Τα μέλη της οικογένειας Χρυσαφίδη, ο 48χρονος Μιχάλης Χρυσαφίδης, η σύζυγός του Ελίζαμπεθ 43 χρόνων και οι γιοί τους Αλέξανδρος και Γιώργος 16 και 18 χρονών αντίστοιχα, είχαν βρεθεί στις 24 Ιουνίου του 1991 δολοφονημένα στο σπίτι τους, στο Ψυχικό από τον ανιψιό του Μιχάλη Χρυσαφίδη, Αλέξανδρο Μακρίδη, έναν γείτονα και έναν συνεργάτη του Χρυσαφίδη.
Και τα τέσσερα μέλη της οικογένειας είχαν βασανιστεί πριν δολοφονηθούν. Επίσης, από το σπίτι δεν έλειπαν χρήματα ή τιμαλφή που να δικαιολογούν το κίνητρο της ληστείας. Ο δημοσιογράφος Πάνος Σόμπολος και επί σειρά ετών αστυνομικός ρεπόρτερ περιγράφει την εικόνα που αντίκρισε όταν μπήκε στην οικία Χρυσαφίδη: «Σε τρία δωμάτια στο υπόγειο ήταν σκοτωμένα όλα τα μέλη της οικογένειας δεμένα, φιμωμένα.... βρέθηκε βαριοπούλα κ.α. Ο ιατροδικαστής είπε ότι κάποια από τα χτυπήματα έγιναν ενώ ήταν εν ζωή τα θύματα».
Ο ΤαϊλανδόςΠρασέρτ Σερτουασάνα
Ποιος ήταν ο Νο1 ύποπτος
Οι υποψίες έπεσαν στον μπάτλερ της οικογένειας, τον 28χρονο Ταϊλανδό Πρασέρτ Σερτουασάνα, ο οποίος ενημέρωνε, μέχρι και τις 21 Ιουνίου, όποιον τηλεφωνούσε αναζητώντας τον Χρυσαφίδη και τους οικείους του, ότι η οικογένεια απουσιάζει σε διακοπές. Ο Ταϊλανδός αναχώρησε για την πατρίδα του το απόγευμα της 21ης Ιουνίου. Ήταν η ημέρα που δολοφονήθηκε ο Μιχάλης Χρυσαφίδης. Η σύζυγος του Λιζ, δολοφονήθηκε στις 23 του μήνα και ενώ ο βασικός ύποπτος και η οικογένεια τους είχαν, ήδη, ταξιδέψει.
Η αστυνομία εξέφρασε την υπόνοια ότι πιθανώς οι άγνωστοι που ευθύνονται για τη δολοφονία της οικογένειας ήθελαν να αποσπάσουν κάποιο μυστικό το οποίο γνώριζε ο επιχειρηματίας. Ο Μιχάλης Χρυσαφίδης ήταν γνωστός στους επιχειρηματικούς κύκλους, βιομήχανος και ιδιοκτήτης έξι εταιρειών, οι οποίες είχαν συνολικό τζίρο 600 εκατ. δραχμών ετησίως.
Όταν οι αστυνομικοί άνοιξαν το χρηματοκιβώτιο της οικίας, βρήκαν χρυσαφικά, ομόλογα και διάφορα έγγραφα, αλλά καθόλου χρήματα. Υποπτεύονταν ότι ο δράστης είχε πάρει τα χρήματα και κάποια απ’ τα κοσμήματα που φυλάσσονταν εκεί... Η αστυνομία, επίσης, ανακάλυψε χειρόγραφο σημείωμα του Χρυσαφίδη, σύμφωνα με το οποίο, στην περίπτωση που πέθαιναν όλα τα μέλη της οικογένειάς του, η περιουσία του θα πήγαινε στον ανιψιό του. Οι έρευνες δεν είχαν αποτέλεσμα και ουδέποτε θεωρήθηκε ύποπτος ο ανιψιός του Χρυσαφίδη.
Ο Ταϊλανδός δεν πιάστηκε ποτε
Ο Πάνος Σόμπολος στο βιβλίο του «Τα Εγκλήματα που συγκλόνισαν την Ελλλάδα όπως τα έζησα» (εκδόσεις Πατάκης), περιγράφει την ιστορία: «Το μόνο βέβαιο είναι ότι όταν Ταϊλάνδος με τη σύζυγό του, τη μητέρα του και τη θεία του, αναχώρησαν με την πτήση 967 της ταϊλανδικής αεροπορικής εταιρείας Thai στις 5:20 το απόγευμα της Παρασκευής 21 Ιουνίου 1991 για Μπανγκόκ. Τι ακριβώς πήρε μαζί του ο ταϊλανδός μπάτλερ φεύγοντας για την πατρίδα του κανένας δεν μπορεί να το γνωρίζει δεδομένου ότι ολόκληρη η οικογένεια Χρυσαφίδη ξεκληρίστηκε. Ποιος μπορεί να πει αν υπήρχαν χρήματα στο σπίτι ή θησαυροί; Οι ελληνικές αρχές ζήτησαν την έκδοση του μπάτλερ στην Ελλάδα, αλλά παρά την επιμονή και τις προσπάθειες, δεν κατέστη δυνατόν να ικανοποιηθεί αυτό το αίτημα. Οι ταϊλανδικες αρχές δεν ανταποκρίθηκαν θετικά ούτε και δέχτηκαν να δικάσουν στη χώρα τους τον μπάτλερ για την ομαδική σφαγή.
Ο Ταϊλανδός Πρασέρτ Σερτουσουάνα είχε γεννηθεί στην Μπανγκόκ το 1963 και ζούσε πολλά χρόνια στην Ελλάδα. Δούλευε για την οικογένεια Χρυσαφίδη από το 1989, είχε δικό του δωμάτιο και θεωρούνταν μέλος της οικογένειας. Όσοι τον γνώριζαν, τον περιέγραφαν ως ήρεμο, ευγενικό και χαμογελαστό νέο. Δύο μήνες πριν από τη δολοφονία, παντρεύτηκε την αγαπημένη του, Ουαζίτα, που εργαζόταν στη Βάρη, στο σπίτι της Μαρίας Πουλιάση. Σε συνέντευξή της στο «Έθνος», στον Πάνο Σόμπολο, η κα Πουλιάση δήλωσε ότι δεν μπορούσε να φανταστεί ότι το ζευγάρι ήταν υπεύθυνο για τις δολοφονίες: «Αν έχουν σχέση με τις δολοφονίες, κάποιος τους έβαλε, κάποιος τους ανάγκασε να το κάνουν»!
Οι υποψίες έπεσαν στον μπάτλερ της οικογένειας, τον 28χρονο Ταϊλανδό Πρασέρτ Σερτουασάνα, ο οποίος ενημέρωνε, μέχρι και τις 21 Ιουνίου, όποιον τηλεφωνούσε αναζητώντας τον Χρυσαφίδη και τους οικείους του, ότι η οικογένεια απουσιάζει σε διακοπές. Ο Ταϊλανδός αναχώρησε για την πατρίδα του το απόγευμα της 21ης Ιουνίου. Ήταν η ημέρα που δολοφονήθηκε ο Μιχάλης Χρυσαφίδης. Η σύζυγος του Λιζ, δολοφονήθηκε στις 23 του μήνα και ενώ ο βασικός ύποπτος και η οικογένεια τους είχαν, ήδη, ταξιδέψει.
Η αστυνομία εξέφρασε την υπόνοια ότι πιθανώς οι άγνωστοι που ευθύνονται για τη δολοφονία της οικογένειας ήθελαν να αποσπάσουν κάποιο μυστικό το οποίο γνώριζε ο επιχειρηματίας. Ο Μιχάλης Χρυσαφίδης ήταν γνωστός στους επιχειρηματικούς κύκλους, βιομήχανος και ιδιοκτήτης έξι εταιρειών, οι οποίες είχαν συνολικό τζίρο 600 εκατ. δραχμών ετησίως.
Όταν οι αστυνομικοί άνοιξαν το χρηματοκιβώτιο της οικίας, βρήκαν χρυσαφικά, ομόλογα και διάφορα έγγραφα, αλλά καθόλου χρήματα. Υποπτεύονταν ότι ο δράστης είχε πάρει τα χρήματα και κάποια απ’ τα κοσμήματα που φυλάσσονταν εκεί... Η αστυνομία, επίσης, ανακάλυψε χειρόγραφο σημείωμα του Χρυσαφίδη, σύμφωνα με το οποίο, στην περίπτωση που πέθαιναν όλα τα μέλη της οικογένειάς του, η περιουσία του θα πήγαινε στον ανιψιό του. Οι έρευνες δεν είχαν αποτέλεσμα και ουδέποτε θεωρήθηκε ύποπτος ο ανιψιός του Χρυσαφίδη.
Ο Ταϊλανδός δεν πιάστηκε ποτε
Ο Πάνος Σόμπολος στο βιβλίο του «Τα Εγκλήματα που συγκλόνισαν την Ελλλάδα όπως τα έζησα» (εκδόσεις Πατάκης), περιγράφει την ιστορία: «Το μόνο βέβαιο είναι ότι όταν Ταϊλάνδος με τη σύζυγό του, τη μητέρα του και τη θεία του, αναχώρησαν με την πτήση 967 της ταϊλανδικής αεροπορικής εταιρείας Thai στις 5:20 το απόγευμα της Παρασκευής 21 Ιουνίου 1991 για Μπανγκόκ. Τι ακριβώς πήρε μαζί του ο ταϊλανδός μπάτλερ φεύγοντας για την πατρίδα του κανένας δεν μπορεί να το γνωρίζει δεδομένου ότι ολόκληρη η οικογένεια Χρυσαφίδη ξεκληρίστηκε. Ποιος μπορεί να πει αν υπήρχαν χρήματα στο σπίτι ή θησαυροί; Οι ελληνικές αρχές ζήτησαν την έκδοση του μπάτλερ στην Ελλάδα, αλλά παρά την επιμονή και τις προσπάθειες, δεν κατέστη δυνατόν να ικανοποιηθεί αυτό το αίτημα. Οι ταϊλανδικες αρχές δεν ανταποκρίθηκαν θετικά ούτε και δέχτηκαν να δικάσουν στη χώρα τους τον μπάτλερ για την ομαδική σφαγή.
Ο Ταϊλανδός Πρασέρτ Σερτουσουάνα είχε γεννηθεί στην Μπανγκόκ το 1963 και ζούσε πολλά χρόνια στην Ελλάδα. Δούλευε για την οικογένεια Χρυσαφίδη από το 1989, είχε δικό του δωμάτιο και θεωρούνταν μέλος της οικογένειας. Όσοι τον γνώριζαν, τον περιέγραφαν ως ήρεμο, ευγενικό και χαμογελαστό νέο. Δύο μήνες πριν από τη δολοφονία, παντρεύτηκε την αγαπημένη του, Ουαζίτα, που εργαζόταν στη Βάρη, στο σπίτι της Μαρίας Πουλιάση. Σε συνέντευξή της στο «Έθνος», στον Πάνο Σόμπολο, η κα Πουλιάση δήλωσε ότι δεν μπορούσε να φανταστεί ότι το ζευγάρι ήταν υπεύθυνο για τις δολοφονίες: «Αν έχουν σχέση με τις δολοφονίες, κάποιος τους έβαλε, κάποιος τους ανάγκασε να το κάνουν»!
Ο Μιχάλης Χρυσαφίδης και ο φερόμενος ως δήμιός του
«Η οικογένεια λείπει για διακοπές»
Ας δούμε όμως όλες τις πτυχές της πολύκροτης υπόθεσης ερωτηματικά Καθώς και τα σκοτεινά σημεία που ανακύπτουν:
Ώρα 7 το βράδυ της Δευτέρας 24 Ιουνίου 1991 εντοπίζονται τα πτώματα της τετραμελούς οικογένειας στο υπόγειο της βίλας στην Εκάλη. Τα πτώματα ανακαλύφθηκαν αφότου οι αλλεπάλληλες κλήσεις που γίνονταν στη βίλα έμειναν αναπάντητες. Την πρώτη μέρα που δεν πήγε στο εργοστάσιο ο Χρυσαφίδης, απαντούσε στο τηλέφωνο ο Ταϊλανδός λέγοντας ότι η οικογένεια είχε φύγει διακοπές. Ο κηπουρός της βίλας Κυριάκος Κοίλιαρης έμπαινε με το δικό του κλειδί και περιποιούνταν τα δέντρα κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο. Τ
Την Τρίτη είδε τον Ταϊλανδό και τον ρώτησε για την οικογένεια και εκείνος του απάντησε με σπαστά ελληνικά ότι έλειπαν ή ότι ετοιμάζονταν για διακοπές - δεν κατάλαβε καλά. Την Πέμπτη και το Σάββατο, που ξαναπήγε, δεν είδε κανέναν. Είχε παρατηρήσει όμως ότι τα δύο αυτοκίνητα της οικογένειας ήταν παρκαρισμένα στο γκαράζ.
Την Τετάρτη 19 Ιουνίου στις 8:00 το πρωί, χτύπησε ο συναγερμός στη βίλα και κατέφθασε περιπολικό της αμέσου δράσεως. Οι αστυνομικοί βρήκαν τον μπάτλερ ο οποίος τους καθησύχασε λέγοντας ότι ο συναγερμός είχε χτυπήσει κατά λάθος και ότι τίποτε το ανησυχητικό δεν συνέβαινε. Δίπλα από τη σιδερένια εξώπορτα της βίλας υπήρχε αναρτημένο από την Παρασκευή 21 Ιουνίου, γραμμένο ανορθόγραφα, χειρόγραφο σημείωμα στα αγγλικά που έγραφε: Η οικογένεια απουσιάζει και θα επιστρέψει από διακοπές στις 28 Ιουλίου του 1991. Το σημείωμα, όπως διαπίστωσαν αργότερα, είχε γραφτεί από τον Ταϊλανδό. Αργά το απόγευμα της Δευτέρας ανησύχησαν όλοι οι συγγενείς και οι υπάλληλοι στο εργοστάσιο. Ο διευθυντής πωλήσεων, ο ανιψιός Αλέξανδρος Μακρίδης και ένας γείτονάς μπήκα στο σπίτι.
Οι χώροι μύριζαν άρωμα και σήψη
Τα πτώματα της οικογένειας Χρυσαφίδη ήταν όλα φιμωμένα με κουρελιασμένα πουκάμισα πλην του ενός παιδιού που είχε φιμωθεί με πετσέτα. Οι σοροί βρέθηκα σε τρία δωμάτια - αποθήκες του υπογείου της βίλας. Υπήρχαν παντού αίματα και οι χώροι μύριζαν άρωμα αλλά και σήψη.
Οι πόρτες ήταν όλες κλειδωμένες και αυτό που προκαλούσε εντύπωση ήταν το γεγονός ότι τα διάκενα ανάμεσα τους και στο δάπεδο ήταν φραγμένα με πετσέτες που είχαν τοποθετηθεί από την εξωτερική πλευρά.
Ο ιατροδικαστής κατά τη νεκροτομή είχε διαπιστώσει πως εκχυμώσεις που έφεραν τα δύο παιδιά στα χέρια και στα πόδια από το δέσιμο, προκλήθηκαν όσο ήταν εν ζωή. Δηλαδή τα έδεσαν ζωντανά και τα βασάνισαν και στο τέλος τα αποτελείωσαν με μπαλτά, βαριοπούλα και σκεπάρνι. Σε ένα άλλο δωμάτιο βρέθηκε το πτώμα της μητέρας Λιζ Χρυσαφίδη. Η γυναίκα ήταν φιμωμένη, αλλά όχι δεμένη. Φορούσε ένα ακριβό φόρεμα, όχι όμως εσώρουχα, πράγμα που δημιούργησε εκείνη την ημέρα ερωτηματικά για το αν είχε πέσει θύμα βιασμού.
Ο ιατροδικαστής επισήμανε ότι στα τέσσερα θύματα είχε προηγηθεί των θανατηφόρων χτυπημάτων βαρύς και ανελέητος ξυλοδαρμός! Ο μικρότερος αδελφός είχε δεχτεί χτύπημα στο στήθος που ήταν τόσο δυνατό ώστε του έσπασε το στέρνο. Ο μπάτλερ - να επισημανθεί - ήταν γνώστης πολεμικών τεχνών. Οι δολοφονίες των μελών της οικογένειας έγιναν σταδιακά, με δόσεις όπως έλεγε χαρακτηριστικά αστυνομικός. Πρώτα δολοφονήθηκαν τα παιδιά την Πέμπτη 20 Ιουνίου, ακολούθησε η δολοφονία του πατέρα, που προσδιορίζεται για το πρωί της Παρασκευής και τέλος της μητέρας που προσδιορίστηκε από τον ιατροδικαστή για το απόγευμα της Κυριακής 23 Ιουνίου. Αυτό σημαίνει ότι ο θάνατος της μητέρας επήλθε ενώ ήδη είχαν φτάσει η έφταναν στην Ταϊλάνδη οι φερόμενοι ως δράστες.
Ας δούμε όμως όλες τις πτυχές της πολύκροτης υπόθεσης ερωτηματικά Καθώς και τα σκοτεινά σημεία που ανακύπτουν:
Ώρα 7 το βράδυ της Δευτέρας 24 Ιουνίου 1991 εντοπίζονται τα πτώματα της τετραμελούς οικογένειας στο υπόγειο της βίλας στην Εκάλη. Τα πτώματα ανακαλύφθηκαν αφότου οι αλλεπάλληλες κλήσεις που γίνονταν στη βίλα έμειναν αναπάντητες. Την πρώτη μέρα που δεν πήγε στο εργοστάσιο ο Χρυσαφίδης, απαντούσε στο τηλέφωνο ο Ταϊλανδός λέγοντας ότι η οικογένεια είχε φύγει διακοπές. Ο κηπουρός της βίλας Κυριάκος Κοίλιαρης έμπαινε με το δικό του κλειδί και περιποιούνταν τα δέντρα κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο. Τ
Την Τρίτη είδε τον Ταϊλανδό και τον ρώτησε για την οικογένεια και εκείνος του απάντησε με σπαστά ελληνικά ότι έλειπαν ή ότι ετοιμάζονταν για διακοπές - δεν κατάλαβε καλά. Την Πέμπτη και το Σάββατο, που ξαναπήγε, δεν είδε κανέναν. Είχε παρατηρήσει όμως ότι τα δύο αυτοκίνητα της οικογένειας ήταν παρκαρισμένα στο γκαράζ.
Την Τετάρτη 19 Ιουνίου στις 8:00 το πρωί, χτύπησε ο συναγερμός στη βίλα και κατέφθασε περιπολικό της αμέσου δράσεως. Οι αστυνομικοί βρήκαν τον μπάτλερ ο οποίος τους καθησύχασε λέγοντας ότι ο συναγερμός είχε χτυπήσει κατά λάθος και ότι τίποτε το ανησυχητικό δεν συνέβαινε. Δίπλα από τη σιδερένια εξώπορτα της βίλας υπήρχε αναρτημένο από την Παρασκευή 21 Ιουνίου, γραμμένο ανορθόγραφα, χειρόγραφο σημείωμα στα αγγλικά που έγραφε: Η οικογένεια απουσιάζει και θα επιστρέψει από διακοπές στις 28 Ιουλίου του 1991. Το σημείωμα, όπως διαπίστωσαν αργότερα, είχε γραφτεί από τον Ταϊλανδό. Αργά το απόγευμα της Δευτέρας ανησύχησαν όλοι οι συγγενείς και οι υπάλληλοι στο εργοστάσιο. Ο διευθυντής πωλήσεων, ο ανιψιός Αλέξανδρος Μακρίδης και ένας γείτονάς μπήκα στο σπίτι.
Οι χώροι μύριζαν άρωμα και σήψη
Τα πτώματα της οικογένειας Χρυσαφίδη ήταν όλα φιμωμένα με κουρελιασμένα πουκάμισα πλην του ενός παιδιού που είχε φιμωθεί με πετσέτα. Οι σοροί βρέθηκα σε τρία δωμάτια - αποθήκες του υπογείου της βίλας. Υπήρχαν παντού αίματα και οι χώροι μύριζαν άρωμα αλλά και σήψη.
Οι πόρτες ήταν όλες κλειδωμένες και αυτό που προκαλούσε εντύπωση ήταν το γεγονός ότι τα διάκενα ανάμεσα τους και στο δάπεδο ήταν φραγμένα με πετσέτες που είχαν τοποθετηθεί από την εξωτερική πλευρά.
Ο ιατροδικαστής κατά τη νεκροτομή είχε διαπιστώσει πως εκχυμώσεις που έφεραν τα δύο παιδιά στα χέρια και στα πόδια από το δέσιμο, προκλήθηκαν όσο ήταν εν ζωή. Δηλαδή τα έδεσαν ζωντανά και τα βασάνισαν και στο τέλος τα αποτελείωσαν με μπαλτά, βαριοπούλα και σκεπάρνι. Σε ένα άλλο δωμάτιο βρέθηκε το πτώμα της μητέρας Λιζ Χρυσαφίδη. Η γυναίκα ήταν φιμωμένη, αλλά όχι δεμένη. Φορούσε ένα ακριβό φόρεμα, όχι όμως εσώρουχα, πράγμα που δημιούργησε εκείνη την ημέρα ερωτηματικά για το αν είχε πέσει θύμα βιασμού.
Ο ιατροδικαστής επισήμανε ότι στα τέσσερα θύματα είχε προηγηθεί των θανατηφόρων χτυπημάτων βαρύς και ανελέητος ξυλοδαρμός! Ο μικρότερος αδελφός είχε δεχτεί χτύπημα στο στήθος που ήταν τόσο δυνατό ώστε του έσπασε το στέρνο. Ο μπάτλερ - να επισημανθεί - ήταν γνώστης πολεμικών τεχνών. Οι δολοφονίες των μελών της οικογένειας έγιναν σταδιακά, με δόσεις όπως έλεγε χαρακτηριστικά αστυνομικός. Πρώτα δολοφονήθηκαν τα παιδιά την Πέμπτη 20 Ιουνίου, ακολούθησε η δολοφονία του πατέρα, που προσδιορίζεται για το πρωί της Παρασκευής και τέλος της μητέρας που προσδιορίστηκε από τον ιατροδικαστή για το απόγευμα της Κυριακής 23 Ιουνίου. Αυτό σημαίνει ότι ο θάνατος της μητέρας επήλθε ενώ ήδη είχαν φτάσει η έφταναν στην Ταϊλάνδη οι φερόμενοι ως δράστες.
Το έγκλημα προκάλεσε πλήθος δημοσιευμάτων διεθνώς
Αναπάντητα ερωτήματα
Τα ερωτήματα που προκύπτουν από την όλη ιστορία είναι αρκετά:
Πρώτο: Γιατί ο Ταϊλανδός σκότωσε ολόκληρη την οικογένεια; Ποιο ήταν το κίνητρο; Η ληστεία ή μήπως υπήρχαν κι άλλοι λόγοι, που δεν μπόρεσε να ανακαλύψει η Ασφάλεια από την έρευνα;
Δεύτερο: Υπήρχε κι άλλος συνεργός του Ταϊλανδού εκτός από τη γυναίκα και τη μητέρα του; Να τον έβαλε κάποιος άλλος να κάνει αυτό το άθλιο έγκλημα και με ποιο κίνητρο;
Τρίτο: Η Ελίζαμπεθ Χρυσαφίδη πέθανε - σύμφωνα με τον ιατροδικαστή - ενώ οι «δράστες» ταξίδευαν ή είχαν ήδη φτάσει στην Ταϋλάνδη. Μήπως υπήρχε κι άλλος αυτουργός στο τετραπλό έγκλημα;
Τέταρτο: Υπήρχε μία χειρόγραφη διαθήκη του Μιχάλη Χρυσαφίδη η οποία όριζε ότι, αν πάθαιναν κακό όλα τα μέλη της οικογένειας, η περιουσία του θα πήγαινε στον ανιψιό του. Γιατί την έγραψε αυτή την ιδιόχειρη διαθήκη ο Μιχάλης Χρυσαφίδης;
Δεν είναι σύνηθες να αναφέρεται κάποιος στο ενδεχόμενο να πάθει κάτι όλη η οικογένεια του. Δεχόταν μήπως ο Χρυσαφίδης απειλητικά τηλεφωνήματα; Αυτό το θέμα του σημειώματος, το διερεύνησε πολύ η Ασφάλεια. Εξέτασε μάρτυρες και φυσικά επισταμένως και τον ανιψιό αλλά δεν κατέληξε κάπου.
Ρώτησα τους αξιωματικούς για τον ανιψιό - γράφει Ο Πάνος Σόμπολος - και μου είπαν ότι ο άνθρωπος δεν έχει καμία σχέση με την όλη υπόθεση και μάλιστα του είχε στοιχίσει πάρα πολύ ο χαμός της οικογένειας Χρυσαφίδη».
Και κάτι ακόμα, που επανάφερε την τραγική ιστορία της οικογένειας Χρυσαφίδη στην επικαιρότητα πριν από λίγους μήνες.
Τα ερωτήματα που προκύπτουν από την όλη ιστορία είναι αρκετά:
Πρώτο: Γιατί ο Ταϊλανδός σκότωσε ολόκληρη την οικογένεια; Ποιο ήταν το κίνητρο; Η ληστεία ή μήπως υπήρχαν κι άλλοι λόγοι, που δεν μπόρεσε να ανακαλύψει η Ασφάλεια από την έρευνα;
Δεύτερο: Υπήρχε κι άλλος συνεργός του Ταϊλανδού εκτός από τη γυναίκα και τη μητέρα του; Να τον έβαλε κάποιος άλλος να κάνει αυτό το άθλιο έγκλημα και με ποιο κίνητρο;
Τρίτο: Η Ελίζαμπεθ Χρυσαφίδη πέθανε - σύμφωνα με τον ιατροδικαστή - ενώ οι «δράστες» ταξίδευαν ή είχαν ήδη φτάσει στην Ταϋλάνδη. Μήπως υπήρχε κι άλλος αυτουργός στο τετραπλό έγκλημα;
Τέταρτο: Υπήρχε μία χειρόγραφη διαθήκη του Μιχάλη Χρυσαφίδη η οποία όριζε ότι, αν πάθαιναν κακό όλα τα μέλη της οικογένειας, η περιουσία του θα πήγαινε στον ανιψιό του. Γιατί την έγραψε αυτή την ιδιόχειρη διαθήκη ο Μιχάλης Χρυσαφίδης;
Δεν είναι σύνηθες να αναφέρεται κάποιος στο ενδεχόμενο να πάθει κάτι όλη η οικογένεια του. Δεχόταν μήπως ο Χρυσαφίδης απειλητικά τηλεφωνήματα; Αυτό το θέμα του σημειώματος, το διερεύνησε πολύ η Ασφάλεια. Εξέτασε μάρτυρες και φυσικά επισταμένως και τον ανιψιό αλλά δεν κατέληξε κάπου.
Ρώτησα τους αξιωματικούς για τον ανιψιό - γράφει Ο Πάνος Σόμπολος - και μου είπαν ότι ο άνθρωπος δεν έχει καμία σχέση με την όλη υπόθεση και μάλιστα του είχε στοιχίσει πάρα πολύ ο χαμός της οικογένειας Χρυσαφίδη».
Και κάτι ακόμα, που επανάφερε την τραγική ιστορία της οικογένειας Χρυσαφίδη στην επικαιρότητα πριν από λίγους μήνες.
Ο Γιώργος Τράγκας ήθελε να αγοράσει τη Βίλα Χρυσαφίδη, αλλά...
Μύθος η αγορά της βίλας από τον Τράγκα
Γράφτηκε ότι η πολυτελής έπαυλη της οικογένειας πέρασε, μετά 4 χρόνια από τη σφαγή, στην κατοχή του δημοσιογράφου Γιώργου Τράγκα.
Στη Βίλα Χρυσαφίδη είχε γραφτεί μια από τις πιο αιματηρές σελίδες της ελληνικής εγκληματολογικής ιστορίας. Η αλήθεια είναι ότι ενδιαφέρθηκε για το «στοιχειωμένο» σπίτι της Εκάλης, ο Γιώργος Τράγκας και μάλιστα ένα χρόνο μετά τον θάνατο του ιδιοκτήτη του και της οικογενείας του· είχε κάνει πρόταση να το αγοράσει, αλλά τελικά η βίλα κατέληξε στα χέρια του επιχειρηματία κ. Παπαδαμαντίου (όπως έγραψε το protothema.gr. Τα υπόλοιπα είναι αστικοί μύθοι…
Σήμερα, 31 χρόνια μετά, τα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα και τέσσερις νεκροί χωρίς ανάπαυση.
Γράφτηκε ότι η πολυτελής έπαυλη της οικογένειας πέρασε, μετά 4 χρόνια από τη σφαγή, στην κατοχή του δημοσιογράφου Γιώργου Τράγκα.
Στη Βίλα Χρυσαφίδη είχε γραφτεί μια από τις πιο αιματηρές σελίδες της ελληνικής εγκληματολογικής ιστορίας. Η αλήθεια είναι ότι ενδιαφέρθηκε για το «στοιχειωμένο» σπίτι της Εκάλης, ο Γιώργος Τράγκας και μάλιστα ένα χρόνο μετά τον θάνατο του ιδιοκτήτη του και της οικογενείας του· είχε κάνει πρόταση να το αγοράσει, αλλά τελικά η βίλα κατέληξε στα χέρια του επιχειρηματία κ. Παπαδαμαντίου (όπως έγραψε το protothema.gr. Τα υπόλοιπα είναι αστικοί μύθοι…
Σήμερα, 31 χρόνια μετά, τα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα και τέσσερις νεκροί χωρίς ανάπαυση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα