Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κάνει λόγο για ανάγκη για τη δημιουργία μίας «κακής τράπεζας» ώστε να αντιμετωπιστεί η αύξηση των κόκκινων δανείων που θα προκύψει εξαιτίας της ύφεσης, λόγω της Covid-19.
Στο άρθρο του ο κ. Στουρνάρας επισημαίνει ότι «η τρέχουσα ύφεση θα οδηγήσει σε υποβάθμιση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών. Ως εκ τούτου, θα χρειαστούν περαιτέρω δράσεις στον τραπεζικό τομέα, πχ αξιοποίηση των εταιριών διαχείρισης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού (AMC) για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων».
Ο κ. Στουρνάρας υποστηρίζει στην συνέχεια ότι, παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια με τη δημιουργία θεσμών, όπως του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού και του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης, το εγχείρημα της ΟΝΕ παραμένει ανολοκλήρωτο.
Για το λόγο αυτό, όπως λέει, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί ένα πανευρωπαϊκό σύστημα εγγύησης των καταθέσεων.
Σχολιάζοντας την πρόσφατη απόφαση για τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης των 750 δισ. ευρώ, υποστήριξε ότι η αρχική πρόταση δεν αποδυναμώθηκε ουσιωδώς κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, καθώς το πακέτο κατά το μεγαλύτερο μέρος του αποτελείται από επιχορηγήσεις επενδύσεων και σε μικρότερο βαθμό από δάνεια. Όπως αναφέρει ουσιώδης αποδυνάμωση της αρχικής πρότασης θα αποδυνάμωνε αντίστοιχα και την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Ο Στουρνάρας «βλέπει» ύφεση στο 5,8% φέτος- Μεγάλη ανάκαμψη το 2021
Η Τράπεζα της Ελλάδος προβλέπει για φέτος υποχώρηση του ΑΕΠ της χώρας από 4,4% ως 9,4%.
Στην Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής που υπέβαλε στη Βουλή ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας περιλαμβάνονται τρία σενάρια για την εξέλιξη της οικονομικής δραστηριότητας. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος, η οικονομική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει σημαντικά το 2020, καταγράφοντας ρυθμό μεταβολής -5,8%. Το 2021 η οικονομική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα ανακάμψει και θα αυξηθεί με ρυθμό 5,6%, ενώ το 2022 θα σημειώσει αύξηση 3,7%.
Σύμφωνα με το ήπιο σενάριο, το οποίο υποθέτει μια πιο σύντομη μεταβατική περίοδο προς την κανονικότητα, το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 4,4% το 2020 και θα αυξηθεί κατά 5,8% και 3,8% το 2021 και το 2022 αντίστοιχα. Σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο, το οποίο συνδέεται με μια ενδεχόμενη αναζωπύρωση του κορωνοϊού, οι συνέπειες της πανδημίας αναμένεται να είναι πιο έντονες και με μεγαλύτερη διάρκεια και η ανάκαμψη της οικονομίας θα είναι βραδύτερη: το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 9,4% το 2020, ενώ θα αυξηθεί κατά 5,7% το 2021 και 4,5% το 2022. Στο δημοσιονομικό μέτωπο προβλέπεται για φέτος πρωτογενές έλλειμμα στον Προυπολογισμό το οποίο θα φθάσει το 2,9% του ΑΕΠ. Ωστόσο όπως επισημαίνεται, η δέσμη δημοσιονομικών μέτρων περιλαμβάνει προσωρινού χαρακτήρα στοχευμένες παρεμβάσεις, προκειμένου να περιοριστούν οι δυσμενείς επιπτώσεις της πανδημίας στην πραγματική οικονομία, χωρίς όμως να δημιουργηθούν μόνιμα πρωτογενή ελλείμματα που θα επηρέαζαν αρνητικά τη μεσοπρόθεσμη δυναμική του δημόσιου χρέους.
Για τις τράπεζες και ειδικότερα για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια η ΤτΕ αναμένει ν΄αντιστραφεί η τάση μείωση τους που ειχε παρατηρηθεί. Σύμφωνα με τα προσωρινά εποπτικά στοιχεία Μαρτίου 2020, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) διαμορφώθηκαν σε 60,9 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 7,6 δισ. ευρώ (ή 11,1%) συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου του 2019 και κατά 46,3 δισ. ευρώ έναντι του Μαρτίου του 2016, οπότε είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο ΜΕΔ.
Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων παρέμεινε το Μάρτιο του 2020 σε υψηλό επίπεδο (37,4%), εντούτοις μειώθηκε για πρώτη φορά μετά από αρκετά έτη σε επίπεδα κάτω του 40% σε ατομική βάση. Οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας άλλαξαν τις συνθήκες, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να έχουν αναθεωρήσει τα σχέδια υλοποίησης τιτλοποιήσεων σε σχέση με το χρονικό ορίζοντα και την περίμετρο δανείων, γεγονός που θα καθυστερήσει την περαιτέρω αποκλιμάκωση του υψηλού αποθέματος των ΜΕΔ. Ταυτόχρονα, παρά τα θετικά μέτρα που έχουν ληφθεί από την πολιτεία και τις τράπεζες, αναμένεται εισροή νέων ΜΕΔ, ιδίως από τις αρχές του επόμενου έτους. Το ύψος της νέας γενιάς ΜΕΔ θα εξαρτηθεί από το μέγεθος της ύφεσης και την αύξηση της ανεργίας το τρέχον έτος, καθώς και την επακόλουθη ανάκαμψη.
Στην Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής που υπέβαλε στη Βουλή ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας περιλαμβάνονται τρία σενάρια για την εξέλιξη της οικονομικής δραστηριότητας. Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος, η οικονομική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει σημαντικά το 2020, καταγράφοντας ρυθμό μεταβολής -5,8%. Το 2021 η οικονομική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα ανακάμψει και θα αυξηθεί με ρυθμό 5,6%, ενώ το 2022 θα σημειώσει αύξηση 3,7%.
Σύμφωνα με το ήπιο σενάριο, το οποίο υποθέτει μια πιο σύντομη μεταβατική περίοδο προς την κανονικότητα, το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 4,4% το 2020 και θα αυξηθεί κατά 5,8% και 3,8% το 2021 και το 2022 αντίστοιχα. Σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο, το οποίο συνδέεται με μια ενδεχόμενη αναζωπύρωση του κορωνοϊού, οι συνέπειες της πανδημίας αναμένεται να είναι πιο έντονες και με μεγαλύτερη διάρκεια και η ανάκαμψη της οικονομίας θα είναι βραδύτερη: το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 9,4% το 2020, ενώ θα αυξηθεί κατά 5,7% το 2021 και 4,5% το 2022. Στο δημοσιονομικό μέτωπο προβλέπεται για φέτος πρωτογενές έλλειμμα στον Προυπολογισμό το οποίο θα φθάσει το 2,9% του ΑΕΠ. Ωστόσο όπως επισημαίνεται, η δέσμη δημοσιονομικών μέτρων περιλαμβάνει προσωρινού χαρακτήρα στοχευμένες παρεμβάσεις, προκειμένου να περιοριστούν οι δυσμενείς επιπτώσεις της πανδημίας στην πραγματική οικονομία, χωρίς όμως να δημιουργηθούν μόνιμα πρωτογενή ελλείμματα που θα επηρέαζαν αρνητικά τη μεσοπρόθεσμη δυναμική του δημόσιου χρέους.
Για τις τράπεζες και ειδικότερα για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια η ΤτΕ αναμένει ν΄αντιστραφεί η τάση μείωση τους που ειχε παρατηρηθεί. Σύμφωνα με τα προσωρινά εποπτικά στοιχεία Μαρτίου 2020, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) διαμορφώθηκαν σε 60,9 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 7,6 δισ. ευρώ (ή 11,1%) συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου του 2019 και κατά 46,3 δισ. ευρώ έναντι του Μαρτίου του 2016, οπότε είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο ΜΕΔ.
Ο λόγος των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων παρέμεινε το Μάρτιο του 2020 σε υψηλό επίπεδο (37,4%), εντούτοις μειώθηκε για πρώτη φορά μετά από αρκετά έτη σε επίπεδα κάτω του 40% σε ατομική βάση. Οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας άλλαξαν τις συνθήκες, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να έχουν αναθεωρήσει τα σχέδια υλοποίησης τιτλοποιήσεων σε σχέση με το χρονικό ορίζοντα και την περίμετρο δανείων, γεγονός που θα καθυστερήσει την περαιτέρω αποκλιμάκωση του υψηλού αποθέματος των ΜΕΔ. Ταυτόχρονα, παρά τα θετικά μέτρα που έχουν ληφθεί από την πολιτεία και τις τράπεζες, αναμένεται εισροή νέων ΜΕΔ, ιδίως από τις αρχές του επόμενου έτους. Το ύψος της νέας γενιάς ΜΕΔ θα εξαρτηθεί από το μέγεθος της ύφεσης και την αύξηση της ανεργίας το τρέχον έτος, καθώς και την επακόλουθη ανάκαμψη.
thecaller
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα