Μια άλλη πτυχή της βίας μεταξύ ανηλίκων έρχεται να φωτίσει η καταγγελία ενός πατέρα για τον βιασμό του πεντάχρονου γιου του από δύο συνομηλίκους τους, σε νηπιαγωγείο της Αλεξανδρούπολης. Η υπόθεση, που πλέον έχει περάσει στα χέρια της δικαιοσύνης, αναδεικνύει μια υποκαταγεγραμμένη μορφή κακοποίησης, καθώς αποσιωπάται συχνά από τα θύματα λόγω φόβου ή απορρίπτεται ως ευφάνταστο σενάριο από τους ενήλικες που θεωρούν ότι «τα παιδιά απλώς είναι παιδιά».
«Και κατά το παρελθόν υπήρχαν περιστατικά βίας μεταξύ των ανηλίκων (ακόμη και σεξουαλικής), απλώς σήμερα έχουν αυξηθεί, αφενός, λόγω της ευαισθητοποίησης της κοινωνίας σε αυτά τα περιστατικά, αφετέρου, εξαιτίας της αύξησης της βίας αυτής καθεαυτής. Η σεξουαλική βία αποτελεί μία μορφή βίας η οποία στιγματίζει το παιδί για την υπόλοιπη ζωή του, είτε έχει εμπλακεί ως θύμα, είτε ως θύτης» αναφέρει στο ygeiamou η κ. Ζωή Σιούτη, M.Sc. & M.Ed., Κλινική και Συμβουλευτική Ψυχολόγος, Παιδοψυχολόγος, και Θεραπεύτρια CBT, ACT και EMDRΤ.
«Η συγκεκριμένη συνθήκη δημιουργεί έντονη ανησυχία στους γονείς για το πώς θα διακρίνουν εάν το παιδί τους είναι θύμα ή θύτης σεξουαλικής βίας» προσθέτει και μας βοηθά να προσεγγίσουμε αυτό το λεπτό θέμα, εξηγώντας τα σημάδια που καταδεικνύουν ότι ένα παιδί είναι θύμα ή θύτης σεξουαλικής βίας και δίνοντας πολύτιμες συμβουλές.
Επώδυνο μυστικό
Μελέτες δείχνουν ότι τουλάχιστον ένα στα τρία περιστατικά παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης αφορά ανήλικους θύτες -από την ηλικία των 4 ή 5 ετών-, με συχνότερα θύματα τα παιδιά μικρότερης ηλικίας. Ιδίως για τις περιπτώσεις που οι θύτες είναι αδέλφια του θύματος -η συχνότερη περίπτωση, σύμφωνα με έρευνες, με θύματα κυρίως κορίτσια– η κακοποίηση θα παραμείνει επώδυνο μυστικό για πολλά χρόνια από τη διακοπή της.
Τα παιδιά δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν ή να αποκαλύψουν την κακοποίηση λόγω πλήθους παραγόντων όπως:
- η διαβίωση σε έντονα σεξουαλικοποιημένο περιβάλλον, με έντονη έκθεση σε πορνογραφικό περιεχόμενο ή ακατάλληλη γλώσσα, που θολώνει τα όρια μεταξύ αποδεκτής και επιβλαβούς συμπεριφοράς
- η αποξένωση από τους γονείς ή περιορισμένη επαφή με θετικά πρότυπα ενηλίκων, όπως στην περίπτωση παιδιών που διαβιούν σε ιδρύματα
- η παραμέληση από τους γονείς και η κάλυψη των αναγκών για προσοχή και ενδιαφέρον από παιδιά ή αδέλφια με κακοποιητικές σεξουαλικές συμπεριφορές, δημιουργώντας έτσι μια σύγχυση για το τι είναι επιβλαβές
- η εφαρμογή στρατηγικών φίμωσης του θύματος, όπως η απειλή της κοινωνικής περιθωριοποίησης ή ποινών αν αποκαλυφθεί η κακοποίηση.
Ανάλογα με τη συμπεριφορά, την ηλικία και το αναπτυξιακό στάδιο και των δύο παιδιών ή των νέων, οι σεξουαλικές τους συμπεριφορές μπορεί να είναι αμοιβαίες και να έχουν συναινετικό χαρακτήρα, να είναι επιβλαβείς είτε να θεωρούνται ακατάλληλες για το ηλικιακό στάδιο. Οι επιβλαβείς σεξουαλικές συμπεριφορές συνήθως εκφράζονται προς συνομηλίκους από τον κοινωνικό κύκλο και μπορεί να περιλαμβάνουν επιθετικότητα ή βία.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι παράγοντες για το αν μια συμπεριφορά είναι καταχρηστική/κακοποιητική περιλαμβάνουν:
- την ανισότητα μεταξύ των παιδιών. Η ηλικιακή διαφορά δύο ή περισσότερων ετών θα υποδείκνυε ανισότητα στη δυναμική της εξουσίας, όπως και η ύπαρξη αναπηρίας, η κοινωνική θέση, ακόμη και η αυτοπεποίθηση και η ιδιοσυγκρασία.
- την αδυναμία για ή απουσία συγκατάθεσης μετά από ενημέρωση. Για παράδειγμα, ένα παιδί με σημαντική νοητική υστέρηση μπορεί να μην είναι σε θέση να δώσει τη συγκατάθεσή του μετά από πληροφόρηση, ακόμη και αν αφορά συνομήλικο.
- τον εξαναγκασμό ή την επιθετικότητα, όπως απειλές (τόσο σιωπηρές όσο και ρητές), σωματικές επιθέσεις ή απειλές σωματικής βλάβης ή άλλα κίνητρα (όπως ανταμοιβές).
Τα παιδιά που βιώνουν σεξουαλική κακοποίηση από αδέλφια διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για κατάθλιψη, διατροφικές διαταραχές, αυτοκτονικό ιδεασμό και χρήση ουσιών. Ενδέχεται επίσης να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στις συναισθηματικές σχέσεις ως ενήλικες, επιλέγοντας συχνά βίαιους ή κακοποιητικούς συντρόφους, ή να βιώνουν τραύμα και δυσφορία, καθώς κατανοούν με ενήλικη σκέψη τι τους συνέβη. Η διάλυση της οικογένειας είναι συχνή, με τα θύματα να κατηγορούνται ενίοτε για τη διαίρεση της οικογένειας. Επιπλέον, τα θύματα ενδέχεται να εξαναγκάζονται να διατηρήσουν επαφή με τον θύτη τους, περιπλέκοντας περαιτέρω την ανάρρωσή τους.
Πέραν της κακοποίησης του παιδιού ως παράγοντα κινδύνου να γίνει θύτης, ο εκφοβισμός, η συναισθηματική ή σωματική κακοποίηση ή διαταραγμένες σχέσεις με τους γονείς, μπορεί να συμβάλουν σε μετέπειτα κακοποιητικές συμπεριφορές τους.
Αναγνωρίζοντας τους θύτες και τα θύματα
Σύμφωνα με την κ. Σιούτη, σημάδια που καταδεικνύουν ότι ένα παιδί είναι θύμα σεξουαλικής βίας είναι τα εξής:
- Τραύματα ή αιμορραγία στην γεννητική και περιγεννητική περιοχή, επίμονος πόνος κατά την ούρηση ή την αφόδευση, εμφάνιση σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων.
- Υπερβολικές συζητήσεις για το σεξ και γνώση ή εμφάνιση σεξουαλικής συμπεριφοράς που δεν ανταποκρίνεται στην ηλικία του παιδιού. Το παιδί ενδέχεται να ζωγραφίζει σεξουαλικά θέματα, να αναφέρει ιστορίες σεξ ή τα παιχνίδια του να έχουν σεξουαλικό περιεχόμενο.
- Κρατά μυστικά και περνά ασυνήθιστα μεγάλο χρόνο μόνο του.
- Δεν θέλει να μένει μόνο του με συγκεκριμένα άτομα ή φοβάται να είναι μακριά από τους γονείς του.
- Εμφανίζει συμπεριφορές παλινδρόμησης (π.χ. νυκτερινή ενούρηση).
- Παρουσιάζει υπερβολικά συμμορφωτική συμπεριφορά.
- Αποφεύγει να βγάλει τα ρούχα του για να αλλάξει ή να κάνει μπάνιο.
- Διαπιστώνεται αλλαγή στις διατροφικές του συνήθειες.
- Φοβάται να μένει μόνο του τη νύχτα και βλέπει εφιάλτες.
- Εμφανίζει συμπτώματα κατάθλιψης, υπερβολικό άγχος και ανησυχία, μειωμένη αυτοπεποίθηση ή κακή εικόνα του εαυτού και αλλαγές στη διάθεση, όπως αυξημένη επιθετικότητα σε μέλη της οικογένειας, φίλους ή κατοικίδια.
Τα παιδιά που είναι θύτες σεξουαλικής κακοποίησης έχουν συνήθως τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
- Υπήρξαν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης κατά το παρελθόν.
- Εμφάνισαν ταχύτερη ήβη.
- Υπάρχει ιστορικό αυτοτραυματισμών.
- Έχουν κακή σχέση με τους γονείς τους ή βιώνουν γονεϊκή απόρριψη και κακοποιητικό-βίαιο περιβάλλον.
- Δυσκολεύονται να δημιουργήσουν ουσιαστικές σχέσεις με συνομηλίκους τους.
- Θεωρούν ότι η σεξουαλική δραστηριότητα είναι απαραίτητο στοιχείο του εαυτού τους.
- Εμφανίζουν ελάχιστη ή καθόλου ενσυναίσθηση και χαμηλά επίπεδα άγχους και ανασφάλειας.
- Είναι παρορμητικά και προσελκύονται από τη βία.
«Για την πρόληψη της σεξουαλικής βίας φροντίζουμε να διατηρούμε μία ανοικτή και στενή επικοινωνία με το παιδί μας, θέτοντάς του όρια και όντας το πρότυπο που χρειάζεται. Δεν ξεχνάμε ότι είμαστε οι γονείς του παιδιού και όχι φίλοι του. Εάν αντιληφθούμε ότι το παιδί μας έχει εμπλακεί καθ’ οποιονδήποτε τρόπο σε περιστατικό σεξουαλικής βίας, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι βιώνει συναισθήματα θλίψης, θυμού, ντροπής, άρνησης και άγχους» αναφέρει η κ. Σιούτη και εξηγεί παρακάτω:
Εάν τα παιδί μας υπήρξε θύμα σεξουαλικής βίας:
- Απαντάμε στο παιδί με φροντίδα και αμεσότητα.
- Πιστεύουμε το παιδί προκειμένου να μας εμπιστευθεί και αυτό.
- Είμαστε υποστηρικτικοί και παραμένουμε ψύχραιμοι.
- Αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα αναζητώντας άμεσα υγειονομική περίθαλψη από επαγγελματίες υγείας-ψυχικής υγείας.
- Διερευνούμε το περιστατικό χωρίς να δείξουμε στο παιδί ότι το κατηγορούμε. Θέτουμε άμεσες ερωτήσεις και ξεκαθαρίζουμε τη
- συμπεριφορά που θέλουμε να μας περιγράψει.
- Δείχνουμε στο παιδί ότι ενδιαφερόμαστε για αυτό και ότι είμαστε ανοικτοί για συζήτηση.
- Δείχνουμε στο παιδί ότι υπάρχει διαθέσιμη βοήθεια.
- Απευθυνόμαστε άμεσα σε επαγγελματία ψυχικής υγείας.
- Επειδή, το περιστατικό σεξουαλικής βίας συνιστά και ποινικό αδίκημα, οφείλουμε να απευθυνθούμε άμεσα στις διωκτικές αρχές, αναφέροντας το περιστατικό. Θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι η δουλειά των διωκτικών αρχών σε περιπτώσεις εγκλημάτων που εμπλέκονται ανήλικοι, είτε ως θύματα, είτε ως θύτες, επικεντρώνεται στην προστασία των παιδιών και στην παροχή βοήθειας σε αυτά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα