Το δικαστήριο δέχθηκε ότι αποδείχθηκε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της συμπεριφοράς της τράπεζας και της ζημιάς που υπέστη η ομολογιούχος, επιδικάζοντας αποζημίωση ίση με το 53,5% της ονομαστικής αξίας του ομολόγου που αγόρασε από την τράπεζα αλλά και χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη η επενδύτρια από την τράπεζα.
Πρόκειται για την πρώτη αμετάκλητη δικαστική απόφαση που εκδόθηκε το 2018 και δικαιώνει ομολογιούχο για το «κούρεμα» που υπέστησαν εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες πολίτες αλλά και τα ασφαλιστικά ταμεία της χώρας.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, η τράπεζα παρέλειψε να ενημερώσει ομολογιούχο για τον κίνδυνο που διέτρεχε να χάσει την περιουσία της λόγω της μείωσης της πιστοληπτικής ικανότητας του Ελληνικού Δημοσίου και του επικείμενου επιβλαβούς PSI. Η τράπεζα όφειλε να ενημερώσει την επενδύτρια με βάση την ισχύουσα νομοθεσία.
Το σκεπτικό της απόφασης
Διαβάστε αναλυτικά το σκεπτικό της απόφασης που δικαιώνει αμετάκλητα την ομολογιούχο:
«Προκύπτει σαφώς, πως, αν η ενάγουσα πωλούσε έγκαιρα το ομόλογο, θα είχε περιορίσει την ζημιά της και θα εισέπραττε…, με αποτέλεσμα η ζημιά της να μην αγγίζει το ποσοστό του 53,5%.
Απ’ όσα προαναφέρθηκαν, κρίνεται βάσιμος ο ισχυρισμός της ενάγουσας, ότι δηλαδή η εναγόμενη παρέλειψε να την ενημερώσει μετά την κατάρτιση της σύμβασης για τον κίνδυνο που διέτρεψε να απωλέσει το κεφάλαιο ή μέρος αυτού λόγω της μείωσης της πιστοληπτικής ικανότητας του Ελληνικού Δημοσίου και του επικείμενου επιβλαβούς PSI, καθόσον η συμπεριφορά αυτή αντίκειται στη άρθρο 27 του Ν.3606/2007 και στις διατάξεις των άρθρων 281 και 288 του ΑΚ, δηλαδή η εναγόμενη δεν ενημέρωσε για τον κίνδυνο που διέτρεχε η επένδυση της ενάγουσας, όπως υποχρεούτο βάσει του Ν. 3606/2007 και της καλής πίστης και των χρηστών συναλλακτικών ηθών, και, ως εκ τούτου, είναι παράνομη. Με άλλα λόγια, η παράνομη συμπεριφορά της εναγόμενης συνδέεται αιτιωδώς προς την επελθούσα ζημιά της περιουσίας της ενάγουσας, αφού η τελευταία δεν ενημερώθηκε για τον κίνδυνο που διέτρεχε η επένδυσή της από τις διακυμάνσεις της πιστοληπτικής ικανότητας του εκδότη του ομολόγου και τις μεταβολές στην ικανότητα αποπληρωμής του εκδότη, ώστε να μπορέσει να αποφασίσει σε τί ενέργειες θα προβεί για την προστασία της επένδυσής της.
Επομένως, ουσιαστικά αβάσιμος κρίνεται ο περί του αντιθέτου ισχυρισμός της εναγόμενης, ότι δηλαδή η ζημιά της αντιδίκου της δε συνδέεται με τη συμπεριφορά της, διότι ο εκδότης (Ελληνικό Δημόσιο) εφάρμοσε με νόμο το πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων και στην περίπτωση της ενάγουσας, που αρνήθηκε να συναινέσει στην ανταλλαγή αυτή, δεδομένου ότι, ουδεμία έννομη επιρροή μπορούσε να έχει η τυχόν αντίρρηση της ενάγουσας στο PSI, διότι το αποτέλεσμα κρίθηκε από τους μεγαλοεπενδυτές, που είχαν την πλειοψηφία.
Επιπλέον, η ενάγουσα πέραν της θετικής ζημιάς, ποσού … την οποία υπέστη εξαιτίας της παράνομης συμπεριφοράς της εναγόμενης, υπέστη από την ως άνω αδικοπρακτική συμπεριφορά της και ηθική βλάβη, για την οποία πρέπει να της επιδικαστεί, μετά από στάθμιση της έκτασης της, της έλλειψης υπαιτιότητας της ενάγουσας, του μεγέθους της θετικής ζημιάς της, της ψυχικής ταλαιπωρίας της καθώς και της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης των διαδίκων το ποσό…Πρέπει επομένως η αγωγή να γίνει δεκτή και ως
ουσιαστικά βάσιμη και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των με το νόμιμο τόκο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα