Σύμφωνα με μια νέα έρευνα της Novartis, η ενημέρωση σε παγκόσμιο επίπεδο σχετικά με την ψηφιακή καταπόνηση των ματιών βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα, παρόλο που η χρήση των ψηφιακών συσκευών έχει αυξηθεί δραματικά.
Ειδικότερα, με σκοπό να προσδιοριστούν τα κενά γνώσης που υπάρχουν ανάμεσα στο τι γνωρίζουν οι καταναλωτές σχετικά με την παρατεταμένη χρήση ψηφιακών συσκευών και τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει η χρήση αυτών τόσο στην υγεία των ματιών, όσο και στην όραση μακροπρόθεσμα, η Novartis συνεργάστηκε με τον Δρ. Esen Akpek, Καθηγητή Οφθαλμολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, και με το Ινστιτούτο IFTF που αποτελεί έναν φορέα παραγωγής σκέψης και προβληματισμού (think tank) στις ΗΠΑ, προκειμένου να διενεργήσει μια παγκόσμια έρευνα καταναλωτών για την καταπόνηση των ματιών λόγω χρήσης ψηφιακών συσκευών.
Η ψηφιακή καταπόνηση των ματιών περιγράφει ένα σύνολο προβλημάτων τα οποία προκύπτουν από την παρατεταμένη χρήση υπολογιστών, tablet, ηλεκτρονικών βιβλίων και κινητών τηλεφώνων. Συνήθως, η ψηφιακή καταπόνηση των ματιών εκδηλώνεται με προσωρινή φυσική ενόχληση, η οποία μπορεί να γίνει αισθητή μετά από πολύωρη έκθεση σε ψηφιακή οθόνη. Άλλα συμπτώματα της ψηφιακής καταπόνησης των ματιών είναι τα εξής: ερυθρότητα, ερεθισμός, ξηροφθαλμία, θολή όραση, οφθαλμική κόπωση, πόνος στη
μέση και τον αυχένα, καθώς και πονοκέφαλοι.Το επίπεδο δυσφορίας φαίνεται ότι αυξάνεται ανάλογα με τον βαθμό χρήσης των ψηφιακών οθονών.Η ψηφιακή καταπόνηση των ματιών μπορεί να προκληθεί από διάφορες ηλεκτρονικές συσκευές, ειδικά όταν αυτές χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα ή εναλλάσσονται επανειλημμένα μεταξύ τους. Μελέτες έχουν δείξει ότι η εκτεταμένη χρήση ψηφιακών συσκευών μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στον τρόπο του βλεφαρισμού, οδηγώντας στη μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης της ξηροφθαλμίας. Ο ρυθμός βλεφαρισμού κατά τη χρήση ψηφιακών οθονών για μεγάλα χρονικά διαστήματα μειώνεται σχεδόν κατά 40-60%. Ως φυσιολογικός ρυθμός βλεφαρισμού θεωρείται 10 έως 16 βλεφαρίσματα ανά λεπτό, ωστόσο, κατά τη χρήση ψηφιακών συσκευών, ο ρυθμός μειώνεται στους 5 με 9 βλεφαρισμούς ανά λεπτό.
Στην έρευνά μας, οι συμμετέχοντες ανέφεραν ότι εμφάνισαν συμπτώματα όπως ξηρά και ερεθισμένα μάτια, θολή όραση, οφθαλμική κόπωση και πονοκεφάλους έπειτα από μόλις δύο ώρες χρήσης μίας ή περισσοτέρων συσκευών. Παρά τα στοιχεία αυτά, η νέα παγκόσμια έρευνα αποκαλύπτει ότι στην πλειονότητά τους, οι ερωτηθέντες (64%) της έρευνας δεν γνώριζαν τα συμπτώματα καταπόνησης των ματιών, που οφείλονται στη χρήση ψηφιακών συσκευών και δεν τους απασχολούσαν οι επιπτώσεις της παρατεταμένης χρήσης ψηφιακών συσκευών.
«Με την αύξηση της χρήσης ψηφιακών συσκευών τόσο στο σπίτι όσο και στον χώρο εργασίας, καθίσταται όλο και περισσότερο αναγκαία η ενημέρωση σχετικά με τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις που επιφέρει η αυξανόμενη χρήση των ψηφιακών συσκευών στα μάτια», δήλωσε ο κος Γρηγόρης Ρομπόπουλος, Ιατρός-Ενδοκρινολόγος, Ιατρικός Διευθυντής της Novartis Hellas. «Ως ηγέτιδα εταιρεία και αξιόπιστος εταίρος στον τομέα της οφθαλμικής φροντίδας, παρέχουμε καινοτόμες θεραπείες για οφθαλμολογικές παθήσεις, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τις εξελισσόμενες ανάγκες των ασθενών σε παγκόσμιο επίπεδο». Υπάρχουν διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές που συμβάλλουν στην ανακούφιση των συμπτωμάτων6, όπως ιατροτεχνολογικά προϊόντα (λιπαντικές οφθαλμικές σταγόνες, λιπαντική οφθαλμική γέλη) που αποδεδειγμένα ανακουφίζουν από τα συμπτώματα της ξηροφθαλμίας. Η διαθεσιμότητα των προϊόντων μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τη χώρα.
Τα κύρια ευρήματα της έρευνας περιλαμβάνουν τα εξής:
– Στη Βραζιλία, 54% των συμμετεχόντων είναι ενήμεροι για την ψηφιακή καταπόνηση των ματιών, σε σύγκριση με το 22% των συμμετεχόντων στις ΗΠΑ.
– Οι χώρες με τη μεγαλύτερη χρήση πολλαπλών ψηφιακών συσκευών είναι η Βραζιλία (64%), η Κίνα (54%) και η Πολωνία (46%). Στην Αυστραλία αναφέρθηκε τη χαμηλότερη χρήση πολλαπλών ψηφιακών συσκευών με ποσοστό 33%.
– Στις ΗΠΑ, 53% των συμμετεχόντων εργάζονται σε θέσεις που απαιτούν πάνω από τέσσερις ώρες εργασίας μπροστά σε οθόνη, σε σύγκριση με το 73% στην Κίνα και τη Βραζιλία.
– 51% των καταναλωτών παγκοσμίως ανέφεραν ότι η χρήση ψηφιακών συσκευών έχει αυξηθεί σε σχέση με το προηγούμενο έτος, και το 32% αναμένει ότι η χρήση τους θα αυξηθεί στον επόμενο χρόνο.
– Ο πονοκέφαλος υπήρξε το πιο σύνηθες σύμπτωμα, με πάνω από το ήμισυ (55%) των συμμετεχόντων να τον αναφέρουν ως σύμπτωμα ύστερα από παρατεταμένη χρήση ψηφιακών συσκευών.
– το 64% των καταναλωτών παγκοσμίως υποχρεούνται να χρησιμοποιούν ψηφιακές συσκευές για πάνω από τέσσερις ώρες ημερησίως, ωστόσο, 43% των εργαζομένων δηλώνουν ότι η παραγωγικότητα τους μειώνεται μετά από τέσσερις ώρες εργασίας μπροστά σε μια οθόνη.
– Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων (74%) αναφέρει ότι οι εργοδότες τους δεν παρέχουν κανένα είδος εκπαίδευσης προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί η ψηφιακή καταπόνηση των ματιών. Παρόλα αυτά, σε ποσοστό 78% δηλώνουν ότι θα συμμετείχαν σε μια εκπαίδευση σχετικά με την αποφυγή καταπόνησης των ματιών μετά από πολύωρη χρήση ψηφιακών συσκευών, εφόσον αυτή παρεχόταν από τους εργοδότες.
– Οι «υπερχρήστες» (super users) καταναλώνουν τον περισσότερο χρόνο σε ψηφιακές συσκευές, πάνω από 23 ώρες συνδυαστικά με άλλες συσκευές την ημέρα (βάσει των συνδυαστικών απαντήσεων που έδωσαν οι ερωτηθέντες σχετικά με το πόσο χρόνο δαπανούν σε κάθε ψηφιακή συσκευή: smartphone, tablet, τηλεόραση κ.λπ.), ενώ παράλληλα αποτελούν το 10% του πληθυσμού κατά μέσο όρο στις χώρες όπου διεξήχθη η έρευνα.
Το ποσοστό των υπερχρηστών είναι υψηλότερο στις ΗΠΑ (14%) σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη χώρα.
Το ερωτηματολόγιο για την ψηφιακή καταπόνηση των ματιών διατέθηκε μέσω διαδικτύου από τις 15 Φεβρουαρίου έως τις 9 Μαρτίου 2016, συλλέγοντας συνολικά 6.000 συνεντεύξεις από ένα ευρύ καταναλωτικό κοινό, ηλικίας 18 ετών και άνω, από τις ακόλουθες χώρες: Ηνωμένες Πολιτείες, Αυστραλία, Βραζιλία, Κινα, Πολωνία και Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο στόχος της μελέτης ήταν η καλύτερη κατανόηση των συμπεριφορών χρήσης ψηφιακών συσκευών μεταξύ ενήλικων καταναλωτών σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς και η γενική ενημέρωση σχετικά με την ψηφιακή καταπόνηση των ματιών, προκειμένου οι καταναλωτές να εκπαιδευτούν κατάλληλα. Το περιθώριο σφάλματος για τα γενικά αποτελέσματα είναι +/- 1,27% (+/- 3,1% για τις μελέτες μεμονωμένων χωρών), με επίπεδο εμπιστοσύνης 95%.
πηγή: onmed.gr
Ειδικότερα, με σκοπό να προσδιοριστούν τα κενά γνώσης που υπάρχουν ανάμεσα στο τι γνωρίζουν οι καταναλωτές σχετικά με την παρατεταμένη χρήση ψηφιακών συσκευών και τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει η χρήση αυτών τόσο στην υγεία των ματιών, όσο και στην όραση μακροπρόθεσμα, η Novartis συνεργάστηκε με τον Δρ. Esen Akpek, Καθηγητή Οφθαλμολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, και με το Ινστιτούτο IFTF που αποτελεί έναν φορέα παραγωγής σκέψης και προβληματισμού (think tank) στις ΗΠΑ, προκειμένου να διενεργήσει μια παγκόσμια έρευνα καταναλωτών για την καταπόνηση των ματιών λόγω χρήσης ψηφιακών συσκευών.
Η ψηφιακή καταπόνηση των ματιών περιγράφει ένα σύνολο προβλημάτων τα οποία προκύπτουν από την παρατεταμένη χρήση υπολογιστών, tablet, ηλεκτρονικών βιβλίων και κινητών τηλεφώνων. Συνήθως, η ψηφιακή καταπόνηση των ματιών εκδηλώνεται με προσωρινή φυσική ενόχληση, η οποία μπορεί να γίνει αισθητή μετά από πολύωρη έκθεση σε ψηφιακή οθόνη. Άλλα συμπτώματα της ψηφιακής καταπόνησης των ματιών είναι τα εξής: ερυθρότητα, ερεθισμός, ξηροφθαλμία, θολή όραση, οφθαλμική κόπωση, πόνος στη
μέση και τον αυχένα, καθώς και πονοκέφαλοι.Το επίπεδο δυσφορίας φαίνεται ότι αυξάνεται ανάλογα με τον βαθμό χρήσης των ψηφιακών οθονών.Η ψηφιακή καταπόνηση των ματιών μπορεί να προκληθεί από διάφορες ηλεκτρονικές συσκευές, ειδικά όταν αυτές χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα ή εναλλάσσονται επανειλημμένα μεταξύ τους. Μελέτες έχουν δείξει ότι η εκτεταμένη χρήση ψηφιακών συσκευών μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στον τρόπο του βλεφαρισμού, οδηγώντας στη μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης της ξηροφθαλμίας. Ο ρυθμός βλεφαρισμού κατά τη χρήση ψηφιακών οθονών για μεγάλα χρονικά διαστήματα μειώνεται σχεδόν κατά 40-60%. Ως φυσιολογικός ρυθμός βλεφαρισμού θεωρείται 10 έως 16 βλεφαρίσματα ανά λεπτό, ωστόσο, κατά τη χρήση ψηφιακών συσκευών, ο ρυθμός μειώνεται στους 5 με 9 βλεφαρισμούς ανά λεπτό.
Στην έρευνά μας, οι συμμετέχοντες ανέφεραν ότι εμφάνισαν συμπτώματα όπως ξηρά και ερεθισμένα μάτια, θολή όραση, οφθαλμική κόπωση και πονοκεφάλους έπειτα από μόλις δύο ώρες χρήσης μίας ή περισσοτέρων συσκευών. Παρά τα στοιχεία αυτά, η νέα παγκόσμια έρευνα αποκαλύπτει ότι στην πλειονότητά τους, οι ερωτηθέντες (64%) της έρευνας δεν γνώριζαν τα συμπτώματα καταπόνησης των ματιών, που οφείλονται στη χρήση ψηφιακών συσκευών και δεν τους απασχολούσαν οι επιπτώσεις της παρατεταμένης χρήσης ψηφιακών συσκευών.
«Με την αύξηση της χρήσης ψηφιακών συσκευών τόσο στο σπίτι όσο και στον χώρο εργασίας, καθίσταται όλο και περισσότερο αναγκαία η ενημέρωση σχετικά με τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις που επιφέρει η αυξανόμενη χρήση των ψηφιακών συσκευών στα μάτια», δήλωσε ο κος Γρηγόρης Ρομπόπουλος, Ιατρός-Ενδοκρινολόγος, Ιατρικός Διευθυντής της Novartis Hellas. «Ως ηγέτιδα εταιρεία και αξιόπιστος εταίρος στον τομέα της οφθαλμικής φροντίδας, παρέχουμε καινοτόμες θεραπείες για οφθαλμολογικές παθήσεις, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τις εξελισσόμενες ανάγκες των ασθενών σε παγκόσμιο επίπεδο». Υπάρχουν διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές που συμβάλλουν στην ανακούφιση των συμπτωμάτων6, όπως ιατροτεχνολογικά προϊόντα (λιπαντικές οφθαλμικές σταγόνες, λιπαντική οφθαλμική γέλη) που αποδεδειγμένα ανακουφίζουν από τα συμπτώματα της ξηροφθαλμίας. Η διαθεσιμότητα των προϊόντων μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τη χώρα.
Τα κύρια ευρήματα της έρευνας περιλαμβάνουν τα εξής:
– Στη Βραζιλία, 54% των συμμετεχόντων είναι ενήμεροι για την ψηφιακή καταπόνηση των ματιών, σε σύγκριση με το 22% των συμμετεχόντων στις ΗΠΑ.
– Οι χώρες με τη μεγαλύτερη χρήση πολλαπλών ψηφιακών συσκευών είναι η Βραζιλία (64%), η Κίνα (54%) και η Πολωνία (46%). Στην Αυστραλία αναφέρθηκε τη χαμηλότερη χρήση πολλαπλών ψηφιακών συσκευών με ποσοστό 33%.
– Στις ΗΠΑ, 53% των συμμετεχόντων εργάζονται σε θέσεις που απαιτούν πάνω από τέσσερις ώρες εργασίας μπροστά σε οθόνη, σε σύγκριση με το 73% στην Κίνα και τη Βραζιλία.
– 51% των καταναλωτών παγκοσμίως ανέφεραν ότι η χρήση ψηφιακών συσκευών έχει αυξηθεί σε σχέση με το προηγούμενο έτος, και το 32% αναμένει ότι η χρήση τους θα αυξηθεί στον επόμενο χρόνο.
– Ο πονοκέφαλος υπήρξε το πιο σύνηθες σύμπτωμα, με πάνω από το ήμισυ (55%) των συμμετεχόντων να τον αναφέρουν ως σύμπτωμα ύστερα από παρατεταμένη χρήση ψηφιακών συσκευών.
– το 64% των καταναλωτών παγκοσμίως υποχρεούνται να χρησιμοποιούν ψηφιακές συσκευές για πάνω από τέσσερις ώρες ημερησίως, ωστόσο, 43% των εργαζομένων δηλώνουν ότι η παραγωγικότητα τους μειώνεται μετά από τέσσερις ώρες εργασίας μπροστά σε μια οθόνη.
– Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων (74%) αναφέρει ότι οι εργοδότες τους δεν παρέχουν κανένα είδος εκπαίδευσης προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί η ψηφιακή καταπόνηση των ματιών. Παρόλα αυτά, σε ποσοστό 78% δηλώνουν ότι θα συμμετείχαν σε μια εκπαίδευση σχετικά με την αποφυγή καταπόνησης των ματιών μετά από πολύωρη χρήση ψηφιακών συσκευών, εφόσον αυτή παρεχόταν από τους εργοδότες.
– Οι «υπερχρήστες» (super users) καταναλώνουν τον περισσότερο χρόνο σε ψηφιακές συσκευές, πάνω από 23 ώρες συνδυαστικά με άλλες συσκευές την ημέρα (βάσει των συνδυαστικών απαντήσεων που έδωσαν οι ερωτηθέντες σχετικά με το πόσο χρόνο δαπανούν σε κάθε ψηφιακή συσκευή: smartphone, tablet, τηλεόραση κ.λπ.), ενώ παράλληλα αποτελούν το 10% του πληθυσμού κατά μέσο όρο στις χώρες όπου διεξήχθη η έρευνα.
Το ποσοστό των υπερχρηστών είναι υψηλότερο στις ΗΠΑ (14%) σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη χώρα.
Το ερωτηματολόγιο για την ψηφιακή καταπόνηση των ματιών διατέθηκε μέσω διαδικτύου από τις 15 Φεβρουαρίου έως τις 9 Μαρτίου 2016, συλλέγοντας συνολικά 6.000 συνεντεύξεις από ένα ευρύ καταναλωτικό κοινό, ηλικίας 18 ετών και άνω, από τις ακόλουθες χώρες: Ηνωμένες Πολιτείες, Αυστραλία, Βραζιλία, Κινα, Πολωνία και Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο στόχος της μελέτης ήταν η καλύτερη κατανόηση των συμπεριφορών χρήσης ψηφιακών συσκευών μεταξύ ενήλικων καταναλωτών σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς και η γενική ενημέρωση σχετικά με την ψηφιακή καταπόνηση των ματιών, προκειμένου οι καταναλωτές να εκπαιδευτούν κατάλληλα. Το περιθώριο σφάλματος για τα γενικά αποτελέσματα είναι +/- 1,27% (+/- 3,1% για τις μελέτες μεμονωμένων χωρών), με επίπεδο εμπιστοσύνης 95%.
πηγή: onmed.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα