Δύο χρόνια μετά την ευρωπαϊκή διάσωση της Ελλάδας με σκοπό την προστασία του ευρώ, η προσπάθεια έχει μάλλον αποτύχει και πιθανώς να οδηγήσει σε μια καταστροφή που απειλεί να διασπάσει το κοινό νόμισμα.
Οι εκλογές της 6ης Μαΐου στην Ελλάδα άφησαν τις μνημονιακές δυνάμεις στη χώρα ανήμπορες να κυβερνήσουν και καθώς εικάζεται ότι θα γίνουν νέες εκλογές τον Ιούνιο δεν υπάρχει καμμία εγγύηση ότι θα προκύψει και τότε μια σταθερή κυβέρνηση. Τον επόμενο μήνα, η Αθήνα πρέπει να προσδιορίσει νέες περικοπές ύψους € 11,5 δισεκατομμύρια ή να διακινδυνεύσει την αναστολή των διεθνών δανείων που χρειάζεται για να πληρώσει τις συντάξεις και τη λειτουργία των σχολείων της. Αν δεν πάρει τα χρήματα, η Ελλάδα πιθανώς να αναγκαστεί να τυπώσει τα δικά της.
Η αυξανόμενη αναταραχή στην Ελλάδα είναι το αποκορύφωμα ενός ριζοσπαστικού πείραματος λιτότητας και κακοφτιαγμένης οικονομικής μεταρρύθμισης που ώθησαν το έθνος στο χείλος της κοινωνικής και πολιτικής διάλυσης.
Το παράδειγμα της Ελλάδας αναδεικνύει την σκληρή σύγκρουση μεταξύ των όρων της Γερμανίας σχετικά με την αρωγή προς τα άλλα μέλη της Ευρωζώνης και τις αντοχές των κοινωνιών που υποκύπτουν στους όρους αυτούς. Η ευθύνη για το χάος, όπως παρατηρούν πολλοί από τους εμπλεκόμενους, βαρύνει την ελληνική πολιτική τάξη, που δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να μεταρρυθμίσει τη χώρα, ένα μη-ρεαλιστικό πρόγραμμα που υποσχέθηκε μια γρήγορη οικονομική ανάκαμψη παρά τη δρακόντεια λιτότητα, τα τεράστια χρέη, καθώς και η αυξανόμενη δυσπιστία ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της. Όταν το ΔΝΤ και οι ευρωπαϊκές χώρες ενώθηκαν το Μάιο του 2010 για να προσφέρουν στην Ελλάδα ένα πακέτο διάσωσης € 110 000 000 000, οι ηγέτες πίστευαν ότι είχαν ενεργήσει με τόλμη και απέτρεψαν την καταστροφή. Η συμφωνία απαιτούσε από την Ελλάδα να λάβει δραστικά μέτρα για τη μείωση των δημοσίων δαπανών και την βελτίωση στο φοροεισπρακτικό σύστημα, ενώ θα αναθεωρούσε μια διογκωμένη γραφειοκρατία καθώς και την πολυνομία που είχε καταστήσει την οικονομία της διεθνώς μη-ανταγωνιστική.
«Ήταν σχεδόν αδύνατη η αποστολή», λέει ο Γιώργος Παπανδρέου, ο ατυχής Έλληνας πρωθυπουργός ο οποίος διαπραγματεύτηκε την αρχική διάσωση και στη συνέχεια αναγκάστηκε σε παραίτηση μετά από εσωκομματική εξέγερση το περασμένο φθινόπωρο. Ο κ. Παπανδρέου λέει ότι όταν ζήτησε από τη Γερμανίδα Καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ πιο ήπιους όρους το 2010, εκείνη απάντησε ότι το πρόγραμμα έπρεπε να πονέσει. «Θέλουμε να βεβαιωθούμε ότι κανείς άλλος δεν θα το θελήσει» φέρεται να του είπε η κα Μέρκελ.
Ενώ όλοι δέχονται ότι η Ελλάδα χρειαζόταν δημοσιονομική λιτότητα, το ΔΝΤ υποστήριξε να δοθεί προτεραιότητα στις διαρθρωτικές αλλαγές και να πραγματοποιηθεί η σταδιακή μείωση των δαπανών, για την προστασία της οικονομίας. Η Γερμανία αρνήθηκε: οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις θα πραγματοποιούνταν ταυτόχρονα με τη δραστική λιτότητα για τη μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού - στο 15,8% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος το 2009 - σε κάτω από 3% μέχρι το 2014. Το χρονοδιάγραμμα αποδείχθηκε δυσεφάρμοστο: περικοπές δαπανών και αυξήσεις φόρων ώθησαν την οικονομία σε μια τόσο βαθιά ύφεση που το έλλειμμα κόλλησε στο 10% περίπου του ΑΕΠ.
Συνήθως, όταν το ΔΝΤ επιβάλλει λιτότητα, επιβάλλει σε μια χώρα και υποτίμηση του νομίσματός της, με την ελπίδα να καταστούν οι εξαγωγές της φθηνότερες και να αντισταθμιστεί έτσι η μείωση της εγχώριας ζήτησης. Αλλά η Ελλάδα δεν έχει πλέον δικό της νόμισμα να υποτιμήσει. Από την αρχή, η υπερβολή του χρέους στην Ελλάδα υπονόμευσε τις πιθανότητες επιτυχίας. Οι οικονομικοί σύμβουλοι του κ. Παπανδρέου, Lazard Ltd, του δήλωσαν πως τα ομολογιακά χρέη της χώρας ήταν δυσβάστακτα και τα μέτρα αναδιάρθρωσης αναγκαία. Ο τότε επικεφαλής του ΔΝΤ, Ντομινίκ Στρος-Καν, ήταν ανοιχτός σε αυτό. Αλλά η Ευρώπη δεν ήταν. Η Γαλλία και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα φοβόταν ότι μια ελληνική χρεωκοπία, ακόμη και μέσω διαπραγματεύσεων για την αναδιάρθρωση των ομολόγων, θα υπονόμευε την εμπιστοσύνη στο χρέος άλλων μελών της ευρωζώνης. Παρά τις ανησυχίες της ελληνικής πλευράς για το σχέδιο, οι προσπάθειές ξεκίνησαν δυναμικά. Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν σταθερή υποστήριξη του λαού για την μείωση της γραφειοκρατίας, της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής, και τη διάλυση διαφόρων ομάδων συμφερόντων που είχαν αποκομίσει κέρδη όλα αυτά τα χρόνια.
Ο Αντώνης Σαμαράς, επικεφαλής της Νέας Δημοκρατίας, κατήγγειλε τους σκληρούς όρους διάσωσης και δήλωσε ότι οι τοπικές εκλογές το Νοέμβριο του 2010 ήταν ένα δημοψήφισμα αναφορικά με την πολιτική του ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Παπανδρέου κάλεσε τους Έλληνες να τον στηρίξουν ή να τον διώξουν. Το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές, αλλά με πολύ μικρότερο ποσοστό από το 2009. Ο τότε Υπουργός Οικονομικών, κ. Παπακωνσταντίνου, έβρισκε πλέον τον εαυτό του όλο και πιο απομονωμένο στο υπουργικό συμβούλιο. Ο σπουδασμένος-στην-Αγγλία οικονομολόγος ήταν ένας ξένος στην ελληνική πολιτική ζωή. Έκανε ό,τι μπορούσε: περικοπές συντάξεων και μισθών στο δημόσιο, και αύξηση των φόρων. Τα μέτρα όμως υπέσκαψαν τις καταναλωτικές δαπάνες. Καταστήματα και μικρές επιχειρήσεις έκλεισαν. Η ανεργία εκτινάχθηκε. Η δημόσια κατακραυγή γιγαντώθηκε. Οι δημόσιοι υπάλληλοι κήρυξαν απεργία, συμπεριλαμβανομένων ακόμα και αυτών στο υπουργείο Οικονομικών. Ο κ. Βενιζέλος, ανέλαβε το υπουργείο απρόθυμα, όπως φημολογείται, ανησυχώντας τότε ότι αυτή η αντιλαϊκή πολιτική θα μπορούσε να καταστρέψει τις φιλοδοξίες του.
Η πρώτη επαφή του κ. Βενιζέλου με το συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών έγινε στο Λουξεμβούργο. Η ομιλία του τόνισε όλα τα λάθος σημεία. Πρότεινε ότι η Ευρώπη δεν είχε άλλη επιλογή από το να δανείσει στη χώρα περισσότερα κεφάλαια, επειδή μια ελληνική χρεωκοπία θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει την ευρωζώνη. Οι υπουργοί αντέδρασαν με οργή. Αντί να αποδεσμεύσουν την τριμηνιαία δόση όπως είχε προγραμματιστεί, οι υπουργοί την πάγωσαν έως ότου θεσπίσει η Αθήνα περισσότερα μέτρα λιτότητας. Καθώς η συνάντηση τελείωνε, ο ηττημένος κ. Βενιζέλος προσπάθησε για μια ακόμη φορά να εξασφαλίσει τα χρήματα. «Βρίσκομαι εδώ για πρώτη φορά,» παρακάλεσε χωρίς αποτέλεσμα, σύμφωνα με παρευρισκόμενους.
Η Ευρώπη γνώριζε ότι μέρος του προβλήματος της κυβέρνησης, ήταν ότι ο κ. Σαμαράς είχε επιτεθεί κατά των μέτρων λιτότητας, και ως αποτέλεσμα η ΝΔ είχε περάσει το ΠΑΣΟΚ στις δημοσκοπήσεις. Η κα Μέρκελ και οι άλλοι αρχηγοί των ευρωπαϊκών συντηρητικών κομμάτων κάλεσαν τον κ. Σαμαρά στις Βρυξέλλες, στις 23 Ιουνίου. Ο κ. Σαμαράς τους είπε ότι το πρόγραμμα θα αποτύχει. «Στη συνέχεια θα χρειαστεί ένα σχέδιο Β, και εγώ είμαι αυτός που μπορεί να το εκπονήσει,» είπε. Η κα Μέρκελ ζήτησε από τον κ. Σαμαρά να της αναλύσει τι προτείνει. Δήλωσε ότι συμφωνεί με την περικοπή του ελλείμματος, αλλά ήθελε να το καταφέρει με την περικοπή των φόρων για να τονώσει την οικονομία, χωρίς όμως να πείσει.
Ο κ. Βενιζέλος προσπάθησε και πάλι να επιφέρει μια χαλάρωση των όρων διάσωσης το Σεπτέμβριο. Κατά τις νυχτερινές ώρες σε συνομιλίες με τον υπουργό Οικονομικών, οι επιθεωρητές από την ΕΕ και το ΔΝΤ τον πίεσαν να απολύσει δημοσίους υπαλλήλους και να κλείσει ζημιογόνες κρατικές επιχειρήσεις. Ο κ. Βενιζέλος αρνήθηκε. «Δεν θέλω να εισέλθω σε μια τεχνική συζήτηση μαζί σας. Το ζήτημα είναι πολιτικό», φέρεται να είπε. Οι επιθεωρητές του είπαν ότι δεν ήταν σε θέση να προσφέρουν οποιαδήποτε πολιτική παραχώρηση, και αποχώρησαν χωρίς να εγκρίνουν την επόμενη δόση του δανείου στην Ελλάδα. Το υπουργείο Οικονομικών είχε πια λιγότερο από €1 δις στα ταμεία. Η κυβέρνηση απέφυγε την πτώχευση μόνο μέσω μιας άτυπης στάσης πληρωμών προς τους προμηθευτές της.
Η σύνοδος κορυφής της ΕΕ στις 26 Οκτωβρίου οδήγησε τελικά σε 53,5% «κούρεμα» του ομολογιακού χρέους της Ελλάδας, σε συνδυασμό με περισσότερα δάνεια αρωγής. Αλλά πλέον το μεγαλύτερο μέρος του χρέους στην Ελλάδα οφειλόταν στις αρχές της ευρωζώνης και του ΔΝΤ, και όχι σε ιδιώτες κατόχους ομολόγων.
Η κα Μέρκελ και οι ηγέτες της ευρωζώνης θεωρούσαν ότι αυτή η νέα συμφωνία είχε τακτοποιήσει το ελληνικό ζήτημα. Αλλά στην Αθήνα, η κυβέρνηση κατέρρεε. Εν μέσω κοινωνικής αναταραχής και φθοράς στο κοινοβούλιο, ο κ. Παπανδρέου ανήγγειλε δημοψήφισμα για το νέο πακέτο διάσωσης. Η κα Μέρκελ και ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, αγανακτισμένοι από την απρόβλεπτη πια Ελλάδα, ενημέρωσαν τον Έλληνα πρωθυπουργό στις 2 Νοεμβρίου ότι το δημοψήφισμα θα πρέπει να κάνει σαφή την επιλογή που έχουν οι Έλληνες: εφαρμογή του προγράμματος διάσωσης ή έξοδος από το ευρώ. Ο κ. Παπανδρέου συμφώνησε. Όμως στο ταξίδι προς την Αθήνα το ίδιο βράδυ ο κ. Βενιζέλος συνέταξε ένα δελτίο Τύπου καταγγέλλοντας το δημοψήφισμα.
Η ανοικτή συζήτηση των ηγετών της ευρωζώνης ηγετών σχετικά με την αποπομπή της συγκλόνισε τη χώρα. Η καταναλωτική και επιχειρηματική δαπάνη σχεδόν ανακόπηκε εν μια νυκτί. Οι αποταμιευτές σχημάτισαν ουρές στις τράπεζες για να πάρουν σπίτι τους τις καταθέσεις τους. Ο κ. Σαμαράς, επίσης, σοκαρίστηκε. Μετά από μήνες καταγγελιών, στηρίζει εν τέλει μια δικομματική συμμαχία, απρόθυμων εταίρων με ένα νέο πρωθυπουργό τον πρώην κεντρικό τραπεζίτη κ. Λουκά Παπαδήμο. Αλλά ο κ. Παπαδήμος, πρώην μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, δεν είχε την πολιτική ισχύ για να προωθήσει την αναμόρφωση της οικονομίας και της Ελλάδας μέσα από ένα απρόθυμο Κοινοβουλίο.
Ήταν ο κ. Σαμαράς, ο οποίος επέμενε στην διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Απέρριψε τις ικεσίες του ΠΑΣΟΚ να εξαντλήσει η κυβέρνηση Παπαδήμου την κοινοβουλευτική θητεία μέχρι τα τέλη του 2013. Ο κ. Σαμαράς είχε την πεποίθηση ότι η Νέα Δημοκρατία θα μπορούσε να κερδίσει. Οι σύμβουλοι του δεν πίστευαν τις δημοσκοπήσεις, που έδειχναν κατάρρευση και των δύο μεγάλων κομμάτων και την αύξηση της δύναμης των κομμουνιστών, νεοναζί και άλλων ριζοσπαστικών ομάδων. Στις 6 Μαΐου, η Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ τα πήγαν ακόμα χειρότερα από ότι τόνιζαν οι δημοσκοπήσεις. Ο λαός κατηγορεί τα δύο κόμματα εξουσίας ότι έσυραν την Ελλάδα σε μια τέτοια κρίση χρέους και την κατέστρεψαν με τις προσπάθειες διάσωσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα