Η αυξημένη δαπάνη για συντάξεις μέσα στην πανδημία, κυρίως λόγω πτώσης του εθνικού προϊόντος (ΑΕΠ) και μείωσης των εισφορών, «ανοίγει» ζητήματα αλλαγών στο ασφαλιστικό.
Κοινή επωδός όλων είναι: α/η υψηλή δαπάνη για συντάξεις εν γένει, β/αυτό καθεαυτό το ύψος της (μέσης) σύνταξης, το οποίο είναι κοντά στο μέσο μισθό του ιδιωτικό τομέα, γ/το δημογραφικό κ.α. Η δε μείωση των εισφορών, χωρίς εναλλακτικές ενίσχυσης των εσόδων του ΕΦΚΑ και του επικουρικού ΕΤΕΑΕΠ, έχει γίνει σταθερός κυβερνητικός προκειμένου να ενισχυθούν τα επιχειρηματικά κόρδα και να τονωθεί η απασχόληση.
Την αρχή έχει κάνει ο καθηγητής Χριστόφορος Πισσαρίδης ο οποίος ανέλαβε να συντάξει την έκθεση για την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας, ακολούθησε ο αρμόδιος υπουργός Εργασίας Κ.Χατζηδάκης και τον κύκλο, προς στιγμήν, ολοκλήρωσε ο πρώην υπουργός Εργασίας Τ.Γιαννίτσης, ο οποίος έγινε γνωστός από την αποτυχημένη, πολιτικά, απόπειρα ανατροπών στο ασφαλιστικό πριν από 20 χρόνια.
Αναλυτικά:
Α)Η Επιτροπή Πισσαρίδη παρεμβαίνει «χειρουργικά» σε τέσσερα σημεία:
1.Εισηγείται, ουσιαστικά, μικρότερες συντάξεις για όσους βγαίνουν στη σύνταξη στα 62 ή 65 έτη, εν σχέσει με όσους συνταξιοδοτούνται στο 67ο έτος της ηλικίας, ανεξαρτήτως εάν έχουν τα ίδια έτη ασφάλισης (π.χ. 40 έτη) και έχουν πληρώσει τις ίδιες εισφορές.
2.Εντοπίζει πρόβλημα στο σύστημα αναγνώρισης των πλασματικών ετών (με εξαγορά), γιατί θεωρεί ότι οδηγεί σε ένα τεχνητό επίπεδο μεγάλου χρόνου ασφάλισης.
3.Προτείνει ενίσχυση του ανταποδοτικού τμήματος της σύνταξης, χωρίς να αυξηθεί η συνολική συνταξιοδοτική δαπάνη. Δηλαδή ζητεί να μειωθεί η εθνική σύνταξη (345 € για 15 έτη ασφάλισης και 384 για 20 χρόνια).
4.Εισαγείται με διθυράμβους την εισαγωγή του κεφαλαιοποιητικού συστήματος στις επικουρικές συντάξεις.
Β)Ο υπουργός Εργασίας Κ.Χατζηδάκης σε πρόσφατη συνέντευξή του ανέφερε χαρακτηριστικά: «…δε γίναμε ξαφνικά Ελβετία και Σουηδία. Έχουν γίνει ρυθμίσεις των ασφαλιστικών εισφορών και των φορολογικών υποχρεώσεων. Πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι όταν μειώνονται οι εισπράξεις και αυξάνονται ταυτόχρονα οι υποχρεώσεις, υπάρχει ένα κενό. Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις. Έχουμε μεγαλύτερη ευελιξία δημοσιονομικά από την ΕΕ (σ.σ. προσωρινά και λόγω πανδημίας) σε σχέση με το παρελθόν», πρόσθεσε.
Γ)Ο πρώην υπουργός Εργασίας Τάσος Γιαννίτσης εντοπίζει (Καθημερινή) αύξηση της δημόσιας δαπάνης για συντάξεις κατά τρεις (3) ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε ένα χρόνο, από 10,5% του ΑΕΠ το 2019 σε 13,5% πέρυσι.
Αυτό από μόνο του, ενδεχομένως, δεν λέει τίποτε, όσο οι αγορές δανείζουν την χώρα με επιτόκια κάτω της μονάδας (λόγω μεταπώλησης των κρατικών τίτλων στον Ευρωπαϊκής Κεντρική Τράπεζα), ενώ οι θεσμοί επιτρέπουν την δημιουργία δημόσιων ελλειμμάτων (-9% το 2020, έναντι πλεονάσματος 5,3% το 2019, το οποίο τελικά περιορίστηκε στο 3,8% μετά από δύο «κοινωνικά μερίσματα» που δόθηκαν, το πρώτο προεκλογικά τον Μάιο του 2019 και το δεύτερο τοον Δεκέμβριο του ίδιου έτους).
Ωστόσο η χώρα έχει υπογράψει (μνημόνια) συρρίκνωση των κρατικών δαπανών στο 5,5% του ΑΕΠ και συνολικές συνταξιοδοτικές δαπάνες στο 16,2%.
Κατά συνέπεια, απαιτούνται μέτρα ύψους 3% του ΑΕΠ (κοντά στα 5 δις ευρώ) προκειμένου να επανέλθει η δαπάνη στον ευρωπαϊκό στόχο, κυρίως λόγω αυξημένων δαπανών του κράτους, το οποίο έρχεται να καλύψει τις χαμένες (λόγω κρίσης και πανδημίας) εισφορές. (Μέρος μόνο αυτού του ελλείμματος θα καλυφθεί με την οικονομική αναθέρμανση μετά το 2022).
Από την άλλη, μόνο και μόνο η απόδοση όλων των κυρίων συντάξεων στους εν αναμμένη συνταξιούχους (περίπου 178.000 αιτήσεις στον ΕΦΚΑ), σημαίνει πρόσθετες πληρωμές άνω του 1% του ΑΕΠ κάθε χρόνο.
Όλα αυτά τα αρνητικά δεδομένα επικαιροποιούν τους συντηρητικούς σχεδιασμούς για νέες παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό με στόχο την συρρίκνωση των συντάξεων. Οι οποίες, εξάλλου, με βάσει την νεοφιλελεύθερη θεωρία, αντιμετωπίζονται σαν καταναλωτικές και μη παραγωγικές δαπάνες…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα