Μόνο όσα κτίστηκαν πριν από το 1983 και όσα δεν έχουν υπερβεί τους όρους δόμησης Του Γιωργου Λιαλιου
«Η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι σαφής. Η γενικευμένη νομιμοποίηση αυθαιρέτων που χτίστηκαν μετά το 1983 είναι αδύνατη». Με την κατηγορηματική αυτή δήλωση στην «Κ», ο πρόεδρος του Ε΄ τμήματος του ΣτΕ κ. Κώστας Μενουδάκος υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχει περιθώριο για νομικά «τρικ», με τα οποία να γίνει διά της πλαγίας οδού νομιμοποίηση αυθαιρέτων. Εισπρακτικά περιθώρια, ωστόσο, υπάρχουν και μάλιστα ιδιαιτέρως σημαντικά, προϋποθέτουν όμως ισχυρούς ελεγκτικούς μηχανισμούς.
Η συζήτηση που τους τελευταίους μήνες έχει ανοίξει το υπουργείο Οικονομικών, σε σχέση με τη δυνατότητα της αυθαίρετης δόμησης να λειτουργήσει ως δεξαμενή εσόδων (συζήτηση στην οποία παρενέβη την Πέμπτη και ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας μιλώντας για νομιμοποίηση του 70% των αυθαιρέτων), κινείται περισσότερο στο επίπεδο της δημιουργίας κλίματος, παρά στην ουσία. Η ουσία είναι ότι η συζήτηση αυτή δεν έχει νόημα, όσοι νομικοί όροι κι αν επινοηθούν για να ξεπεραστεί ο σκόπελος της συνταγματικότητας. «Σε εφαρμογή του άρθρου 24 του Συντάγματος, ο νομοθέτης έθεσε ένα χρονικό όριο: το 1983.
Σύμφωνα με τη νομολογία του ΣτΕ, μια γενικευμένη νομιμοποίηση των αυθαιρέτων που χτίστηκαν έκτοτε ή όλων των αυθαιρεσιών ανεξαρτήτως βάρους είναι πρακτικά αδύνατη», εξηγεί στην «Κ» ο πρόεδρος του Ε΄ τμήματος του ΣτΕ. «Αντίκεται όχι μόνο στη βασική αρχή της ανάπτυξης του οικιστικού περιβάλλοντος μέσω επιστημονικού σχεδιασμού, αλλά και στις αρχές του κράτους δικαίου και της ισότητας των πολιτών έναντι του νόμου».
Περιθώριο υπάρχει μόνο για δύο κατηγορίες αυθαιρέτων. Οσα αποδεδειγμένα κτίστηκαν πριν από το 1983 και όσα κτίστηκαν μεν χωρίς οικοδομική άδεια, αλλά χωρίς να υπερβαίνουν τους όρους δόμησης που ισχύουν στις περιοχές όπου ανεγέρθησαν. «Κάθε άλλο ενδεχόμενο, με τη μέχρι σήμερα νομολογία, είναι αδύνατον», λέει ο κ. Μενουδάκος. Το ίδιο ισχύει για την -προσωρινή ή μη- εξαίρεση από την κατεδάφιση. «Η εξαίρεση από την κατεδάφιση ισούται με νομιμοποίηση και έχει κριθεί αντισυνταγματική ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80», σημειώνει ο πρόεδρος του Ε΄ τμήματος.
Από την άλλη πλευρά, το υπουργείο Οικονομικών θεωρεί ότι υπάρχει περιθώριο εξεύρεσης «παραθύρων» στη νομοθεσία και προαναγγέλλει επιστημονικό διάλογο για το ζήτημα. Με βάση τα σημερινά δεδομένα, πάντως, τα περιθώρια που έχει η πολιτεία για να προσεγγίσει το φαινόμενο, με σκοπό την άντληση εσόδων είναι τα εξής:
- Πολεοδόμηση περιοχών με πυκνή αυθαίρετη δόμηση. Θα πρέπει να εξαιρεθούν δάση, ρέματα, αρχαιολογικοί χώροι και προστατευόμενες περιοχές. Η λύση αυτή δεν ενδείκνυται για άμεση άντληση εσόδων, καθώς η ολοκλήρωση του πολεοδομικού σχεδιασμού θα χρειαστεί στην καλύτερη περίπτωση μια τριετία.
- Νομιμοποίηση αυθαιρέτων προ του 1983. Και πάλι, η νομιμοποίηση πρέπει να γίνει μέσω πολεοδόμησης ή κατά περίπτωση και όχι γενικευμένα.
- Αναζήτηση προστίμων ανέγερσης και διατήρησης αυθαιρέτου από όσα δηλώθηκαν το 2003-2004 για να ηλεκτροδοτηθούν. Πρόκειται για μια δεδομένη πηγή εσόδων, καθώς εκτιμάται ότι σε όλη τη χώρα δηλώθηκαν τότε περί τα 100.000 αυθαίρετα. Ωστόσο, οι έλεγχοι που προϋπέθετε ο νόμος (3212/03) δεν έγιναν ποτέ, ενώ τα στοιχεία που έχουν οι πολεοδομίες είναι πλημμελή, άρα ο εντοπισμός τους θα πρέπει να ξεκινήσει σχεδόν από το μηδέν.
- Είσπραξη προστίμων από υποθέσεις που έχουν τελεσιδικήσει. Η πρόσφατη υπόθεση της πολεοδομίας Σύρου απέδειξε ότι μια προσεκτικότερη ματιά σε ορισμένες μεγάλες πολεοδομίες θα απέδιδε καρπούς.
- Αναζήτηση προστίμων από αυθαίρετα, γενικώς. Πρόκειται για τη δυσκολότερη επιλογή, καθώς προϋποθέτει τη δημιουργία ενός ισχυρού ελεγκτικού μηχανισμού (τον οποίο δεν έχουν οι σχεδόν διαλυμένες πολεοδομίες). Σύμμαχος ωστόσο στην προσπάθεια θα μπορούσε να είναι το Κτηματολόγιο, καθώς στις περιοχές που έχουν κτηματογραφηθεί, οι καταγραφές συμπληρώνονται και από αεροφωτογραφίες, επομένως ήδη υπάρχει εικόνα του τι είναι αυθαίρετο και τι όχι.
Τι δεν μπορεί να γίνει, εκτός φυσικά από οποιασδήποτε μορφής νομιμοποίηση:
- Ρύθμιση στο πρότυπο των ημιυπαίθριων, με μειωμένα πρόστιμα και αντάλλαγμα μια χρονικά ορισμένη εξαίρεση από κατεδάφιση. Η ίδια η ρύθμιση για τους ημιυπαίθριους κινείται στα όρια του συνταγματικά ανεκτού, επειδή αφορά πολεοδομική παρανομία μέσα σε νόμιμο κτίριο και όχι μια καθολική πολεοδομική παρανομία.
- Διακοπή της ηλεκτροδότησης σε όσα αυθαίρετα δεν πληρώσουν τα πρόστιμα. Εκτός από τις κοινωνικές αντιδράσεις που θα είχε μια τέτοια επιλογή, δεν είναι βέβαιο ότι η ΔΕΗ έχει εικόνα του πόσα παράνομα κτίρια ηλεκτροδοτούνται...
Μια ιστορία που κρατάει από το 1968
Η «νομιμοποίηση» αυθαιρέτων έναντι οικονομικού ανταλλάγματος μετράει περισσότερα από 40 χρόνια. Για πρώτη φορά εφαρμόστηκε στον α.ν. 410/1968, που θέσπισε την εξαίρεση από την κατεδάφιση όλων των αυθαιρέτων σε εντός σχεδίου περιοχές. Οι ιδιοκτήτες όφειλαν να τα δηλώσουν σε 6 μήνες οι οποίοι μέσω διαδοχικών παρατάσεων έγιναν... 11 χρόνια, η δε εισφορά αντιστοιχούσε σε ποσοστό της αξίας του κτιρίου.
Ακολούθησε ο ν. 720/1977, που προέβλεψε και αυτός γενικευμένη εξαίρεση από την κατεδάφιση, αυτή τη φορά και για τα εκτός σχεδίου αυθαίρετα. Η εξαίρεση γινόταν με δήλωση του ιδιοκτήτη στην πολεοδομία και καταβολή εισφοράς βάσει τετραγωνικών. Ο ν. 720/1977 κρίθηκε αντισυνταγματικός από την Ολομέλεια του ΣτΕ το 1980.
Στη συνέχεια ήρθε ο 1337/83, έκτοτε σημείο αναφοράς της νομολογίας. Ο νόμος έδωσε τη δυνατότητα εκτεταμένων πολεοδομήσεων περιοχών αυθαιρέτων αλλά και τη νομιμοποίηση μεμονωμένων κατασκευών, μέσω της δήλωσής του από τους ιδιοκτήτες τους και της καταβολής του 10% της αξίας του αυθαιρέτου. Εθεσε δε ως όριο την 31/1/1983, μετά την οποία απαγορεύτηκε κάθε νομιμοποίηση. Οι ρυθμίσεις αυτές συμπληρώθηκαν από τον ν. 1512/85, που έδωσε δυνατότητα εξαίρεσης από κατεδάφιση για μικρές πολεοδομικές παραβάσεις. Τις δυνατότητες του τελευταίου αυτού νόμου για την εξαίρεση αυθαιρέτων από την κατεδάφιση επιχείρησε να επεκτείνει ο ν.3044/02, που κρίθηκε αντισυνταγματικός από το ΣτΕ. Τέλος, ο 3212/03 έδωσε τη δυνατότητα γενικευμένης σύνδεσης αυθαιρέτων με δίκτυα ηλεκτρικού και νερού.
«Η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι σαφής. Η γενικευμένη νομιμοποίηση αυθαιρέτων που χτίστηκαν μετά το 1983 είναι αδύνατη». Με την κατηγορηματική αυτή δήλωση στην «Κ», ο πρόεδρος του Ε΄ τμήματος του ΣτΕ κ. Κώστας Μενουδάκος υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχει περιθώριο για νομικά «τρικ», με τα οποία να γίνει διά της πλαγίας οδού νομιμοποίηση αυθαιρέτων. Εισπρακτικά περιθώρια, ωστόσο, υπάρχουν και μάλιστα ιδιαιτέρως σημαντικά, προϋποθέτουν όμως ισχυρούς ελεγκτικούς μηχανισμούς.
Η συζήτηση που τους τελευταίους μήνες έχει ανοίξει το υπουργείο Οικονομικών, σε σχέση με τη δυνατότητα της αυθαίρετης δόμησης να λειτουργήσει ως δεξαμενή εσόδων (συζήτηση στην οποία παρενέβη την Πέμπτη και ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας μιλώντας για νομιμοποίηση του 70% των αυθαιρέτων), κινείται περισσότερο στο επίπεδο της δημιουργίας κλίματος, παρά στην ουσία. Η ουσία είναι ότι η συζήτηση αυτή δεν έχει νόημα, όσοι νομικοί όροι κι αν επινοηθούν για να ξεπεραστεί ο σκόπελος της συνταγματικότητας. «Σε εφαρμογή του άρθρου 24 του Συντάγματος, ο νομοθέτης έθεσε ένα χρονικό όριο: το 1983.
Σύμφωνα με τη νομολογία του ΣτΕ, μια γενικευμένη νομιμοποίηση των αυθαιρέτων που χτίστηκαν έκτοτε ή όλων των αυθαιρεσιών ανεξαρτήτως βάρους είναι πρακτικά αδύνατη», εξηγεί στην «Κ» ο πρόεδρος του Ε΄ τμήματος του ΣτΕ. «Αντίκεται όχι μόνο στη βασική αρχή της ανάπτυξης του οικιστικού περιβάλλοντος μέσω επιστημονικού σχεδιασμού, αλλά και στις αρχές του κράτους δικαίου και της ισότητας των πολιτών έναντι του νόμου».
Περιθώριο υπάρχει μόνο για δύο κατηγορίες αυθαιρέτων. Οσα αποδεδειγμένα κτίστηκαν πριν από το 1983 και όσα κτίστηκαν μεν χωρίς οικοδομική άδεια, αλλά χωρίς να υπερβαίνουν τους όρους δόμησης που ισχύουν στις περιοχές όπου ανεγέρθησαν. «Κάθε άλλο ενδεχόμενο, με τη μέχρι σήμερα νομολογία, είναι αδύνατον», λέει ο κ. Μενουδάκος. Το ίδιο ισχύει για την -προσωρινή ή μη- εξαίρεση από την κατεδάφιση. «Η εξαίρεση από την κατεδάφιση ισούται με νομιμοποίηση και έχει κριθεί αντισυνταγματική ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80», σημειώνει ο πρόεδρος του Ε΄ τμήματος.
Από την άλλη πλευρά, το υπουργείο Οικονομικών θεωρεί ότι υπάρχει περιθώριο εξεύρεσης «παραθύρων» στη νομοθεσία και προαναγγέλλει επιστημονικό διάλογο για το ζήτημα. Με βάση τα σημερινά δεδομένα, πάντως, τα περιθώρια που έχει η πολιτεία για να προσεγγίσει το φαινόμενο, με σκοπό την άντληση εσόδων είναι τα εξής:
- Πολεοδόμηση περιοχών με πυκνή αυθαίρετη δόμηση. Θα πρέπει να εξαιρεθούν δάση, ρέματα, αρχαιολογικοί χώροι και προστατευόμενες περιοχές. Η λύση αυτή δεν ενδείκνυται για άμεση άντληση εσόδων, καθώς η ολοκλήρωση του πολεοδομικού σχεδιασμού θα χρειαστεί στην καλύτερη περίπτωση μια τριετία.
- Νομιμοποίηση αυθαιρέτων προ του 1983. Και πάλι, η νομιμοποίηση πρέπει να γίνει μέσω πολεοδόμησης ή κατά περίπτωση και όχι γενικευμένα.
- Αναζήτηση προστίμων ανέγερσης και διατήρησης αυθαιρέτου από όσα δηλώθηκαν το 2003-2004 για να ηλεκτροδοτηθούν. Πρόκειται για μια δεδομένη πηγή εσόδων, καθώς εκτιμάται ότι σε όλη τη χώρα δηλώθηκαν τότε περί τα 100.000 αυθαίρετα. Ωστόσο, οι έλεγχοι που προϋπέθετε ο νόμος (3212/03) δεν έγιναν ποτέ, ενώ τα στοιχεία που έχουν οι πολεοδομίες είναι πλημμελή, άρα ο εντοπισμός τους θα πρέπει να ξεκινήσει σχεδόν από το μηδέν.
- Είσπραξη προστίμων από υποθέσεις που έχουν τελεσιδικήσει. Η πρόσφατη υπόθεση της πολεοδομίας Σύρου απέδειξε ότι μια προσεκτικότερη ματιά σε ορισμένες μεγάλες πολεοδομίες θα απέδιδε καρπούς.
- Αναζήτηση προστίμων από αυθαίρετα, γενικώς. Πρόκειται για τη δυσκολότερη επιλογή, καθώς προϋποθέτει τη δημιουργία ενός ισχυρού ελεγκτικού μηχανισμού (τον οποίο δεν έχουν οι σχεδόν διαλυμένες πολεοδομίες). Σύμμαχος ωστόσο στην προσπάθεια θα μπορούσε να είναι το Κτηματολόγιο, καθώς στις περιοχές που έχουν κτηματογραφηθεί, οι καταγραφές συμπληρώνονται και από αεροφωτογραφίες, επομένως ήδη υπάρχει εικόνα του τι είναι αυθαίρετο και τι όχι.
Τι δεν μπορεί να γίνει, εκτός φυσικά από οποιασδήποτε μορφής νομιμοποίηση:
- Ρύθμιση στο πρότυπο των ημιυπαίθριων, με μειωμένα πρόστιμα και αντάλλαγμα μια χρονικά ορισμένη εξαίρεση από κατεδάφιση. Η ίδια η ρύθμιση για τους ημιυπαίθριους κινείται στα όρια του συνταγματικά ανεκτού, επειδή αφορά πολεοδομική παρανομία μέσα σε νόμιμο κτίριο και όχι μια καθολική πολεοδομική παρανομία.
- Διακοπή της ηλεκτροδότησης σε όσα αυθαίρετα δεν πληρώσουν τα πρόστιμα. Εκτός από τις κοινωνικές αντιδράσεις που θα είχε μια τέτοια επιλογή, δεν είναι βέβαιο ότι η ΔΕΗ έχει εικόνα του πόσα παράνομα κτίρια ηλεκτροδοτούνται...
Μια ιστορία που κρατάει από το 1968
Η «νομιμοποίηση» αυθαιρέτων έναντι οικονομικού ανταλλάγματος μετράει περισσότερα από 40 χρόνια. Για πρώτη φορά εφαρμόστηκε στον α.ν. 410/1968, που θέσπισε την εξαίρεση από την κατεδάφιση όλων των αυθαιρέτων σε εντός σχεδίου περιοχές. Οι ιδιοκτήτες όφειλαν να τα δηλώσουν σε 6 μήνες οι οποίοι μέσω διαδοχικών παρατάσεων έγιναν... 11 χρόνια, η δε εισφορά αντιστοιχούσε σε ποσοστό της αξίας του κτιρίου.
Ακολούθησε ο ν. 720/1977, που προέβλεψε και αυτός γενικευμένη εξαίρεση από την κατεδάφιση, αυτή τη φορά και για τα εκτός σχεδίου αυθαίρετα. Η εξαίρεση γινόταν με δήλωση του ιδιοκτήτη στην πολεοδομία και καταβολή εισφοράς βάσει τετραγωνικών. Ο ν. 720/1977 κρίθηκε αντισυνταγματικός από την Ολομέλεια του ΣτΕ το 1980.
Στη συνέχεια ήρθε ο 1337/83, έκτοτε σημείο αναφοράς της νομολογίας. Ο νόμος έδωσε τη δυνατότητα εκτεταμένων πολεοδομήσεων περιοχών αυθαιρέτων αλλά και τη νομιμοποίηση μεμονωμένων κατασκευών, μέσω της δήλωσής του από τους ιδιοκτήτες τους και της καταβολής του 10% της αξίας του αυθαιρέτου. Εθεσε δε ως όριο την 31/1/1983, μετά την οποία απαγορεύτηκε κάθε νομιμοποίηση. Οι ρυθμίσεις αυτές συμπληρώθηκαν από τον ν. 1512/85, που έδωσε δυνατότητα εξαίρεσης από κατεδάφιση για μικρές πολεοδομικές παραβάσεις. Τις δυνατότητες του τελευταίου αυτού νόμου για την εξαίρεση αυθαιρέτων από την κατεδάφιση επιχείρησε να επεκτείνει ο ν.3044/02, που κρίθηκε αντισυνταγματικός από το ΣτΕ. Τέλος, ο 3212/03 έδωσε τη δυνατότητα γενικευμένης σύνδεσης αυθαιρέτων με δίκτυα ηλεκτρικού και νερού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα