Σελίδες

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2024

Νικηταράς: Τι ήθελε να «δει» ο θρυλικός ήρως, αν και τυφλός, ως τελευταία του επιθυμία

φλός, πένης, σχεδόν ημιθανής κι όμως ο Νικηταράς ο Τουρκοφάγος μάζεψε όλες τις δυνάμεις του κάτι να «δει» ως τελευταία του επιθυμία.
Ήταν 25 Σεπτεμβρίου του 1849, ο ήρως της Ελληνικής Επανάστασης Νικήτας Σταματελόπουλος, ο θρυλικός Νικηταράς αφήνει την τελευταία πνοή του.
Μια μέρα πριν, το απόβραδο της 24ης Σεπτεμβρίου του 1849, ζήτησε από την γυναίκα του να τον βγάλει στο λιακωτό ν’ αντικρίσει για τελευταία φορά το ηλιοβασίλεμα και η Αγγελίνα παραξενεύτηκε: «Μα τι να δεις Νικήτα μου, αφού δεν βλέπεις;» Και εκείνος της απάντησε: «Να νιώσω το τελευταίο ηλιοβασίλεμα στην θάλασσα»...
Ο στρατηγός Νικήτας Σταματελόπουλος πέθανε στις 6 το πρωί στις 25 Σεπτεμβρίου 1849. Η εξόδιος ακολουθία έγινε από το ναό της Αγίας Ειρήνης στην οδό Αιόλου. Ο Νικηταράς ετάφη στο Α’ Κοιμητήριο Αθηνών, πλάι στο θείο του, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, όπως ήταν η επιθυμία του.
Είναι γνωστό και χιλιογραμμένο πως ο Νικηταράς βίωσε την αχαριστία και την αγνωμοσύνη του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, το οποίο του αρνήθηκε σύνταξη ώστε να ζει αυτός και η οικογένειά του ευπρεπώς και αντί αυτού, του χορηγήθηκε «άδεια επαιτείας». Ο άλλοτε Τουρκοφάγος των Δολιανών και πολέμαρχος στα Δερβενάκια, ζητιάνευε για να ζήσει έξω από τον ναό της Ευαγγελίστριας του Πειραιά κάθε Παρασκευή! Το 1843, όταν ο βασιλιάς Όθωνας αναγκάστηκε να παραχωρήσει Σύνταγμα στην Ελλάδα, απονεμήθηκε στον Νικηταρά ο βαθμός του Αντιστρατήγου και μία πενιχρή - τιμητική σύνταξη· έξι χρόνια πριν από τον θάνατό του. Επίσης ο Νικηταράς διετέλεσε Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, ενώ το 1847 διορίστηκε Γερουσιαστής. Ο Νικηταράς είχε δανείσει στο Ελληνικό έθνος 12.225 φοινίκια και 105.000 γρόσια, τα οποία διεκδικούσε και διεκδίκησε και η οικογένειά του μετά το θάνατό του, αλλά ποτέ δεν έλαβαν!
Αξίζει να διαβάσουμε κάποιες ιστορίες που είχαν πρωταγωνιστή τον θρυλικό Νικηταρά.

Νικηταράς και Κολοκοτρώνης σε μετάλλιο της εποχής τους

Ρώτησε κάποτε τον Νικηταρά ο Τερτσέτης πώς κι έμεινε φτωχός και δεν πήρε ποτέ του λάφυρα από τις μάχες. Ο Νικηταράς απάντησε: «Πραματευτής δεν ήμουνα. Η μοίρα μου το θέλησε να γίνω καπετάνιος. Μα δε θα ήτανε σωστό να κάμω πραμάτεια το καπετανιλίκι μου για να καζαντίσω…»!
Ο Νικηταράς ήταν από τους πιο φτωχούς ήρωες της επανάστασης. Παρά τα αξιώματα και τα λάφυρα από τις νίκες, ποτέ δεν απέκτησε ιδιαίτερα πολλά χρήματα. Μετά την μάχη στα Δερβενάκια όλοι έτρεχαν να πάρουν λάφυρα. Να γεμίσουν τις τσέπες τους. Μόνο ο Νικηταράς καθόταν κάπου αμέριμνος και αγνάντευε. Τότε, τα παλληκάρια του, του έδωσαν μια ξύλινη ταμπακέρα και ένα πολύτιμο σπαθί. Την ταμπακέρα την έστειλε στην γυναίκα του λέγοντάς της: «Την στέλνω σε σένα που αγαπώ ύστερα από την πατρίδα. Λάβε την για να με θυμάσαι».
Κάποτε, το 1822, έγινε έρανος για να μαζευτούν χρήματα ώστε να δοθούν στους Υδραίους για να κινήσουν τον στόλο. Ο Νικηταράς πρόσφερε το μόνο που είχε, το πολύ πολύτιμο σπαθί το οποίο είχε πάρει σαν λάφυρο από τον Κιαμίλ μπέη στην μάχη στα Δερβενάκια. Έγραψε στους υπεύθυνους του εράνου: «Πάρτε το. Αυτό έχω, αυτό δίνω». Τότε, όλοι συγκινήθηκαν από το παράδειγμά του. Οι Υδραίοι ντράπηκαν και του έστειλαν πίσω το σπαθί, μαζί με ένα φιλικό γράμμα.
Λίγοι από τους μεγάλους καπετάνιους είχαν ρολόγια. Τα ονόμαζαν «Ώρα». Ο Καραϊσκάκης, ο Κολοκοτρώνης και άλλοι. Ήθελε και ο Νικηταράς να αποκτήσει ένα ρολόι. Όμως, δεν είχε χρήματα. Αλλά και να είχε, τότε, δεν πουλούσαν ρολόγια στην Ελλάδα. Έτσι, αναγκάστηκε να γράψει στους Ζακυνθινούς που του είχαν στείλει και ένα κανοκιάλι. Τους έγραψε, λοιπόν: «Το κιάλε που μου στείλατε με ωφελεί μεγάλως δια τον Ιμπραήμ. Μου ήτον όμως αναγκαιότατον και ένα ωρολόγι διά να ρεγολάρωμεν εις τους πολέμους. Όθεν και όπως αγαπάτε κάμετε». Δεν μπορούσαν οι Ζακυνθινοί να αρνηθούν την επιθυμία του μεγάλου πολεμιστή· του έστειλαν το ρολόι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα