Η πρόσφατη συνέντευξη της κυρίας Ελένης Γλύκατζη-Αρβελέρ στην οποία ανέφερε ότι, κατά την άποψή της, στη Βεργίνα είναι θαμμένος ο Μέγας Αλέξανδρος και όχι ο πατέρας του Φίλιππος Β’ όπως πιστεύουν όλοι σχεδόν οι επιστήμονες, προκάλεσε τεράστιο ενδιαφέρον και πολλές συζητήσεις. Βέβαια η κυρία Αρβελέρ έχει αναπτύξει τη θεωρία της αυτή και παλαιότερα. Στο βιβλίο της, «Ο ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ», Εκδόσεις GUTENBERG 2018, αφιερώνει το ΕΠΙΜΕΤΡΟ στο συγκεκριμένο θέμα , με τίτλο: «Πού είναι θαμμένος ο Αλέξανδρος»;
Με το «πού είναι θαμμένος ο Αλέξανδρος;» έχουν ασχοληθεί χιλιάδες κορυφαίοι επιστήμονες από όλο τον κόσμο, κάτι που δείχνει πόσο σημαντική προσωπικότητα ήταν ο Μακεδόνας στρατηλάτης, ο οποίος δυστυχώς στην ίδια του τη χώρα χλευάζεται, αμφισβητείται και αποκαλείται με ονόματα (π.χ. Μεγαλέκος) που θυμίζουν περιπτερά ή θαμώνα καφενείου και δεν αρμόζουν στη μεγαλύτερη στρατιωτική ιδιοφυΐα όλων των εποχών… Ας δούμε όμως περισσότερες λεπτομέρειες για το τι γράφουν αρχαίοι και μεταγενέστεροι συγγραφείς για τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ο θάνατος του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Η αρπαγή της σορού του Αλέξανδρου από τον Πτολεμαίο
Ο Μέγας Αλέξανδρος πέθανε στη Βαβυλώνα τον Ιούνιο του 323 π.Χ. Το σώμα του καθαρίστηκε και τοποθετήθηκε σ’ ένα φέρετρο από σφυρηλατημένο χρυσάφι κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, γυάλινο σύμφωνα με άλλους ιστορικούς, γεμάτο με μέλι. Αφού παρέμεινε για περίπου δύο χρόνια στη Βαβυλώνα, το 321 π.Χ. ο Περδίκκας, που εκτελούσε χρέη αντιβασιλέα, έδωσε εντολή να ξεκινήσει η πομπή με τη σορό του Αλέξανδρου για τη Μακεδονία προκειμένου να ταφεί στις Αιγές όπως και οι πρόγονοί του. Όταν όμως η πομπή έφτασε κοντά στη Δαμασκό, ο στρατηγός Αρριδαίος μετά από εντολή του Πτολεμαίου άρπαξε τη νεκρική άμαξα και τη μετέφερε στην Αίγυπτο. Έτσι, ο Πτολεμαίος είχε στην κατοχή του το νεκρό σώμα του Αλέξανδρου, ενώ ο Περδίκκας και ο Ευμένης είχαν στην κατοχή τους τον θώρακα, το διάδημα και τα βασιλικά σκήπτρα. Ο Περδίκκας εκστράτευσε εναντίον του Πτολεμαίου μετά την αρπαγή της σορού, έπαθε όμως πανωλεθρία κοντά στον Νείλο και τελικά δολοφονήθηκε από αξιωματικούς του μέσα στη σκηνή του.
Πού τάφηκε ο Αλέξανδρος;
Ορισμένοι συγγραφείς αναφέρουν ότι ο Αλέξανδρος είχε ζητήσει να ενταφιαστεί στον ναό του Άμμωνος Διός στην όαση της Σίβα. Όμως ο Πτολεμαίος έθαψε αρχικά τον Αλέξανδρο στη Μέμφιδα, πρωτεύουσα τότε της Αιγύπτου σύμφωνα με τον νόμο των Μακεδόνων. Δεν έγινε καύση της σορού αφού το σώμα του Αλέξανδρου είχε ταριχευτεί και πιθανότατα είχε φτιαχτεί τάφος με τύμβο. Ο Thiersch διατύπωσε την άποψη ότι η αρχική πρόθεση του Πτολεμαίου ήταν να παραμείνει το σώμα του Αλέξανδρου στη Μέμφιδα όμως κάτι τέτοιο δεν έγινε τελικά. Κατά την επικρατέστερη εκδοχή μεταξύ 298-274 π.Χ. η σορός μεταφέρθηκε από τον Πτολεμαίο τον Φιλάδελφο στην Αλεξάνδρεια, την πόλη που είχε χτίσει ο ίδιος ο Αλέξανδρος στην Αίγυπτο. Προς τιμήν του μεγάλου στρατηλάτη κατασκευάστηκε τέμενος (τόπος που ανήκε σε θεούς ή βασιλείς), άξιο της δόξας του.
Προφανώς η περιοχή περικλείστηκε με τείχος και τα κτίσματα που βρίσκονταν σ’ αυτή ήταν μεγαλοπρεπή και πολυτελή. Πολύ ενδιαφέρουσες είναι οι πληροφορίες που μας δίνει ο Στράβωνας που επισκέφθηκε την Αλεξάνδρεια το 24 π.Χ. και έζησε εκεί έξι χρόνια: «… μέρος των βασιλείων είναι και το καλούμενο Σήμα (Σώμα αναφέρεται στα χειρόγραφα) που ήταν περίβολος όπου και οι ταφές των βασιλέων (των Πτολεμαίων) και η (ταφή) του Αλέξανδρου. Στη συνέχεια ο Στράβων αναφέρει ότι ο Πτολεμαίος κήδεψε τον Αλέξανδρο «όπου νυν έτι (ακόμα) κείται» όχι όμως στην ίδια λάρνακα. Τη χρυσή, την αφαίρεσε το 89 π.Χ. ο Πτολεμαίος Ι’ για να οικειοποιηθεί το πολύτιμο μέταλλο. Ο Στράβωνας δίνει την εντύπωση ότι στο Σώμα εκτός από τον Αλέξανδρο ήταν θαμμένοι και όλοι οι Πτολεμαίοι και ότι αυτό αποτελούσε το βασιλικό νεκροταφείο. Το ίδιο αναφέρουν οι Ψευδοκαλλισθένης, ο Πολύβιος, ο Διόδωρος κ.ά.
Η αρπαγή της σορού του Αλέξανδρου από τον Πτολεμαίο
Ο Μέγας Αλέξανδρος πέθανε στη Βαβυλώνα τον Ιούνιο του 323 π.Χ. Το σώμα του καθαρίστηκε και τοποθετήθηκε σ’ ένα φέρετρο από σφυρηλατημένο χρυσάφι κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, γυάλινο σύμφωνα με άλλους ιστορικούς, γεμάτο με μέλι. Αφού παρέμεινε για περίπου δύο χρόνια στη Βαβυλώνα, το 321 π.Χ. ο Περδίκκας, που εκτελούσε χρέη αντιβασιλέα, έδωσε εντολή να ξεκινήσει η πομπή με τη σορό του Αλέξανδρου για τη Μακεδονία προκειμένου να ταφεί στις Αιγές όπως και οι πρόγονοί του. Όταν όμως η πομπή έφτασε κοντά στη Δαμασκό, ο στρατηγός Αρριδαίος μετά από εντολή του Πτολεμαίου άρπαξε τη νεκρική άμαξα και τη μετέφερε στην Αίγυπτο. Έτσι, ο Πτολεμαίος είχε στην κατοχή του το νεκρό σώμα του Αλέξανδρου, ενώ ο Περδίκκας και ο Ευμένης είχαν στην κατοχή τους τον θώρακα, το διάδημα και τα βασιλικά σκήπτρα. Ο Περδίκκας εκστράτευσε εναντίον του Πτολεμαίου μετά την αρπαγή της σορού, έπαθε όμως πανωλεθρία κοντά στον Νείλο και τελικά δολοφονήθηκε από αξιωματικούς του μέσα στη σκηνή του.
Πού τάφηκε ο Αλέξανδρος;
Ορισμένοι συγγραφείς αναφέρουν ότι ο Αλέξανδρος είχε ζητήσει να ενταφιαστεί στον ναό του Άμμωνος Διός στην όαση της Σίβα. Όμως ο Πτολεμαίος έθαψε αρχικά τον Αλέξανδρο στη Μέμφιδα, πρωτεύουσα τότε της Αιγύπτου σύμφωνα με τον νόμο των Μακεδόνων. Δεν έγινε καύση της σορού αφού το σώμα του Αλέξανδρου είχε ταριχευτεί και πιθανότατα είχε φτιαχτεί τάφος με τύμβο. Ο Thiersch διατύπωσε την άποψη ότι η αρχική πρόθεση του Πτολεμαίου ήταν να παραμείνει το σώμα του Αλέξανδρου στη Μέμφιδα όμως κάτι τέτοιο δεν έγινε τελικά. Κατά την επικρατέστερη εκδοχή μεταξύ 298-274 π.Χ. η σορός μεταφέρθηκε από τον Πτολεμαίο τον Φιλάδελφο στην Αλεξάνδρεια, την πόλη που είχε χτίσει ο ίδιος ο Αλέξανδρος στην Αίγυπτο. Προς τιμήν του μεγάλου στρατηλάτη κατασκευάστηκε τέμενος (τόπος που ανήκε σε θεούς ή βασιλείς), άξιο της δόξας του.
Προφανώς η περιοχή περικλείστηκε με τείχος και τα κτίσματα που βρίσκονταν σ’ αυτή ήταν μεγαλοπρεπή και πολυτελή. Πολύ ενδιαφέρουσες είναι οι πληροφορίες που μας δίνει ο Στράβωνας που επισκέφθηκε την Αλεξάνδρεια το 24 π.Χ. και έζησε εκεί έξι χρόνια: «… μέρος των βασιλείων είναι και το καλούμενο Σήμα (Σώμα αναφέρεται στα χειρόγραφα) που ήταν περίβολος όπου και οι ταφές των βασιλέων (των Πτολεμαίων) και η (ταφή) του Αλέξανδρου. Στη συνέχεια ο Στράβων αναφέρει ότι ο Πτολεμαίος κήδεψε τον Αλέξανδρο «όπου νυν έτι (ακόμα) κείται» όχι όμως στην ίδια λάρνακα. Τη χρυσή, την αφαίρεσε το 89 π.Χ. ο Πτολεμαίος Ι’ για να οικειοποιηθεί το πολύτιμο μέταλλο. Ο Στράβωνας δίνει την εντύπωση ότι στο Σώμα εκτός από τον Αλέξανδρο ήταν θαμμένοι και όλοι οι Πτολεμαίοι και ότι αυτό αποτελούσε το βασιλικό νεκροταφείο. Το ίδιο αναφέρουν οι Ψευδοκαλλισθένης, ο Πολύβιος, ο Διόδωρος κ.ά.
Ο φάρος της Αλεξάνδρειας
Ο παροιμιογράφος του 2ου μ.Χ. αιώνα Ζηνόβιος αναφερόμενος στον Πτολεμαίο Δ’ τον Φιλοπάτορα (221-204 π.Χ.) γράφει ότι δηλητηρίασε τη μητέρα του με «θανάσιμον βοτάνην» και για να εξιλεωθεί κατασκεύασε στο μέσον της πόλης (Αλεξάνδρειας) «μνήμα» το οποίο κατά τον Ζηνόβιο «Σήμα» καλείται. Αυτό δέχονται ο Fraser και ο Α.Μ. Chugg. Θεωρούν ότι ο Αλέξανδρος μετά τη Μέμφιδα, τάφηκε από τον Πτολεμαίο Α’ στην Αλεξάνδρεια και ύστερα από πολλά χρόνια ο Πτολεμαίος Δ’ έφτιαξε άλλο μνημείο όπου ενταφίασε τη μητέρα, τους προπάτορές του και το σώμα του Αλέξανδρου.
Ο Ζηνόβιος τοποθετεί το «Σήμα», το μνήμα δηλαδή, «εν μέση τη πόλει» συνεπώς δεν θα πρέπει να βρισκόταν κοντά στη θάλασσα. Ενδιαφέρουσα περιγραφή δίνει και ο Αχιλλέας Τάτιος στο μυθιστόρημα «Κατά Λευκίππην και Κλειτοφώντα» που γράφτηκε στο β’ μισό του 2ου μ.Χ. αιώνα. Παραθέτει σημαντικά στοιχεία για την Αλεξάνδρεια και τον «Αλέξανδρου Τόπον». Ο Zogheb και άλλοι ερευνητές ταυτίζουν τον δρόμο όπου βρισκόταν αυτός με την κεντρική επιμήκη οδό, τη γνωστήu ως Κανωβική-Κανωπική, την οποία ταυτίζει με τη σημερινή οδό el Hurriya ή Fouad el Awal, γνωστή παλιότερα ως Rosette. Στη διασταύρωση της με μία εγκάρσια πλατιά οδό, τοποθετεί ο Αχιλλέας Τάτιος το «Σήμα» του Αλέξανδρου. Μία άλλη, τέλος, εκδοχή τοποθετεί τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου στο νότιο τμήμα της ανατολικής ζώνης της πόλης δηλαδή βόρεια ή και βορειοδυτικά της μεταγενέστερης πύλης της Ροζέτης.
Ρωμαίοι αυτοκράτορες που επισκέφθηκαν τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Ο πρώτος Ρωμαίος ηγέτης που επισκέφθηκε τον τάφο του Αλέξανδρου ήταν ο Ιούλιος Καίσαρ που τον θαύμαζε. Όταν μάλιστα είχε δει στον ναό του Ηρακλή στα Γάδειρα (το σημερινό Γιβραλτάρ) εικόνα του Αλέξανδρου «αναστέναξε και οδυρόταν» γιατί ως εκείνη τη στιγμή ο ίδιος ο Καίσαρ δεν είχε κάνει μεγάλα έργα, όπως γράφει ο ιστορικός Σουητώνιος. Ο Λατίνος ποιητής Λουκανός (Lucannus) αναφέρει ότι ενώ ο Καίσαρ βρισκόταν στην Αλεξάνδρεια κατέβηκε στον σκαμμένο τύμβο (ή τάφο) στο άντρο «όπου βρισκόταν ο παράφρων (δεινός) βλαστός του Φιλίππου της Πέλλας που το σώμα του έθαψαν στα άδυτα». Από την περιγραφή αυτή γίνεται φανερό ότι ο Αλέξανδρος είχε ταφεί σε υπόγειο τάφο πιθανώς κάτω από τύμβο κατά τον παραδοσιακό τρόπο των Μακεδόνων.
Ο δεύτερος Ρωμαίος ηγεμόνας που επισκέφθηκε τον τάφο του Αλέξανδρου ήταν ο Οκταβιανός Αύγουστος μετά την κατάληψη της Αιγύπτου. Ο Σουητώνιος αναφέρει ότι «… δείχνοντας του τον τάφο και το σώμα του Αλεξάνδρου του Μεγάλου, που τον έφεραν μπροστά του, του απέδωσε σεβασμό βάζοντας στο κεφάλι του χρυσό στεφάνι και ραίνοντάς το με λουλούδια, όταν όμως ρωτήθηκε αν ήθελε να επισκεφθεί τους Πτολεμαίους, απάντησε ότι ήθελε να δει βασιλιά, όχι νεκρούς». Το ίδιο περιστατικό μνημονεύει και ο Δίων ο Κάσσιος που προσθέτει ότι ο Αύγουστος είδε το σώμα του Αλέξανδρου και το άγγιξε «με αποτέλεσμα, όπως λένε να σπάσει τμήμα της μύτης του».
Ο παροιμιογράφος του 2ου μ.Χ. αιώνα Ζηνόβιος αναφερόμενος στον Πτολεμαίο Δ’ τον Φιλοπάτορα (221-204 π.Χ.) γράφει ότι δηλητηρίασε τη μητέρα του με «θανάσιμον βοτάνην» και για να εξιλεωθεί κατασκεύασε στο μέσον της πόλης (Αλεξάνδρειας) «μνήμα» το οποίο κατά τον Ζηνόβιο «Σήμα» καλείται. Αυτό δέχονται ο Fraser και ο Α.Μ. Chugg. Θεωρούν ότι ο Αλέξανδρος μετά τη Μέμφιδα, τάφηκε από τον Πτολεμαίο Α’ στην Αλεξάνδρεια και ύστερα από πολλά χρόνια ο Πτολεμαίος Δ’ έφτιαξε άλλο μνημείο όπου ενταφίασε τη μητέρα, τους προπάτορές του και το σώμα του Αλέξανδρου.
Ο Ζηνόβιος τοποθετεί το «Σήμα», το μνήμα δηλαδή, «εν μέση τη πόλει» συνεπώς δεν θα πρέπει να βρισκόταν κοντά στη θάλασσα. Ενδιαφέρουσα περιγραφή δίνει και ο Αχιλλέας Τάτιος στο μυθιστόρημα «Κατά Λευκίππην και Κλειτοφώντα» που γράφτηκε στο β’ μισό του 2ου μ.Χ. αιώνα. Παραθέτει σημαντικά στοιχεία για την Αλεξάνδρεια και τον «Αλέξανδρου Τόπον». Ο Zogheb και άλλοι ερευνητές ταυτίζουν τον δρόμο όπου βρισκόταν αυτός με την κεντρική επιμήκη οδό, τη γνωστήu ως Κανωβική-Κανωπική, την οποία ταυτίζει με τη σημερινή οδό el Hurriya ή Fouad el Awal, γνωστή παλιότερα ως Rosette. Στη διασταύρωση της με μία εγκάρσια πλατιά οδό, τοποθετεί ο Αχιλλέας Τάτιος το «Σήμα» του Αλέξανδρου. Μία άλλη, τέλος, εκδοχή τοποθετεί τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου στο νότιο τμήμα της ανατολικής ζώνης της πόλης δηλαδή βόρεια ή και βορειοδυτικά της μεταγενέστερης πύλης της Ροζέτης.
Ρωμαίοι αυτοκράτορες που επισκέφθηκαν τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Ο πρώτος Ρωμαίος ηγέτης που επισκέφθηκε τον τάφο του Αλέξανδρου ήταν ο Ιούλιος Καίσαρ που τον θαύμαζε. Όταν μάλιστα είχε δει στον ναό του Ηρακλή στα Γάδειρα (το σημερινό Γιβραλτάρ) εικόνα του Αλέξανδρου «αναστέναξε και οδυρόταν» γιατί ως εκείνη τη στιγμή ο ίδιος ο Καίσαρ δεν είχε κάνει μεγάλα έργα, όπως γράφει ο ιστορικός Σουητώνιος. Ο Λατίνος ποιητής Λουκανός (Lucannus) αναφέρει ότι ενώ ο Καίσαρ βρισκόταν στην Αλεξάνδρεια κατέβηκε στον σκαμμένο τύμβο (ή τάφο) στο άντρο «όπου βρισκόταν ο παράφρων (δεινός) βλαστός του Φιλίππου της Πέλλας που το σώμα του έθαψαν στα άδυτα». Από την περιγραφή αυτή γίνεται φανερό ότι ο Αλέξανδρος είχε ταφεί σε υπόγειο τάφο πιθανώς κάτω από τύμβο κατά τον παραδοσιακό τρόπο των Μακεδόνων.
Ο δεύτερος Ρωμαίος ηγεμόνας που επισκέφθηκε τον τάφο του Αλέξανδρου ήταν ο Οκταβιανός Αύγουστος μετά την κατάληψη της Αιγύπτου. Ο Σουητώνιος αναφέρει ότι «… δείχνοντας του τον τάφο και το σώμα του Αλεξάνδρου του Μεγάλου, που τον έφεραν μπροστά του, του απέδωσε σεβασμό βάζοντας στο κεφάλι του χρυσό στεφάνι και ραίνοντάς το με λουλούδια, όταν όμως ρωτήθηκε αν ήθελε να επισκεφθεί τους Πτολεμαίους, απάντησε ότι ήθελε να δει βασιλιά, όχι νεκρούς». Το ίδιο περιστατικό μνημονεύει και ο Δίων ο Κάσσιος που προσθέτει ότι ο Αύγουστος είδε το σώμα του Αλέξανδρου και το άγγιξε «με αποτέλεσμα, όπως λένε να σπάσει τμήμα της μύτης του».
Ο Ιούλιος Καίσαρας
Ο αυτοκράτορας Σεπτίμιος Σεβήρος επισκέφθηκε την Αλεξάνδρεια το 199-200. Ο Δίων ο Κάσσιος γράφει ότι ήθελε να διερευνήσει τα πάντα. Αφαίρεσε όλα τα βιβλία που περιείχαν κάτι απόρρητο, όσα μπόρεσε να βρει από τα ιερά (άδυτα) και ασφάλισε το μνήμα του Αλέξανδρου ώστε κανείς στο μέλλον ούτε το σώμα του να δει ούτε να διαβάσει όσα είχαν γραφτεί σ’ εκείνα τα βιβλία. Ο Σεπτίμιος Σεβήρος επέλεξε τον τάφο του Αλέξανδρο ως μια ασφαλή κρύπτη. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο τάφος ήταν υπόγειος και είχε μεγάλες διαστάσεις. Τέλος είναι βέβαιο ότι δεν είχαν ενταφιαστεί άλλοι μαζί με τον Αλέξανδρο.
Ο τελευταίος Ρωμαίος αυτοκράτορας που επισκέφθηκε τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου ήταν ο Καρακάλλας το 215 μ.Χ. Τότε ήταν 12 ετών και συνόδευε πιθανότατα τον πατέρα του Σεπτίμιο Σεβήρο. Μεγαλώνοντας ο Καρακάλλας ταύτισε παθολογικά τον εαυτό του με τον Αλέξανδρο. Ο Δίων αναφέρει ότι ο φρενοβλαβής Καρακάλλας ήθελε να μιμηθεί τον Μακεδόνα βασιλιά χρησιμοποιώντας όπλα και σκεύη που πίστευε ότι ανήκαν σ’ αυτόν καθώς και εικόνες του! Ταυτόχρονα ίδρυσε στη Ρώμη μια φάλαγγα από 16 χιλιάδες Μακεδόνες που την ονόμασε «φάλαγγα Αλεξάνδρου» την οποία εφοδίασε με όπλα που χρησιμοποιούνταν στα χρόνια του Αλέξανδρου! Τέλος, διέταξε να φτιαχτούν αγάλματα, το κεφάλι των οποίων είχε δύο πρόσωπα: του Αλέξανδρου και το δικό του! Ο Καρακάλλας μισούσε τους κατοίκους της Αλεξάνδρειας γιατί τον χλεύαζαν για τη γελοία συμπεριφορά του.
Το 215 μ.Χ. πήγε στην πόλη με τον στρατό του. Θυσίασε στους ναούς και αφού πήγε στο «Αλεξάνδρου μνήμα» έβγαλε και τοποθέτησε πάνω στη σορό τη χλαμύδα, τα δαχτυλίδια με τους πολύτιμους λίθους, τη ζώνη του και ό, τι άλλο αντικείμενο αξίας είχε. Την επόμενη μέρα, κάλεσε όλους τους νέους να έρθουν στο κέντρο της πόλης με πρόφαση να σχηματίσει φάλαγγα προς τιμήν του Αλέξανδρου όπως είχε κάνει με τη Μακεδονική. Ο Καρακάλλας είχε επίσης δημιουργήσει σπαρτιατικό λόχο με νέους από τη Σπάρτη που τον ονόμασε «Λακωνικόν» και «Πιτανάτην». Όταν οι νέοι της Αλεξάνδρειας συγκεντρώθηκαν, ο Καρακάλλας διέταξε τους στρατιώτες του να τους σκοτώσουν όλους. Η θάλασσα μπροστά από την πόλη έγινε κατακόκκινη από το αίμα των νέων…
Αυτή είναι η τελευταία επίσκεψη στον τάφο του Αλέξανδρου που αναφέρεται στις πηγές. Φαίνεται ότι ο παράφρονας Καρακάλλας αποσφράγισε τον τάφο και τον ξανασφράγισε μετά το τέλος της επίσκεψης του. Οι Ρωμαίοι έτρεφαν βαθιά εκτίμηση και θαυμασμό για τον Αλέξανδρο. Πιθανότατα και άλλοι επισκέφτηκαν τον τάφο του: ο Καλιγούλας, με τον πατέρα του Γερμανικό, ο Αδριανός, ο Βεσπασιανός και ο Τίτος. Ο Καλιγούλας φορούσε έναν θώρακα που σύμφωνα με μια εκδοχή ήταν του Αλέξανδρου, που τον είχε κλέψει όταν πήγε στον τάφο του…
Θεοποίηση και λατρεία του Αλέξανδρου
Όταν πέθανε ο Αλέξανδρος οι σύντροφοί του θεώρησαν ότι δεν είχε πεθάνει πραγματικά αλλά, όπως παλιά ο Ηρακλής, άφησε τον κόσμο για να ενωθεί με τους θεούς. Το 334/335 π.Χ. πόλεις-κράτη στα νησιά του Αιγαίου και τις μικρασιατικές ακτές είχαν αποδώσει τιμές στον Αλέξανδρο και του είχαν αφιερώσει ένα ιερό, αγώνες και θυσίες κυρίως γιατί τους απάλλαξε από τον περσικό ζυγό. Θεϊκές τιμές του είχε απονείμει και η Αθήνα.
Ο αυτοκράτορας Σεπτίμιος Σεβήρος επισκέφθηκε την Αλεξάνδρεια το 199-200. Ο Δίων ο Κάσσιος γράφει ότι ήθελε να διερευνήσει τα πάντα. Αφαίρεσε όλα τα βιβλία που περιείχαν κάτι απόρρητο, όσα μπόρεσε να βρει από τα ιερά (άδυτα) και ασφάλισε το μνήμα του Αλέξανδρου ώστε κανείς στο μέλλον ούτε το σώμα του να δει ούτε να διαβάσει όσα είχαν γραφτεί σ’ εκείνα τα βιβλία. Ο Σεπτίμιος Σεβήρος επέλεξε τον τάφο του Αλέξανδρο ως μια ασφαλή κρύπτη. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο τάφος ήταν υπόγειος και είχε μεγάλες διαστάσεις. Τέλος είναι βέβαιο ότι δεν είχαν ενταφιαστεί άλλοι μαζί με τον Αλέξανδρο.
Ο τελευταίος Ρωμαίος αυτοκράτορας που επισκέφθηκε τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου ήταν ο Καρακάλλας το 215 μ.Χ. Τότε ήταν 12 ετών και συνόδευε πιθανότατα τον πατέρα του Σεπτίμιο Σεβήρο. Μεγαλώνοντας ο Καρακάλλας ταύτισε παθολογικά τον εαυτό του με τον Αλέξανδρο. Ο Δίων αναφέρει ότι ο φρενοβλαβής Καρακάλλας ήθελε να μιμηθεί τον Μακεδόνα βασιλιά χρησιμοποιώντας όπλα και σκεύη που πίστευε ότι ανήκαν σ’ αυτόν καθώς και εικόνες του! Ταυτόχρονα ίδρυσε στη Ρώμη μια φάλαγγα από 16 χιλιάδες Μακεδόνες που την ονόμασε «φάλαγγα Αλεξάνδρου» την οποία εφοδίασε με όπλα που χρησιμοποιούνταν στα χρόνια του Αλέξανδρου! Τέλος, διέταξε να φτιαχτούν αγάλματα, το κεφάλι των οποίων είχε δύο πρόσωπα: του Αλέξανδρου και το δικό του! Ο Καρακάλλας μισούσε τους κατοίκους της Αλεξάνδρειας γιατί τον χλεύαζαν για τη γελοία συμπεριφορά του.
Το 215 μ.Χ. πήγε στην πόλη με τον στρατό του. Θυσίασε στους ναούς και αφού πήγε στο «Αλεξάνδρου μνήμα» έβγαλε και τοποθέτησε πάνω στη σορό τη χλαμύδα, τα δαχτυλίδια με τους πολύτιμους λίθους, τη ζώνη του και ό, τι άλλο αντικείμενο αξίας είχε. Την επόμενη μέρα, κάλεσε όλους τους νέους να έρθουν στο κέντρο της πόλης με πρόφαση να σχηματίσει φάλαγγα προς τιμήν του Αλέξανδρου όπως είχε κάνει με τη Μακεδονική. Ο Καρακάλλας είχε επίσης δημιουργήσει σπαρτιατικό λόχο με νέους από τη Σπάρτη που τον ονόμασε «Λακωνικόν» και «Πιτανάτην». Όταν οι νέοι της Αλεξάνδρειας συγκεντρώθηκαν, ο Καρακάλλας διέταξε τους στρατιώτες του να τους σκοτώσουν όλους. Η θάλασσα μπροστά από την πόλη έγινε κατακόκκινη από το αίμα των νέων…
Αυτή είναι η τελευταία επίσκεψη στον τάφο του Αλέξανδρου που αναφέρεται στις πηγές. Φαίνεται ότι ο παράφρονας Καρακάλλας αποσφράγισε τον τάφο και τον ξανασφράγισε μετά το τέλος της επίσκεψης του. Οι Ρωμαίοι έτρεφαν βαθιά εκτίμηση και θαυμασμό για τον Αλέξανδρο. Πιθανότατα και άλλοι επισκέφτηκαν τον τάφο του: ο Καλιγούλας, με τον πατέρα του Γερμανικό, ο Αδριανός, ο Βεσπασιανός και ο Τίτος. Ο Καλιγούλας φορούσε έναν θώρακα που σύμφωνα με μια εκδοχή ήταν του Αλέξανδρου, που τον είχε κλέψει όταν πήγε στον τάφο του…
Θεοποίηση και λατρεία του Αλέξανδρου
Όταν πέθανε ο Αλέξανδρος οι σύντροφοί του θεώρησαν ότι δεν είχε πεθάνει πραγματικά αλλά, όπως παλιά ο Ηρακλής, άφησε τον κόσμο για να ενωθεί με τους θεούς. Το 334/335 π.Χ. πόλεις-κράτη στα νησιά του Αιγαίου και τις μικρασιατικές ακτές είχαν αποδώσει τιμές στον Αλέξανδρο και του είχαν αφιερώσει ένα ιερό, αγώνες και θυσίες κυρίως γιατί τους απάλλαξε από τον περσικό ζυγό. Θεϊκές τιμές του είχε απονείμει και η Αθήνα.
Ο Μέγας Αλέξανδρος βαριά άρρωστος στη σκηνή του
Η επίσημη λατρεία του Αλέξανδρου καθιερώθηκε από τον Πτολεμαίο μεταξύ 311 π.Χ. και 285 π.Χ. Κάθε χρόνο η Αλεξάνδρεια γιόρταζε τη μνήμη του ιδρυτή της. Ο σεβασμός που έτρεφαν οι Μακεδόνες στη μνήμη του Αλέξανδρου ήταν τεράστιος. Αυτό συνεχίστηκε όπως είδαμε και στα ρωμαϊκά χρόνια. Κέντρο της λατρείας του ήταν η Αλεξάνδρεια και η Αμμωνιακή, η περιοχή γύρω από την όαση της Σίβα. Εικόνες, βωμοί και αγάλματα του υπήρχαν όμως σε ολόκληρη την αχανή αυτοκρατορία. Από τα Γάδειρα (Γιβραλτάρ) στη Δύση ως τον Βαρυσθένη (Δνείπερο) στον βορρά.
Ακόμα και μετά τον θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου κυκλοφόρησαν θρησκευτικά μετάλλια με την επιγραφή «Alexander filius dei» (Αλέξανδρος Υιός Θεού) και φοριούνταν στον λαιμό ως φυλαχτά κατά της βασκανίας. Μεγάλη διάδοση είχαν στα χρόνια των αυτοκρατόρων Βαλεντινιανού και Βάλεντα (364-378) αν και οι δύο αυτοκράτορες καταδίκασαν την ειδωλολατρία. Εκείνη την εποχή ο τάφος και το λείψανο του Αλέξανδρου χρησιμοποιούνταν από τους εθνικούς ως «αντίβαρο» στον τάφο του Χριστού, κάτι που έκανε τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο να καυτηριάσει έντονα τη θεοποίηση του Αλέξανδρου.
Χριστιανισμός και Αλέξανδρος
Πάντως ο Χρυσόστομος γύρω στο 400, στη Β’ Επιστολή του προς Κορινθίους θέτει το ερώτημα πού βρίσκεται ο τάφος του Αλέξανδρου στο Σήμα, κάτι που φαινομενικά δείχνει ότι υπήρχε πλέον άγνοια για τη θέση του, στην πραγματικότητα όμως ήθελε να τονίσει πόσο ασήμαντος ήταν ο Αλέξανδρος μπροστά στον Χριστό. Είχαν προηγηθεί στα χρόνια του Μεγάλου Θεοδοσίου (γύρω στο 390) φοβερές καταστροφές στην Αλεξάνδρεια από Χριστιανούς, αρχαίων αγαλμάτων και θεών, ιδιαίτερα επί Πατριαρχών Θεόφιλου και Κύριλλου. Μεταξύ άλλων, κατέστρεψαν το Σεραπείον και το άγαλμα του θεού Σάραπι, χτίζοντας παντού εκκλησίες και πολεμώντας άγρια την ειδωλολατρία με αποκορύφωμα τη δολοφονία από μαινόμενο πλήθος Χριστιανών της φιλοσόφου Υπατίας (415). Υπάρχει η εκδοχή ότι ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου εξαφανίστηκε στα τέλη του 3ου αιώνα από επιδρομές ή ταραχές στην Αλεξάνδρεια ή αργότερα (4ος-5ος αι.) από τη μανία των Χριστιανών και το σώμα του μεταφέρθηκε από τους ειδωλολάτρες σε πιο ασφαλές μέρος. Ο Saunders υποθέτει ότι μπορεί να μεταφέρθηκε στην όαση Σίβα στην «αγκαλιά» του Άμμωνος Διός.
Σταδιακά πάντως ο Αλέξανδρος άρχισε να χάνει τα ειδωλολατρικά του γνωρίσματα και άρχισε να ταυτίζεται κατά κάποιον τρόπο με τον Μέγα Κωνσταντίνο. Στις αρχές του 5ου αιώνα αναφέρεται ότι έγινε και επίσκεψη του μεγάλου ασκητή αβά Σισώη στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αν και η επίσκεψη αυτή αμφισβητείται από πολλούς στον Μέγα Συναξαριστή όπου και ο Βίος του Αγίου αναφέρονται τα εξής: «Ούτος ο Όσιος, ελθών ποτέ εις τον τάφον του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του πάλαι ποτέ διαλάμψαντος βασιλέως των Ελλήνων έστη προ αυτού και βλέπων αυτόν έφριττεν αναλογιζόμενος το άστατον του καιρού και της δόξης το πρόσκαιρον…».
Η επίσημη λατρεία του Αλέξανδρου καθιερώθηκε από τον Πτολεμαίο μεταξύ 311 π.Χ. και 285 π.Χ. Κάθε χρόνο η Αλεξάνδρεια γιόρταζε τη μνήμη του ιδρυτή της. Ο σεβασμός που έτρεφαν οι Μακεδόνες στη μνήμη του Αλέξανδρου ήταν τεράστιος. Αυτό συνεχίστηκε όπως είδαμε και στα ρωμαϊκά χρόνια. Κέντρο της λατρείας του ήταν η Αλεξάνδρεια και η Αμμωνιακή, η περιοχή γύρω από την όαση της Σίβα. Εικόνες, βωμοί και αγάλματα του υπήρχαν όμως σε ολόκληρη την αχανή αυτοκρατορία. Από τα Γάδειρα (Γιβραλτάρ) στη Δύση ως τον Βαρυσθένη (Δνείπερο) στον βορρά.
Ακόμα και μετά τον θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου κυκλοφόρησαν θρησκευτικά μετάλλια με την επιγραφή «Alexander filius dei» (Αλέξανδρος Υιός Θεού) και φοριούνταν στον λαιμό ως φυλαχτά κατά της βασκανίας. Μεγάλη διάδοση είχαν στα χρόνια των αυτοκρατόρων Βαλεντινιανού και Βάλεντα (364-378) αν και οι δύο αυτοκράτορες καταδίκασαν την ειδωλολατρία. Εκείνη την εποχή ο τάφος και το λείψανο του Αλέξανδρου χρησιμοποιούνταν από τους εθνικούς ως «αντίβαρο» στον τάφο του Χριστού, κάτι που έκανε τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο να καυτηριάσει έντονα τη θεοποίηση του Αλέξανδρου.
Χριστιανισμός και Αλέξανδρος
Πάντως ο Χρυσόστομος γύρω στο 400, στη Β’ Επιστολή του προς Κορινθίους θέτει το ερώτημα πού βρίσκεται ο τάφος του Αλέξανδρου στο Σήμα, κάτι που φαινομενικά δείχνει ότι υπήρχε πλέον άγνοια για τη θέση του, στην πραγματικότητα όμως ήθελε να τονίσει πόσο ασήμαντος ήταν ο Αλέξανδρος μπροστά στον Χριστό. Είχαν προηγηθεί στα χρόνια του Μεγάλου Θεοδοσίου (γύρω στο 390) φοβερές καταστροφές στην Αλεξάνδρεια από Χριστιανούς, αρχαίων αγαλμάτων και θεών, ιδιαίτερα επί Πατριαρχών Θεόφιλου και Κύριλλου. Μεταξύ άλλων, κατέστρεψαν το Σεραπείον και το άγαλμα του θεού Σάραπι, χτίζοντας παντού εκκλησίες και πολεμώντας άγρια την ειδωλολατρία με αποκορύφωμα τη δολοφονία από μαινόμενο πλήθος Χριστιανών της φιλοσόφου Υπατίας (415). Υπάρχει η εκδοχή ότι ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου εξαφανίστηκε στα τέλη του 3ου αιώνα από επιδρομές ή ταραχές στην Αλεξάνδρεια ή αργότερα (4ος-5ος αι.) από τη μανία των Χριστιανών και το σώμα του μεταφέρθηκε από τους ειδωλολάτρες σε πιο ασφαλές μέρος. Ο Saunders υποθέτει ότι μπορεί να μεταφέρθηκε στην όαση Σίβα στην «αγκαλιά» του Άμμωνος Διός.
Σταδιακά πάντως ο Αλέξανδρος άρχισε να χάνει τα ειδωλολατρικά του γνωρίσματα και άρχισε να ταυτίζεται κατά κάποιον τρόπο με τον Μέγα Κωνσταντίνο. Στις αρχές του 5ου αιώνα αναφέρεται ότι έγινε και επίσκεψη του μεγάλου ασκητή αβά Σισώη στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αν και η επίσκεψη αυτή αμφισβητείται από πολλούς στον Μέγα Συναξαριστή όπου και ο Βίος του Αγίου αναφέρονται τα εξής: «Ούτος ο Όσιος, ελθών ποτέ εις τον τάφον του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του πάλαι ποτέ διαλάμψαντος βασιλέως των Ελλήνων έστη προ αυτού και βλέπων αυτόν έφριττεν αναλογιζόμενος το άστατον του καιρού και της δόξης το πρόσκαιρον…».
Η Αλεξάνδρεια στα ρωμαϊκά χρόνια
Η αραβική κατάκτηση της Αλεξάνδρειας
Το 642 η Αλεξάνδρεια έπεσε σε αραβικά χέρια και χιλιάδες Έλληνες την εγκατέλειψαν, όμως η πόλη συνέχιζε να βρίσκεται σε ακμή. Ο Αλέξανδρος ονομαζόταν από τους Μουσουλμάνους Dhu I- Karnayn (δίκερως) και μνημονεύεται στο Κοράνι. Αντιμετώπισε σύμφωνα μ’ αυτό τους Γωγ και Μαγώγ, δύο ακάθαρτους λαούς που αναφέρονται για πρώτη φορά στη «Γένεση» ως εχθροί των Εβραίων.
Τον 9ο αιώνα ο Άραβας ιστορικός Ibu Abdel Hakim μας παρέδωσε έναν κατάλογο των τότε υπαρχόντων τζαμιών της Αλεξάνδρειας. Ανάμεσά τους αναφέρει και το τζαμί του Dhu I- Karnayn «που βρίσκεται κοντά στην πόλη και την έξοδο». Το τζαμί αυτό έχει σχέση με τον Αλέξανδρο και πιθανότατα με τον τάφο του. Η μνεία του τζαμιού αυτού δείχνει ότι ο τάφος εξακολουθούσε να υπάρχει. Η επόμενη μνεία του γίνεται από τον Άραβα ιστορικό και γεωγράφο Masudi (896-956) γνωστό ως «Ηρόδοτο των Αράβων»: «Και ο τάφος του κατασκευασμένος από μάρμαρο, γνωστός ως τάφος του Αλεξάνδρου, παραμένει στη θέση του (in situ) στην πόλη της Αλεξάνδρειας στη χώρα της Αιγύπτου ως σήμερα, δηλαδή το έτος από Εγίρας 332 (954 μ.Χ.)».
Η αραβική κατάκτηση της Αλεξάνδρειας
Το 642 η Αλεξάνδρεια έπεσε σε αραβικά χέρια και χιλιάδες Έλληνες την εγκατέλειψαν, όμως η πόλη συνέχιζε να βρίσκεται σε ακμή. Ο Αλέξανδρος ονομαζόταν από τους Μουσουλμάνους Dhu I- Karnayn (δίκερως) και μνημονεύεται στο Κοράνι. Αντιμετώπισε σύμφωνα μ’ αυτό τους Γωγ και Μαγώγ, δύο ακάθαρτους λαούς που αναφέρονται για πρώτη φορά στη «Γένεση» ως εχθροί των Εβραίων.
Τον 9ο αιώνα ο Άραβας ιστορικός Ibu Abdel Hakim μας παρέδωσε έναν κατάλογο των τότε υπαρχόντων τζαμιών της Αλεξάνδρειας. Ανάμεσά τους αναφέρει και το τζαμί του Dhu I- Karnayn «που βρίσκεται κοντά στην πόλη και την έξοδο». Το τζαμί αυτό έχει σχέση με τον Αλέξανδρο και πιθανότατα με τον τάφο του. Η μνεία του τζαμιού αυτού δείχνει ότι ο τάφος εξακολουθούσε να υπάρχει. Η επόμενη μνεία του γίνεται από τον Άραβα ιστορικό και γεωγράφο Masudi (896-956) γνωστό ως «Ηρόδοτο των Αράβων»: «Και ο τάφος του κατασκευασμένος από μάρμαρο, γνωστός ως τάφος του Αλεξάνδρου, παραμένει στη θέση του (in situ) στην πόλη της Αλεξάνδρειας στη χώρα της Αιγύπτου ως σήμερα, δηλαδή το έτος από Εγίρας 332 (954 μ.Χ.)».
Η νεκρική άμαξα του Αλέξανδρου
Οι τελευταίες μεσαιωνικές αναφορές στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Στα μέσα του 14ου αιώνα ο Ιταλός ουμανιστής Πετράρχης συμβούλευσε τον φίλο του Giovanni di Mandello να επισκεφθεί τον τάφο του Έλληνα βασιλιά. Δεν γνωρίζουμε αν πρόκειται για τον τάφο των Πτολεμαίων ή για τον θεωρούμενο αργότερα ως τάφο του Αλέξανδρου στη μέση της Αλεξάνδρειας, σε μικρό οίκημα, σαν παρεκκλήσι στο τζαμί Attarin για το οποίο πρώτος κάνει λόγο ο Λέων ο Αφρικανός.
Ο F.L. Norden στο έργο του «Voyages d’ Egypte et de Nubie» (Κοπεγχάγη, 1755) γράφει: «Ο τάφος του Αλέξανδρου που σύμφωνα με τα λεγόμενα ενός συγγραφέα υπήρχε ακόμη αυτή την εποχή και ήταν σεβάσμιος για τους Σαρακηνούς σήμερα πια δεν είναι ορατός. Ακόμη και η λαϊκή παράδοση έχει τελείως απωλεσθεί». Το ίδιο αναφέρει και ο αρχιμανδρίτης Κωνστάντιος στο έργο του «Αρχαία Αλεξάνδρεια» που εκδόθηκε στη Μόσχα το 1803. Όπως αναφέρει ο Χ. Τζάλλας, μεταξύ 1459 και 1790 μόνο το 10% των περιηγητών αναφέρονται στον τάφο του Αλέξανδρου, κάτι που δείχνει ότι ο τάφος δεν υπάρχει πια.
Όλες δε οι μεταγενέστερες αναφορές παραπέμπουν στον 15ο-16ο αιώνα. Ενδεικτικά είναι όσα αναφέρουν ο Λέων ο Αφρικανός, ο Ισπανός περιηγητής Μarmol που επισκέφθηκε την Αλεξάνδρεια το 1546 και ο Γάλλος Ampere που πήγε στην πόλη στα μέσα του 19ου αιώνα. Ο Α.Μ. Chugg θεωρεί(2002) ότι η σορός του Αλέξανδρου βρίσκεται στη Βενετία καθώς κλάπηκε από Βενετούς εμπόρους που θεώρησαν ότι επρόκειτο για τα λείψανα του Αγίου Μάρκου και σήμερα βρίσκεται στον καθεδρικό ναό της πόλης.
Επίλογος
Έρευνες για τον τάφο του Μεγάλου Αλέξανδρου έγιναν και τα επόμενα χρόνια. Διατυπώθηκαν διάφορες θεωρίες. Όσα υποστηρίζει η κυρία Αρβελέρ έχουν ειπωθεί και το 1993 από τον ιστορικό ερευνητή Τριαντάφυλλο Παπαζώη. Το 1995 η αρχαιολόγος Λιάνα Σουβαλτζή ανακοίνωσε ότι ανακάλυψε στην όαση Σίβα έναν τάφο τον οποίο ταυτοποίησε με αυτόν του Αλέξανδρου. Η άποψή της αμφισβητήθηκε. Οι ανασκαφές από την αρχαιολόγο Κατερίνα Περιστέρη στην Αμφίπολη το 2014 πυροδότησαν νέες συζητήσεις.
Δημοσιεύσαμε, θεωρούμε, αρκετά στοιχεία για τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Δεν νομίζουμε ότι υπάρχει αμφιβολία πως τόπος τελικής ταφής του ήταν η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Εκεί νομίζουμε βρίσκεται ακόμα η σορός του μεγάλου Μακεδόνα στρατηλάτη. Ευχής έργο θα ήταν κάποια στιγμή να βρεθεί ο τάφος του Αλέξανδρου. Σίγουρα κάποια μυστικά πολύ καλά φυλαγμένα για 2.300 χρόνια θα έρθουν στην επιφάνεια και θα λύσουν απορίες αιώνων, ενώ θα αποστομώσουν και ορισμένους αμόρφωτους και ανιστόρητους που προσβάλλουν ανερυθρίαστα τον Αλέξανδρο, τη Μακεδονία και την Ελλάδα…
Βασική πηγή του άρθρου ήταν το βιβλίο του Μιχαήλ Σ. Κορδώση, «Ο τάφος του Μ. Αλεξάνδρου», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ, 2023
Επιμελητής έκδοσης του βιβλίου είναι ο κύριος Αλέξιος Γ. Κ. Σαββίδης, Ομότιμος Καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, τον οποίο ευχαριστούμε θερμά για τις υποδείξεις του.
Οι τελευταίες μεσαιωνικές αναφορές στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Στα μέσα του 14ου αιώνα ο Ιταλός ουμανιστής Πετράρχης συμβούλευσε τον φίλο του Giovanni di Mandello να επισκεφθεί τον τάφο του Έλληνα βασιλιά. Δεν γνωρίζουμε αν πρόκειται για τον τάφο των Πτολεμαίων ή για τον θεωρούμενο αργότερα ως τάφο του Αλέξανδρου στη μέση της Αλεξάνδρειας, σε μικρό οίκημα, σαν παρεκκλήσι στο τζαμί Attarin για το οποίο πρώτος κάνει λόγο ο Λέων ο Αφρικανός.
Ο F.L. Norden στο έργο του «Voyages d’ Egypte et de Nubie» (Κοπεγχάγη, 1755) γράφει: «Ο τάφος του Αλέξανδρου που σύμφωνα με τα λεγόμενα ενός συγγραφέα υπήρχε ακόμη αυτή την εποχή και ήταν σεβάσμιος για τους Σαρακηνούς σήμερα πια δεν είναι ορατός. Ακόμη και η λαϊκή παράδοση έχει τελείως απωλεσθεί». Το ίδιο αναφέρει και ο αρχιμανδρίτης Κωνστάντιος στο έργο του «Αρχαία Αλεξάνδρεια» που εκδόθηκε στη Μόσχα το 1803. Όπως αναφέρει ο Χ. Τζάλλας, μεταξύ 1459 και 1790 μόνο το 10% των περιηγητών αναφέρονται στον τάφο του Αλέξανδρου, κάτι που δείχνει ότι ο τάφος δεν υπάρχει πια.
Όλες δε οι μεταγενέστερες αναφορές παραπέμπουν στον 15ο-16ο αιώνα. Ενδεικτικά είναι όσα αναφέρουν ο Λέων ο Αφρικανός, ο Ισπανός περιηγητής Μarmol που επισκέφθηκε την Αλεξάνδρεια το 1546 και ο Γάλλος Ampere που πήγε στην πόλη στα μέσα του 19ου αιώνα. Ο Α.Μ. Chugg θεωρεί(2002) ότι η σορός του Αλέξανδρου βρίσκεται στη Βενετία καθώς κλάπηκε από Βενετούς εμπόρους που θεώρησαν ότι επρόκειτο για τα λείψανα του Αγίου Μάρκου και σήμερα βρίσκεται στον καθεδρικό ναό της πόλης.
Επίλογος
Έρευνες για τον τάφο του Μεγάλου Αλέξανδρου έγιναν και τα επόμενα χρόνια. Διατυπώθηκαν διάφορες θεωρίες. Όσα υποστηρίζει η κυρία Αρβελέρ έχουν ειπωθεί και το 1993 από τον ιστορικό ερευνητή Τριαντάφυλλο Παπαζώη. Το 1995 η αρχαιολόγος Λιάνα Σουβαλτζή ανακοίνωσε ότι ανακάλυψε στην όαση Σίβα έναν τάφο τον οποίο ταυτοποίησε με αυτόν του Αλέξανδρου. Η άποψή της αμφισβητήθηκε. Οι ανασκαφές από την αρχαιολόγο Κατερίνα Περιστέρη στην Αμφίπολη το 2014 πυροδότησαν νέες συζητήσεις.
Δημοσιεύσαμε, θεωρούμε, αρκετά στοιχεία για τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Δεν νομίζουμε ότι υπάρχει αμφιβολία πως τόπος τελικής ταφής του ήταν η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Εκεί νομίζουμε βρίσκεται ακόμα η σορός του μεγάλου Μακεδόνα στρατηλάτη. Ευχής έργο θα ήταν κάποια στιγμή να βρεθεί ο τάφος του Αλέξανδρου. Σίγουρα κάποια μυστικά πολύ καλά φυλαγμένα για 2.300 χρόνια θα έρθουν στην επιφάνεια και θα λύσουν απορίες αιώνων, ενώ θα αποστομώσουν και ορισμένους αμόρφωτους και ανιστόρητους που προσβάλλουν ανερυθρίαστα τον Αλέξανδρο, τη Μακεδονία και την Ελλάδα…
Βασική πηγή του άρθρου ήταν το βιβλίο του Μιχαήλ Σ. Κορδώση, «Ο τάφος του Μ. Αλεξάνδρου», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ, 2023
Επιμελητής έκδοσης του βιβλίου είναι ο κύριος Αλέξιος Γ. Κ. Σαββίδης, Ομότιμος Καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, τον οποίο ευχαριστούμε θερμά για τις υποδείξεις του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα