Καλημέρα σας, σήμερα στο BEAUTY DAYS WITH A BOOK
φιλοξενούμε τη συγγραφέα κ. ΑΛΕΚΑ ΠΛΑΚΟΝΟΥΡΗ, του βιβλίου
«ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΤΟΥ ΑΡΕΤΣΟ», που εκδόθηκε από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΚΕΔΡΟΣ.
1) Κα ΠΛΑΚΟΝΟΥΡΗ, ευχαριστούμε που δεχτήκατε να μιλήσουμε και να γνωρίσουμε εσάς και το καινούργιο βιβλίο σας. Πείτε μας, είχατε ονειρευτεί από μικρή να γίνεται συγγραφέας; Πότε και πώς ξεκινήσατε τη συγγραφή;
Κι εγώ σας ευχαριστώ για την πρόσκληση. Ήμουν ένα παιδί με οργιώδη φαντασία, που διάβαζε πάρα πολύ. Τις πρώτες μου ιστορίες τις ζωγράφιζα τότε που δεν πήγαινα ακόμα σχολείο. Ίσως έπαιξε ρόλο ότι ο πατέρας μου έγραφε (από πεζογραφία και ποίηση μέχρι χρονογραφήματα και θέατρο). Ωστόσο όταν ήμουν μικρή, δεν ονειρευόμουν ότι θα γίνω συγγραφέας, περισσότερο είχα στον νου μου ότι θα γίνω ηθοποιός. Έγραφα όμως από τα σχολικά μου χρόνια. Όταν πήγαινα στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο, είχα βραβευτεί σε δύο
πανελλήνιους μαθητικούς διαγωνισμούς διηγήματος και ποίησης αντίστοιχα. Υπήρξε άλλο ένα βραβείο ποίησης όταν ήμουν φοιτήτρια στη Νομική. Στην εφηβεία μου, όταν ήμουν θυμωμένη,
απογοητευμένη, σε ρήξη με μια πραγματικότητα που εναντιωνόταν στα όνειρά μου και στις ιδέες μου, το να γράψω μια ιστορία ήταν ένας τρόπος έκφρασης, διαμαρτυρίας, μετάπλασης της πραγματικότητας και οπωσδήποτε μέθεξης. Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Και ενώ οι σπουδές μου δεν είναι φιλολογικές (σπούδασα νομικά και θεατρολογία), ασχολούμαι επαγγελματικά εδώ και αρκετά χρόνια με την επιμέλεια βιβλίων, μάλλον λόγω κλίσης, αλλά και επειδή μου ήταν εύκολο, εφόσον πάντα μελετούσα συστηματικά λογοτεχνία.
2) Συστήστε μας με λίγα λόγια το βιβλίο σας ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΤΟΥ ΑΡΕΤΣΟ.
Οι Δαίμονες του Αρέτσο είναι μια συλλογή διηγημάτων που διηγούνται τις ιστορίες απλών ανθρώπων, αυτών που πολλές φορές η ζωή τους κυλά στην υποσκιά των μεγάλων ιστορικών γεγονότων, αν και οι ίδιοι υπογράφουν με τις πράξεις τους, με τις απώλειές τους, με τη χαρά τους και με τη λύπη τους το τεράστιο παλίμψηστο που αποτελεί το ιστορικο-κοινωνικό πλαίσιο κάθε εποχής. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρεις ενότητες: «Νωπογραφίες», «Kολάζ» και «Graffiti». Στις «Νωπογραφίες» τα διηγήματα αφορούν πιο απομακρυσμένες εποχές ή γεγονότα, που το αποτύπωμά τους για τις μεταγενέστερες γενιές είναι βαθύ. Στα «Κολάζ» το παρόν συνδέεται άρρηκτα με το παρελθόν μέσα από ιστορίες που προεκτείνονται με διαφορετικούς τρόπους στον χρόνο. Στα «Graffiti» μεταφερόμαστε στο παρόν, στο χωνευτήρι ψυχών της Αθήνας της κρίσης. Κάποια διηγήματα δεν είναι εντελώς ρεαλιστικά, συνομιλούν, με διαφορετικούς τρόπους, με το αθέατο και το με το άρρητο.
3) 3 ενότητες και 15 διηγήματα σε ένα βιβλίο. Ποια ήταν η πηγή έμπνευσής σας; Ξέρω ότι είναι δύσκολο να απαντήσετε, αλλά εσείς ποιο διήγημα ξεχωρίζετε;
Δεν υπήρξε μία μοναδική πηγή έμπνευσης γι’ αυτή τη δουλειά. Υπάρχει βεβαίως ένας κεντρικός πυρήνας, μια πρόθεση να δώσω φωνή σε ανθρώπους που με διάφορους τρόπους και για διάφορους λόγους δεν έχουν τη δυνατότητα να μας πουν τις ιστορίες τους.
Υπάρχει μέσα στα διηγήματα, μεταπλασμένο ασφαλώς, και βιωματικό υλικό και ιστορίες που έφτασαν από τρίτους σ’ εμένα. Υπάρχουν επίσης πράγματα που παρατηρώ γύρω μου, ασήμαντες λεπτομέρειες για πολλούς, που για μένα όμως ξετυλίγουν υφάδια ζωής και θέτουν τα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν μέσα στα χρόνια την ανθρωπότητα, τροφοδοτώντας φυσικά και τη λογοτεχνία:έρωτας, θάνατος, απώλεια, χρόνος, συλλογική ταυτότητα, ατομική
επιλογή κτλ.
Πραγματικά είναι σχεδόν ακατόρθωτο να ξεχωρίσω ένα διήγημα της συλλογής, θα αναφέρω όμως τέσσερα, που τα αγαπώ πολύ, για διαφορετικούς λόγους το καθένα: «Πουτάνα πατρίδα», γιατί μιλάει για τη μετανάστευση στις αρχές του 20ού αιώνα, τότε που οι 7 στους 10 άντρες των πιο παραγωγικών ηλικιών έφευγαν από την Πελοπόννησο για την Αμερική. Και γιατί είναι η ιστορία του προπάππου μου Χρίστου Πλακονούρη, όπως την ανέσυρα από τα
αρχεία του Ellis Island. «Ο νεκρός αδελφός», γιατί είναι βιωματικό και έρχεται να αναδείξει και να επουλώσει ένα δικό μου τραύμα.
«Ένα απόγευμα του Antonius L.», γιατί συνδέει την εποχή της τεχνολογίας με το υπερβατικό και περιγράφει μια αποκαλυπτική εμπειρία που αναβαπτίζει και εξανθρωπίζει το άτομο. Και «Εγώ είμαι μηχανή», γιατί είναι για μένα κόντρα ρόλος, αφού δίνω φωνή σε έναν άντρα των ΜΑΤ και φωτίζω το έρεβος που τον έχει κάνει μια μηχανή καταστολής.
4) Ποια θεωρείται ότι είναι τα δυνατά του στοιχεία που θα κρατήσουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι την τελευταία σελίδα του βιβλίου;
Πιστεύω ότι είναι καταρχάς οι ιστορίες που διηγούμαι, όπου ο καθένας ίσως αναγνωρίσει πράγματα που έχει ζήσει, παρατηρήσει, ακούσει, νιώσει ή σκεφτεί, άρα με κάποιο τρόπο μπορεί να καθρεφτιστεί το συνειδητό ή το υποσυνείδητό του. Γιατί όπως λέει ο Σεφέρης, «Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας». Επίσης νομίζω ότι είναι η ίδια η γραφή και η αφηγηματική ροή, δουλεμένα με το μεράκι του χειροτέχνη που παλεύει νυχθημερόν χρόνια και
χρόνια, λόγω επαγγέλματος, με τις λέξεις.
5) Πώς αποφασίσατε τον τίτλο του βιβλίου, υπήρξε κάποιος άλλος που απορρίφθηκε;
Ο τίτλος του βιβλίου δεν άλλαξε, είναι αυτός που πρότεινα εξαρχής. Είναι ο τίτλος του ομώνυμου διηγήματος, το οποίο μιλάει για τον έρωτα και την αξία της στιγμής όταν τη ζούμε. Κεντρικό ρόλο στο διήγημα αυτό παίζει η τοιχογραφία του Τζιότο «Η εκδίωξη των δαιμόνων από το Αρέτσο», που βρίσκεται στον ναό του Αγίου Φραγκίσκου στην Ασίζη. Υπάρχει και ένας έμμεσος συμβολισμός, μεταξύ άλλων, εφόσον τα διηγήματά μου τα χωρίζω σε τρεις ενότητες
με τίτλους που είναι παρμένοι από τα εικαστικά.
6) Πείτε μας, πώς προέκυψε η συνεργασία σας με τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ;
Με τον Κέδρο συνεργάζομαι ως επιμελήτρια εκδόσεων εδώ και πολλά πολλά χρόνια. Ήταν λοιπόν κάπως μέσα στη φυσική ροή της συνεργασίας μας να εκδοθούν εκεί τα διηγήματά μου. Πρόκειται για έναν εκδοτικό οίκο, όπως όλοι ξέρουμε, που έχει εκδώσει σπουδαίους
Έλληνες λογοτέχνες και έχει γράψει τη δική του σελίδα στην ιστορία της νεότερης λογοτεχνίας μας. Ελπίζω να φανώ αντάξια αυτής της παράδοσης.
7) Πιστεύετε ότι η περιπέτεια της πανδημίας που βιώνουμε τα δύο τελευταία χρόνια έφερε τον κόσμο πιο κοντά στα βιβλία; Γιατί πιστεύετε πως πρέπει να διαβάζουμε βιβλία;
Ναι, οπωσδήποτε η πανδημία λειτούργησε θετικά για το βιβλίο. Και δεν είναι απλώς μια προσωπική μου εκτίμηση, αλλά αυτό λένε οι πρώτες εκτιμήσεις και έρευνες. Βρέθηκε ο χαμένος χρόνος για μια μερίδα του αναγνωστικού κοινού που η ταχύτητα και οι υποχρεώσεις
μιας ξέφρενης καθημερινότητας δεν του επέτρεπαν να διαβάζει.
Μπορεί να χάσαμε πάρα πολλά πράγματα ‒από δικαιώματα μέχρι κοινωνικές συναναστροφές και τον δημόσιο χώρο που μας αναλογεί‒, αλλά από την άλλη πιστεύω υπήρξε χρόνος για αναστοχασμό και μελέτη. Και εύχομαι αυτό το αναγνωστικό κοινό που, ας πούμε, κερδήθηκε μέσα από τη συγκυρία της πανδημίας να μην το χάσουμε πάλι.
Πρέπει να διαβάζουμε κυρίως γιατί είναι ο μοναδικός τρόπος να ζήσουμε πολλές ζωές, δηλαδή να υπερβούμε τον κόσμο της άμεσης εμπειρίας μας, που αναγκαστικά περιορίζεται στον χρόνο της ζωής μας. Αυτή η άμεση εμπειρία μας είναι ελαχιστότατη σε σύγκριση με τα μεγάλα επιτεύγματα της διανόησης, της τέχνης και της επιστήμης, που ξεδιπλώνονται μέσα στους αιώνες. Μόνο μέσω της διαμεσολάβησης των βιβλίων μπορούμε να τα κάνουμε δικά μας, να μας ανοίξουν ορίζοντες που δεν φανταζόμαστε, να καταργήσουν όρια και απαγορεύσεις, να συνδιαλεχθούμε με σπουδαίους διανοητές και λογοτέχνες, έτσι που για τον περιορισμένο χρόνο που ζούμε με κάποιο μαγικό τρόπο να γίνει το αδύνατο δυνατό και το λίγο πολύ.
8) Μιλήστε μας για τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια. Τι να περιμένουμε από εσάς και πόσο σύντομα;
Κατά την περίοδο της καραντίνας, που μάλλον υπήρξε ιδιαίτερα γόνιμη για μένα, έγραψα μια σειρά μικρών διηγημάτων. Δεν είναι καθόλου δυστοπικά, παρά τις συνθήκες, αλλά αποτέλεσμα του ότι αποστασιοποιήθηκα για ένα διάστημα από την καθημερινότητά μου
και είδα κάπως αλλιώς τα πράγματα. Είναι σχεδόν έτοιμα και μάλλον δεν θα περάσει πολύς χρόνος μέχρι την έκδοσή τους. Έχω γράψει επίσης έναν θεατρικό μονόλογο, που συζητώ για το ανέβασμά του, και με απασχολεί ένα θεατρικό έργο, που και αυτού η ιδέα προέκυψε
στις μέρες του εγκλεισμού. Ήταν μάλλον ο δικός μου τρόπος να βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο.
9) Τελειώνοντας με τις ερωτήσεις, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για ακόμη μια φορά και θα ήθελα να μας πείτε πού και πώς μπορούμε να βρούμε εσάς και το βιβλίο σας.
Κι εγώ σας ευχαριστώ για την ωραία συζήτηση. Το βιβλίο μου θα το βρείτε σε όλα τα βιβλιοπωλεία. Εμένα θα με βρείτε για ώρες και ώρες να εργάζομαι στο γραφείο μου, όπως συμβαίνει με όλα τα μυστήρια πλάσματα του είδους που ονομάζονται επιμελητές εκδόσεων. Αλλά ‒τώρα που άνοιξαν οι θεατρικές και οι κινηματογραφικές αίθουσες‒, θα με βρείτε κι εκεί, γιατί πολύ μου είχαν λείψει, καθώς και στα βιβλιοπωλεία και στα μπαράκια του κέντρου της Αθήνας.
ΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΤΟΥ ΑΡΕΤΣΟ
Συγγραφέας: ΠΛΑΚΟΝΟΥΡΗ, ΑΛΕΚΑ
Έτος έκδοσης: 2021
Εκδόσεις Κέδρος - Kedros Publishers
Στους Δαίμονες του Αρέτσο ο αναγνώστης ταξιδεύει σε τόπους γνώριμους και άγνωστους, σύγχρονους και παλιούς, βαθιά πραγματικούς και μαγικούς ταυτόχρονα. Συναντά πρόσωπα με σάρκα και οστά, που ίσως κάποτε βιαστικά τα προσπέρασε. Γνωρίζει την «ιστορία των απλών ανθρώπων που γράφεται με γιώτα μικρό», και τότε εκείνη φωτίζεται μυστικά και γίνεται Ιστορία με γιώτα κεφαλαίο.
Στο ταξίδι του αυτό φεύγει απ’ το λιμάνι της Πάτρας τον Μάρτιο του 1911 με το υπερωκεάνιο Πατρίς, έχοντας ως προορισμό την Αμερική∙ ταξιδεύει σε μια κωμόπολη της Πελοποννήσου, όπου σε ένα σωματείο αχθοφόρων συναντά την κομμουνιστική αρχή «από τον καθένα ανάλογα με τις δυνατότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του»∙ βρίσκεται στη Χαλκίδα, να συζητάει σε ένα καφενείο με τον Γιάννη Σκαρίμπα∙ στην πλατεία Συντάγματος αντικρίζει απογυμνωμένο έναν θωρακισμένο ματατζή. Και το ταξίδι συνεχίζεται...
Η συγγραφέας δανείζεται από την τέχνη των εικαστικών τους τίτλους καθεμιάς από τις τρεις ενότητες των διηγημάτων της ‒ Νωπογραφίες, Κολάζ, Graffiti. Από την ίδια τέχνη αντλεί την ακρίβεια, την προσήλωση στη λεπτομέρεια, το παιχνίδι με τα χρώματα και το φως. Δεκαπέντε διηγήματα, καθένα με το δικό του κιαροσκούρο, που αναδεικνύουν κοινωνικά και ψυχικά τοπία με πρωταγωνιστή πάντα τον άνθρωπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα