομολόγια της εταιρείας, αν και τα αεροπλάνα ήταν καθηλωμένα! Επρεπε κάπως να καλυφθεί ο κενός, αγορασμένος χώρος...
Αριστοτέλης Ωνάσης, Παύλος Ιωαννίδης |
Το «κόρτε» του Ωνάση στον Ιωαννίδη
Απρίλιο του 1971, ο Ωνάσης πέταξε τη μεγάλη «βόμβα» στα χέρια του Ιωαννίδη: του ζήτησε να γίνει γενικός διευθυντής της Ολυμπιακής. Η άρνηση του έμπειρου πιλότου δεν ανέκοψε, προφανώς, την απόφαση του Ωνάση. Εκανε εντατικό «κόρτε» στον Παύλο. Έναν μήνα μετά τον κάλεσε σπίτι του, στη Γλυφάδα.
«Ο Παναγιώτης Κονιδάρης, ο μάγειρας -μόνο μάγειρας; Και τι δεν έκανε στο σπίτι και στον κήπο!- ήταν ένας πανάξιος νέος άνθρωπος. Είχε ετοιμάσει ελιές, φέτα, τυροπιτάκια με φέτα και μανούρι, ραπανάκι και ουζάκι. Στη συνέχεια μας έφερε γαρίδες βραστές με λαδολέμονο και κρασί Μπορντό. Τέλος, για επιδόρπιο μας έφερε εκμέκ κανταΐφι και μπακλαβαδάκια. Ο Ωνάσης άρχισε να μου μιλάει για την επέκταση της εταιρείας και τα μελλοντικά του σχέδια». Περιγράφει μάλιστα στη βιογραφία του πως ήταν η πρώτη φορά που κάπνισε πούρο, αφού δεν μπορούσε να αρνηθεί στον Ωνάση, και βρέθηκε σχεδόν ζαλισμένος, σαν κάποιος να τον έχει χτυπήσει στο κεφάλι.
Με τον Αλέξανδρο Ωνάση, που, όταν ήταν στην Αθήνα, περνούσε τις Κυριακές στο σπίτι του Παύλου Ιωαννίδη <br>Ευριπίδης Καπασακάλης -Κι αν δεν είσαι θα γίνεις... |
Το διαβατήριο που έδωσε ο Θεός στον Ιωαννίδη
Στις 5 Ιουλίου 1971 εμφανίστηκε στην Ολυμπιακή ως γενικός διευθυντής, για να βρει ένα κλίμα παγωμένο από τα στελέχη και να ενημερωθεί ότι… δεν υπάρχει γραφείο γι' αυτόν. Αρχισε να δουλεύει στην αίθουσα συνεδριάσεων, μέχρι τη στιγμή που επισκέφθηκε την εταιρεία ο Ωνάσης.
«Ποιος είδε τον Θεό και δεν τον φοβήθηκε. Πήγε στο γραφείο του V. Harrell, αντιπροέδρου και εμπορικού συμβούλου, και του είπε “αυτό εδώ είναι το γραφείο του γενικού διευθυντή!”. Από εκείνη την ημέρα δεν ξαναείδαμε τον Harrell».
Ηταν σε μια από εκείνες τις συζητήσεις με τον Ωνάση, όταν ο μεγιστάνας τού είπε: «Κοίταξε να δεις. Εχεις ένα διαβατήριο από τον Θεό: το να έχεις θάρρος. Φρόντισε να μην το χάσεις ποτέ». Για να του απαντήσει ο Παύλος Ιωαννίδης: «Μην ανησυχείτε, κύριε Ωνάση. Με αυτό γεννήθηκα, με αυτό θα πεθάνω».
Η πιο δύσκολη απόφαση που πήρε ποτέ ο Ωνάσης
Ο Παύλος Ιωαννίδης συνδέθηκε στενά, απόκτησε μια προσωπική σχέση με τον Αλέξανδρο, τον μοναχογιό του Ωνάση που λάτρευε τα αεροπλάνα και είχε ενεργή εμπλοκή στην εταιρεία. Ο Ιωαννίδης από την πρώτη στιγμή είχε την αίσθηση ότι είχαν λείψει στον Αλέξανδρο η μητρική στοργή και η οικογενειακή θαλπωρή, και προσπαθούσε να τον πείσει ότι ο πατέρας του τον αγαπούσε βαθιά, αν και σπάνια το εκδήλωνε. Ο Αλέξανδρος τις Κυριακές, όταν βρισκόταν στην Ελλάδα, τις περνούσε στο σπίτι του Ιωαννίδη μέσα σε ένα οικογενειακό περιβάλλον, που ήταν προφανές ότι επιζητούσε. Μάλιστα, του χάρισε ένα ρολόι Breitling, ίδιο με αυτό που φορούσε πάντα ο ίδιος.
Η τραγωδία που στέρησε τη ζωή στον Αλέξανδρο απασχόλησε βαθιά τον Ιωαννίδη. Συνέβη καθώς πιλόταρε το αμφίβιο αεροπλάνο Piaggio, που ο Αρίστος επέμενε να έχει στη θαλαμηγό του «Χριστίνα», αλλά ο ίδιος ο Αλέξανδρος δεν εμπιστευόταν ως αξιόπιστο αεροσκάφος.
22 Ιανουαρίου 1973, στις 15.20, ελάχιστα δευτερόλεπτα μετά την απογείωση, το Piaggio συνετρίβη. 15.35 ο Ιωαννίδης ενημερώνεται με τηλεφώνημα για το τραγικό συμβάν και σπεύδει στο ΚΑΤ, όπου ήδη μεταφερόταν ο βαρύτατα τραυματισμένος στο κεφάλι Αλέξανδρος. Μένει δίπλα του, μαζί με τον Ωνάση, τη Χριστίνα, την Τζάκι, τη μητέρα του, Τίνα, με τον Σταύρο Νιάρχο, που καταφθάνουν όσο πιο γρήγορα μπορούν από όλα τα σημεία του κόσμου. Μια μέρα μετά, ο Ωνάσης πήρε την πιο δύσκολη απόφαση της ζωής του: έδωσε την έγκρισή του για να αποσυνδεθεί από τα μηχανήματα ο εγκεφαλικά νεκρός γιος του.
Ο θάνατος του Αλέξανδρου και το κύμα που σήκωσε
Ο Παύλος Ιωαννίδης στο βιβλίο του «Κι αν δεν είσαι, θα γίνεις» (Εκδόσεις Λιβάνης) περιγράφει μια συγκλονιστική στιγμή: «Πήγα κάποια στιγμή μόνος στο δωμάτιό του. Ηταν σκεπασμένος με ένα σεντόνι και μόνο το κεφάλι του ήταν έξω, μπανταρισμένο με άσπρους επιδέσμους. Τον ξεσκέπασα και έμεινα κατάπληκτος βλέποντας ότι δεν έχει κανένα τραύμα στο σώμα του».
Στις 25 Ιανουαρίου, ο Ωνάσης κάλεσε στο σπίτι του στη Γλυφάδα τον Παύλο Ιωαννίδη και εκεί γνώρισε για πρώτη φορά τη Χριστίνα. Μαζί της άρχισαν να ψάχνουν παρεκκλήσι για την κηδεία του Αλέξανδρου στην Αττική, πριν αποφασίσει τελικά ο Ωνάσης να μεταφερθεί η σορός σε μαρμάρινο τάφο στο παρεκκλήσι του νησιού.
Ο Ωνάσης ήταν πεπεισμένος ότι ο γιος του πέθανε από δολιοφθορά -ενώ τον βασάνιζαν οι τύψεις ότι τον είχε προειδοποιήσει ο γιος του ότι ο συγκεκριμένος τύπος αεροσκάφους είναι αναξιόπιστος. Επικήρυξε μάλιστα τους ενόχους και ηθικούς αυτουργούς με ένα εκατομμύριο δολάρια.
Λίγο αργότερα άρχισε μια προσπάθεια κατασυκοφάντησης του ίδιου του Παύλου Ιωαννίδη, με ένα περιοδικό με τον τίτλο «Απελευθέρωση», να γράφει ότι είχε ανάμειξη στον θάνατο του Αλέξανδρου. Φυσικά, κινήθηκε νομικά, με αποτέλεσμα να υπάρξει άμεση πλήρης ανασκευή, όμως συνεχίστηκαν τα δημοσιεύματα σε ξένο και ελληνικό Τύπο. Η υπόθεση φυσικά έληξε με δικαίωση του Παύλου Ιωαννίδη.
Μετά τον θάνατο του πατέρα της, η Χριστίνα Ωνάση δέθηκε στενά με τον Παύλο Ιωαννίδη, στον οποίο μερικές φορές τηλεφωνούσε ως και τέσσερις φορές την ημέρα
Ο Παύλος Ιωαννίδης απόκτησε στενή σχέση και τη Χριστίνα, την οποία έβλεπε ως κόρη του και τη συμβούλευε διαρκώς. Μάλιστα, υπήρξαν μέρες που του τηλεφωνούσε τρεις και τέσσερις φορές, με τον Στέλιο Παπαδημητρίου, στενό συνεργάτη και έμπιστο του Αριστοτέλη Ωνάση, επικεφαλής της νομικής του ομάδας και στη συνέχεια πρόεδρο του Ιδρύματος Ωνάση να τον προειδοποιεί: «Παύλο, θα σε εξαντλήσει». Η σχέση έγινε πιο στενή όταν πέθανε ο Ωνάσης στις 15 Μαρτίου 1975 στο αμερικανικό νοσοκομείο του Παρισιού -εκεί όπου χρόνια μετά γεννήθηκε η μοναδική του εγγονή, η Αθηνά…
Πατρική φιγούρα για τη Χριστίνα Ωνάση
Ο Ωνάσης, όπως είναι γνωστό, είχε χτυπηθεί από την ανίατη νόσο myasthenia gravis, που παρέλυε προοδευτικά τους μυς του, αρχίζοντας από τα βλέφαρα (τα συγκρατούσε με τσιρότα, για να μην καλύπτουν τις κόρες των ματιών του).
Στην ιδιόχειρη διαθήκη του έδινε εντολή στους εκτελεστές να ιδρύσουν κοινωφελές ίδρυμα στο Βαντούζ του Λιχτενστάιν με την επωνυμία Alexander S. Onassis Foundation, το οποίο προίκιζε με το μερίδιο της περιουσίας του που θα λάμβανε ο γιος του Αλέξανδρος αν δεν είχε βρει τραγικό θάνατο. Περιγράφει ο Παύλος Ιωαννίδης: «Όταν ο Στέλιος Παπαδημητρίου τον είχε ρωτήσει τι θέλει να κάνουν οι συνεχιστές του για τον ίδιο, ο Ωνάσης είχε απαντήσει “να κρατήσετε ζωντανή την επιχείρηση. Εγώ είμαι η επιχείρηση”.»
29 Ιανουαρίου 1989. Με την Αθηνά Ωνάση στα πρώτα της γενέθλια μετά τον θάνατο της Χριστίνας στο σπίτι τους στη Γενεύη / Αρχείο Π. Ιωαννίδη
Είναι ιδιαίτερος ο τρόπος που ο Παύλος Ιωαννίδης αναφέρεται διαρκώς στον Στέλιο Παπαδημητρίου στη βιογραφία του. Μάλιστα, του αφιερώνει ένα από τα τελευταία κεφάλαια του βιβλίου του, φανερώνοντας ότι η σχέση τους ήταν βαθιά, σχέση αφοσίωσης, σχέση σχεδόν οικογενειακή.
Ο θάνατος της Χριστίνας τον συνέτριψε -ταξίδεψε στο Μπουένος Άιρες για να παραλάβει τη σορό της- και προσπάθησε να είναι κοντά στην Αθηνά, να την επισκέπτεται, να της στέλνει δώρα, να διατηρήσει ζωντανό τον δεσμό. Μέχρι που η βαριά δικαστική διαμάχη με τον Τιερί Ρουσέλ για την περιουσία της Χριστίνας και της Αθηνάς οδήγησε σε ρήξη και αυτής της σχέσης, με τη μικρή Αθηνά να αναφέρεται σε ένα έγγραφο προς τις δικαστικές αρχές στους «κακούς Ελληνες». Φράση που πλήγωσε βαθιά τον Ιωαννίδη, αν και ήξερε ότι γράφτηκε κάτω από τις πιέσεις του πατέρα της. Αλλωστε στη συνέχεια αποξενώθηκε και από αυτόν και άλλαξε και το επίθετό της σε Ωνάση, από Ρουσέλ.
Η ύβρις της αλαζονείας
Ο Παύλος Ιωαννίδης διακρίθηκε για την αξιοπρέπεια, τη διακριτικότητα, την αφοσίωση και ένα διαρκές όραμα. Κέρδισε τον σεβασμό από χιλιάδες ανθρώπους που βρέθηκαν κάποια στιγμή δίπλα του, για μια χαλαρή συζήτηση, για ένα δείπνο, για επαγγελματικές επαφές. Κυρίως για τους νεότερους που κάποια στιγμή τον συναντήσαμε, ήταν ένα πραγματικό σχολείο: έβλεπε τους νέους με αγάπη, χωρίς καμία προσπάθεια να τους πατρονάρει, με αληθινό ενδιαφέρον. Δεν μοίραζε συμβουλές με ύφος σοφού και έμπειρου, αλλά είχε έναν τρόπο εντελώς προσωπικό να περνάει μέρος της σοφίας του. Μαζί με απέραντη καλοσύνη και μια αίσθηση πίστης προς τον άνθρωπο. Η απώλειά του είναι τεράστια, όχι μόνο για ότι σχετίστηκε με το σύμπαν, την αυτοκρατορία και τον μύθο του Ωνάση, αλλά και για μια έννοια πατριωτισμού που εκλείπει.
Είναι ιδιαίτερος ο τρόπος που ο Παύλος Ιωαννίδης αναφέρεται διαρκώς στον Στέλιο Παπαδημητρίου στη βιογραφία του. Μάλιστα, του αφιερώνει ένα από τα τελευταία κεφάλαια του βιβλίου του, φανερώνοντας ότι η σχέση τους ήταν βαθιά, σχέση αφοσίωσης, σχέση σχεδόν οικογενειακή.
Ο θάνατος της Χριστίνας τον συνέτριψε -ταξίδεψε στο Μπουένος Άιρες για να παραλάβει τη σορό της- και προσπάθησε να είναι κοντά στην Αθηνά, να την επισκέπτεται, να της στέλνει δώρα, να διατηρήσει ζωντανό τον δεσμό. Μέχρι που η βαριά δικαστική διαμάχη με τον Τιερί Ρουσέλ για την περιουσία της Χριστίνας και της Αθηνάς οδήγησε σε ρήξη και αυτής της σχέσης, με τη μικρή Αθηνά να αναφέρεται σε ένα έγγραφο προς τις δικαστικές αρχές στους «κακούς Ελληνες». Φράση που πλήγωσε βαθιά τον Ιωαννίδη, αν και ήξερε ότι γράφτηκε κάτω από τις πιέσεις του πατέρα της. Αλλωστε στη συνέχεια αποξενώθηκε και από αυτόν και άλλαξε και το επίθετό της σε Ωνάση, από Ρουσέλ.
Ως το τέλος της ζωής του, στα 97 του χρόνια, ο Παύλος Ιωαννίδης ήταν επίτιμος αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Ωνάση. |
Η ύβρις της αλαζονείας
Ο Παύλος Ιωαννίδης διακρίθηκε για την αξιοπρέπεια, τη διακριτικότητα, την αφοσίωση και ένα διαρκές όραμα. Κέρδισε τον σεβασμό από χιλιάδες ανθρώπους που βρέθηκαν κάποια στιγμή δίπλα του, για μια χαλαρή συζήτηση, για ένα δείπνο, για επαγγελματικές επαφές. Κυρίως για τους νεότερους που κάποια στιγμή τον συναντήσαμε, ήταν ένα πραγματικό σχολείο: έβλεπε τους νέους με αγάπη, χωρίς καμία προσπάθεια να τους πατρονάρει, με αληθινό ενδιαφέρον. Δεν μοίραζε συμβουλές με ύφος σοφού και έμπειρου, αλλά είχε έναν τρόπο εντελώς προσωπικό να περνάει μέρος της σοφίας του. Μαζί με απέραντη καλοσύνη και μια αίσθηση πίστης προς τον άνθρωπο. Η απώλειά του είναι τεράστια, όχι μόνο για ότι σχετίστηκε με το σύμπαν, την αυτοκρατορία και τον μύθο του Ωνάση, αλλά και για μια έννοια πατριωτισμού που εκλείπει.
Σε μια από τις τελευταίες επίσημες εμφανίσεις, στην παρουσίαση του Ωνάσειου Εθνικού Μεταμοσχευτικού Κέντρου, στα τέλη του 2018 |
Όπως έγραφε στις τελευταίες σελίδες της βιογραφίας του: «Οσο περισσότερο προοδεύει ο άνθρωπος κοινωνικά και οικονομικά και αποκτά υπεροχή και δύναμη επιρροής έναντι των άλλων, τόσο περισσότερο σεμνή και δίκαιη πρέπει να είναι η συμπεριφορά του και να μην επιδιώξει την προσωπική του προβολή. Το αντίθετο είναι αλαζονεία».
Πηγή: iefimerida.
Πηγή: iefimerida.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα