Το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι οι κινήσεις και τα υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών μπορούν να θεωρηθούν ως συμπληρωματικά στοιχεία όταν αποκαλύπτουν απόκρυψη φορολογητέας ύλης.
Η απόφαση (ΣτΕ 2232/2023) προέκυψε μετά από προδικαστικό ερώτημα σχετικά με το αν η εξέταση των τραπεζικών δεδομένων των φορολογουμένων αποτελεί συμπληρωματικό στοιχείο. Σύμφωνα με την απόφαση, οι πληροφορίες αυτές μπορούν να δικαιολογήσουν την έκδοση συμπληρωματικού φύλλου ελέγχου ή πράξης διορθωτικού προσδιορισμού, εφόσον περιέλθουν σε γνώση της αρμόδιας φορολογικής αρχής μετά την υποβολή της δήλωσης φόρου εισοδήματος.
Ωστόσο, ο καταλογισμός από τη φορολογική αρχή πρέπει να γίνει εντός της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής.
Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας θέτει ένα σημαντικό νομικό προηγούμενο σχετικά με τη χρήση των τραπεζικών δεδομένων ως αποδεικτικά στοιχεία στην διαδικασία φορολογικού ελέγχου.
Το ΣτΕ επιβεβαίωσε ότι οι κινήσεις και τα υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών μπορούν να θεωρηθούν ως συμπληρωματικά στοιχεία. Τα συμπληρωματικά στοιχεία είναι ουσιώδη για τη διενέργεια πρόσθετων ελέγχων από τη φορολογική αρχή, ειδικά όταν αυτά αποκαλύπτουν απόκρυψη φορολογητέας ύλης, κάτι που συνιστά παραβίαση της φορολογικής νομοθεσίας.
Τα τραπεζικά στοιχεία που αποκτούνται μετά την υποβολή της δήλωσης φόρου εισοδήματος μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την έκδοση συμπληρωματικού φύλλου ελέγχου ή πράξης διορθωτικού προσδιορισμού. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και μετά την αρχική υποβολή της δήλωσης, η φορολογική αρχή έχει το δικαίωμα να αναθεωρήσει την αξιολόγησή της και να προχωρήσει σε πρόσθετους καταλογισμούς.
Ένα κρίσιμο σημείο της απόφασης είναι η πενταετής προθεσμία παραγραφής για την επιβολή φορολογικών κυρώσεων. Η απόφαση του ΣτΕ τονίζει ότι η φορολογική αρχή πρέπει να ενεργεί εντός αυτού του χρονικού πλαισίου, εξασφαλίζοντας ότι οι διαδικασίες ελέγχου και καταλογισμού ολοκληρώνονται έγκαιρα.
Η απόφαση αυτή μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις για τους φορολογούμενους. Οι φορολογούμενοι πρέπει να είναι προσεκτικοί στην ακριβή δήλωση των εισοδημάτων τους και να γνωρίζουν ότι οι τραπεζικές τους κινήσεις μπορούν να εξεταστούν και να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία για την απόκρυψη φορολογητέας ύλης.
Η απόφαση του ΣτΕ ενισχύει τα εργαλεία της φορολογικής διοίκησης για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, προσδίδοντας βαρύτητα στα τραπεζικά δεδομένα ως αποδεικτικά στοιχεία. Οι φορολογικές αρχές έχουν πλέον αυξημένες δυνατότητες να διενεργούν ελέγχους και να επιβάλλουν κυρώσεις, ενώ οι φορολογούμενοι οφείλουν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και συμμορφωμένοι με τις υποχρεώσεις τους για τη δήλωση εισοδημάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα