Εξτρα αποζημίωση ως αντάλλαγμα για την υποχρεωτική επαναπρόσληψη εισάγει το σχέδιο νόμου του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για μια σειρά από απολύσεις που μπορούσαν να κριθούν καταχρηστικές από τα δικαστήρια.
Σύμφωνα με ειδικούς εργατολόγους, η διάταξη αφορά κυρίως απολύσεις που γίνονται για οικονομοτεχνικούς λόγους, οι οποίες δυνητικά θα μπορούσαν να κριθούν καταχρηστικές από τα δικαστήρια. Όπως λένε νομικοί κύκλοι, σε πολλές περιπτώσεις απολύσεων - για παράδειγμα στην εποχή της κρίσης αλλά και στην εποχή της COVID-19 - οι δικαστές εξετάζουν αν η απόλυση ήταν το έσχατο μέσο ή αν ο εργοδότης μπορούσε για παράδειγμα να προβεί σε μείωση μισθού κ.α. Νομικοί εξηγούν πως το Δίκαιο της απόλυσης είναι πολύ συχνό αντικείμενο δικών, καθώς προσφεύγουν αρκετοί εργαζόμενοι.
Οι περισσότεροι, βέβαια, εργαζόμενοι – σύμφωνα πάντα με τους ίδιους νομικούς κύκλους – συμβιβάζονται εν τέλει με χρηματικό ποσό αντί της επαναπρόσληψης καθώς συχνά υπάρχει κλονισμός στις σχέσεις εργοδότη – εργαζόμενου. Οι εργατολόγοι εξηγούν ότι σε αρκετές περιπτώσεις ο ίδιος ο εργαζόμενος δεν επιθυμεί να επιστρέψει στη δουλειά του και προτιμά την αυξημένη αποζημίωση ενώ και ο εργοδότης επιλέγει να πληρώσει κάτι παραπάνω για μειώσει στο μέλλον το εργατικό κόστος.
Ο προβληματισμός για τη συγκυρία
Προβληματισμός ωστόσο επικρατεί σε μερίδα νομικών αν και κατά πόσο η επίμαχη διάταξη είναι καλό να προωθηθεί τώρα ή αργότερα, λόγω και της συγκυρίας της σταδιακής αποσωλήνωσης της αγοράς εργασίας από τα οριζόντια μέτρα στήριξης της πανδημίας. Συγκυρία κρίσιμη, που θα αφήσει σταδιακά να φανούν – όπως λένε επανειλημμένα παράγοντες της αγοράς – οι πραγματικές πληγές στην αγορά εργασίας. Από την άλλη, βέβαια, πρέπει κανείς να λάβει υπόψη του πως αυτού του είδους οι δικαστικές διαδικασίες είναι σχεδόν πάντα χρονοβόρες και μπορεί να καθυστερήσουν έως και πάνω από 5 χρόνια, με αποτέλεσμα να μην συμπίπτει ο χρόνος της απόλυσης με τον χρόνο δικαστικής λύσης της υπόθεσης.
Σε κάθε περίπτωση η κωδικοποίηση και η διεύρυνση των περιπτώσεων για τις οποίες μια απόλυση κρίνεται άκυρη με αποτέλεσμα ο εργαζόμενος να δικαιούται επαναπρόσληψη και μισθούς υπερημερίας, καλύπτει ένα τμήμα των καταχρηστικών απολύσεων του Αστικού Κώδικα άρθρο 281, αλλά αφήνει εκτός – κατά τις ίδιες πηγές - ένα σημαντικό κομμάτι απολύσεων που αφορούν σε οικονομοτεχνικούς λόγους.
«Κατά την άποψη μου θα δημιουργηθούν σοβαρά προβλήματα και με άλλες περιπτώσεις απολύσεων όπως για παράδειγμα όταν η απόλυση συντελείται ως πειθαρχική ποινή προβλεπόμενη από τον κανονισμό της εταιρείας και ο εργαζόμενος μέχρι τώρα προσέφευγε ζητώντας ακύρωση και επαναπρόσληψη» παρατηρεί ο δικηγόρος – εργατολόγος, Γιάννης Καρούζος και προσθέτει: «Επίσης σοβαρά προβλήματα θα δημιουργηθούν και στις περιπτώσεις απολυμένων εργαζομένων συνεπεία μυνήσεων του εργοδότη όταν και αυτοί προσφεύγουν εναντίον του για άκυρη απόλυση και δικαιωθούν. Θα μπορούν τότε να επαναπροσληφθούν ή θα ικανοποιούνται με μια επιπλέον αποζημίωση»;
Η έξτρα αποζημίωση κυμαίνεται – όπως είχε αποκαλύψει η «Η» – από 3 έως 24 μηνιάτικα. Αν προσθέσει κανείς και τα 12 μηνιάτικα της κανονικής αποζημίωσης που δικαιούται ο μισθωτός εφόσον έχει από 16 έτη και πάνω συμπληρωμένα στον ίδιο εργοδότη, τότε το συνολικό πακέτο της αποζημίωσης μπορεί να φτάσει έως και τα τα 36 μηνιάτικα.
Ποιοι εργαζόμενοι δικαιούνται την έξτρα αποζημίωση;
Την έξτρα αποζημίωση δικαιούνται μισθωτοί που απολύονται και η απόλυσή τους πάσχει για λόγο διαφορετικό από τους λόγους που αναφέρονται στο νομοσχέδιο. Σύμφωνα με ειδικούς φωτογραφίζονται περιπτώσεις απολύσεων για οικονομοτεχνικούς λόγους, οι οποίες δυνητικά θα μπορούσαν να κριθούν καταχρηστικές από τα δικαστήρια και την προηγούμενη νομολογία.
Πως μπορεί να λάβει ο εργαζόμενος την έξτρα αποζημίωση;
Εφόσον ο εργαζόμενος προσφύγει στη Δικαιοσύνη επειδή έχει βάσιμους λόγους να θεωρεί πως η απόλυσή του είναι καταχρηστική, τότε μπορεί ενώπιον του δικαστηρίου να ζητήσει την πρόσθετη αποζημίωση, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των τακτικών αποδοχών 3 μηνών, ούτε μεγαλύτερη του διπλάσιου της κατά νόμο αποζημίωσης λόγω καταγγελίας κατά τον χρόνο απόλυσης.
Το ίδιο αίτημα μπορεί να υποβάλλει, βέβαια και ο εργοδότης κατά την διάρκεια της διαδικασίας με την ίδια βαρύτητα. Το αίτημα υποβάλλεται από τον εργαζόμενο ή από τον εργοδότη σε οποιοδήποτε στάδιο της δίκης, σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας.
Με δυο κριτήρια το ύψος της έξτρα αποζημίωσης:
Το εύρος της έξτρα αποζημίωσης, δηλαδή αν θα είναι 3 μηνιάτικα ή 24 το καθορίζει το δικαστήριο με δυο βασικά κριτήρια που θέτει ο νομοθέτης. Δεν υπάρχει δηλαδή συγκεκριμένη φόρμουλα στο νόμο.
Το δικαστήριο αποφασίζει τον καθορισμό του ποσού της πρόσθετης αποζημίωσης, λαμβάνοντας υπόψη:
την ένταση του πταίσματος του εργοδότη και
την περιουσιακή και οικονομική κατάσταση του εργαζομένου και του εργοδότη.
Για παράδειγμα:
Μισθωτός που έχει προϋπηρεσία 5 χρόνια συμπληρωμένα στον ίδιο εργοδότη. Δικαιούται από το νόμο αποζημίωση 3 μηνών. Εφόσον η απόλυσή του είναι δυνητικά καταχρηστική μπορεί προσφεύγοντας στο δικαστήριο να κερδίσει άλλους τρεις μήνες αποζημίωσης.
Μισθωτός που έχει προϋπηρεσία 12 χρόνια συμπληρωμένα στον ίδιο εργοδότη. Δικαιούται από το νόμο αποζημίωση 8 μηνών. Εφόσον η απόλυσή του είναι δυνητικά καταχρηστική μπορεί προσφεύγοντας στο δικαστήριο να κερδίσει άλλους 3-8 μήνες ή και περισσότερο αποζημίωσης. Έστω ότι κερδίζει 8 μήνες έξτρα από το δικαστήριο, θα λάβει συνολικά 16 μηνιάτικα.
Μισθωτός που έχει προϋπηρεσία 16 χρόνια συμπληρωμένα στον ίδιο εργοδότη. Δικαιούται από το νόμο αποζημίωση 12 μηνών. Εφόσον η απόλυσή του είναι δυνητικά καταχρηστική μπορεί προσφεύγοντας στο δικαστήριο να κερδίσει άλλους 3-24 μήνες. Έστω ότι το παράπτωμα του εργοδότη είναι εξαιρετικά βαρύ και ο δικαστής εξαντλεί την πρόβλεψη του νόμου, ο μισθωτός κερδίζει 24 μήνες έξτρα από το δικαστήριο και θα λάβει συνολικά 36 μηνιάτικα.
Όλοι οι παραπάνω εργαζόμενοι χάνουν, ωστόσο, την πιθανότητα της επαναπρόσληψης και των μισθών υπερημερίας, που κατά περίπτωση και ανάλογα με τις καθυστερήσεις του εκάστοτε δικαστηρίου μπορεί να φτάσει και τα 5 χρόνια.
Ποιοι χάνουν και την επαναπρόσληψη και την έξτρα αποζημίωση
Προσοχή χρειάζεται, καθώς δεν επιτρέπεται να αιτηθεί ταυτόχρονα ο εργαζόμενος την ακύρωση της καταγγελίας μετά των συνεπειών αυτής και την αστική ποινή. Δηλαδή δεν μπορεί να ζητήσει και την επαναπρόσληψη και την έξτρα αποζημίωση. Όπως αναφέρεται καθαρά στο νομοσχέδιο, στην περίπτωση που σωρρευθούν τα σχετικά αγωγικά αιτήματα, η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη.
απαράδεκτη.
Το δικαίωμα στην επαναπρόσληψη διατηρούν μια σειρά από εργαζόμενοι, η απόλυση των οποίων είναι άκυρη για συγκεκριμένους λόγους οι οποίοι αναφέρονται στο νομοσχέδιο.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η αναφορά του νομοσχεδίου στην "ενάσκηση του νομίμου δικαιώματος του εργαζομένου", ως αιτία για άκυρη απόλυση. Με αυτή την γενική πρόβλεψη καλύπτονται πολλές περιπτώσεις απολύσεων που κυρήσσονταν καταχρηστικές από τα δικαστήρια, όπως για παράδειγμα διαμαρτυρία στην Επιθεώρηση Εργασίας. Έτσι όταν ο εργαζόμενος απολύθηκε επειδή άσκησε οποιοδήποτε νόμιμο δικαίωμα του (ζήτησε αύξηση μισθού η αιτήθηκε αδείας) η απόλυση θεωρείται άκυρη και καταχρηστική και ο εργαζόμενος επιστρέφει υποχρεωτικά στη δουλειά του ενώ του καταβάλλονται και οι μισθοί για την περίοδο μέχρι την επαναπρόσληψη.
Διευρύνεται η λίστα των άκυρων απολύσεων
Άκυρες θεωρούνται στο εξής οι απολύσεις για άσκηση των δικαιωμάτων σε περίπτωση βίας και παρενόχλησης, του πατέρα νεογεννηθέντος τέκνου, εργαζομένων που έλαβαν ή ζήτησαν οποιαδήποτε άδεια, εργαζομένων που αρνήθηκαν να συμφωνήσουν διευθέτηση του χρόνου εργασίας, τηλεργαζομένων που άσκησαν το δικαίωμα αποσύνδεσης.
Σύμφωνα με το άρθρο 65 του νομοσχεδίου η καταγγελία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας από τον εργοδότη είναι άκυρη, εφόσον η απόλυση:
Οφείλεται σε δυσμενή διάκριση σε βάρος του εργαζομένου ή εκδικητικότητα λόγω φύλου, φυλής, χρώματος, πολιτικών φρονημάτων, θρησκευτικών ή φιλοσοφικών πεποιθήσεων, γενεαλογικών καταβολών, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενετήσιου ή σεξουαλικού προσανατολισμού, ηλικίας, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου, αναπηρίας, ή συμμετοχής ή μη σε συνδικαλιστική οργάνωση ή
γίνεται λόγω ενάσκησης νομίμου δικαιώματος του εργαζομένου ή
αντίκειται σε άλλη ειδική διάταξη νόμου, ιδίως όταν πρόκειται για απόλυση:
που οφείλεται σε διάκριση ή ως αντίμετρο σε καταγγελία ή αίτημα παροχής έννομης προστασίας, για τη διασφάλιση τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης,
που οφείλεται στην άσκηση των δικαιωμάτων σε περίπτωση βίας και παρενόχλησης,
των εγκύων και τεκουσών γυναικών, όπως και του πατέρα του νεογεννηθέντος τέκνου, όταν δεν συντρέχει σπουδαίος λόγος
εργαζομένων που έλαβαν ή ζήτησαν οποιαδήποτε άδεια και στην περίπτωση που έλαβαν ή ζήτησαν ευέλικτη ρύθμιση για λόγους φροντίδας του παιδιού,
κατά τη διάρκεια της άδειας αναψυχής,
των πολύτεκνων, αναπήρων και εν γένει προστατευόμενων προσώπων που έχουν τοποθετηθεί όταν δεν έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις
των στρατευμένων,
των μετεκπαιδευομένων εργαζομένων σε τουριστικές επιχειρήσεις,
που γίνεται κατά παράβαση της νομοθεσίας περί ομαδικών απολύσεων,
των συνδικαλιστικών στελεχών, όπως και των μελών της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας, του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων και των εκπροσώπων των εργαζομένων που ασκούν τα καθήκοντά τους στο πλαίσιο της διαδικασίας για την ενημέρωση και τη διαβούλευση,
που οφείλεται σε νόμιμη συνδικαλιστική δράση του εργαζομένου,
λόγω μη αποδοχής από τον εργαζόμενο πρότασης του εργοδότη για μερική απασχόληση ή εκ περιτροπής εργασίας,
των εργαζομένων που αρνούνται την εφαρμογή της διευθέτησης που έχει συμφωνηθεί συλλογικά και η άρνησή τους δεν είναι αντίθετη με την καλή πίστη, καθώς και των εργαζομένων που αρνούνται τυχόν πρόταση του εργοδότη για διευθέτηση του χρόνου εργασίας,
των τηλε - εργαζομένων που ασκούν το δικαίωμα αποσύνδεσης
Οι απολυθέντες που εμπίπτουν σε αυτές τις ειδικές περιπτώσεις δικαιούνται, αντί της αγωγής ακύρωσης και διεκδίκησης μισθών υπερημερίας και της επαναπασχόλησής τους, να επιλέξουν να διεκδικήσουν την αστική ποινή, δηλαδή την έξτρα αποζημίωση.
Αντιστροφή του βάρους της απόδειξης υπέρ του εργαζομένου
Ειδικά γι αυτές τις κατηγορίες αντιστρέφεται το βάρος της απόδειξης. Δηλαδή, αν ο απολυθείς εργαζόμενος αποδείξει ενώπιον δικαστηρίου πραγματικά περιστατικά ικανά να στηρίξουν την πεποίθηση ότι η απόλυσή του είναι άκυρη σύμφωνα με τις παραπάνω περιπτώσεις εναπόκειται στον εργοδότη να αποδείξει ότι η απόλυση είναι έγκυρη.
Αλλάζει και το πλαίσιο για απολύσεις συνδικαλιστών
Σημαντικές αλλαγές έχει το νομοσχέδιο και για τις απολύσεις των συνδικαλιστών, καθώς εξισώνεται εν πολλοίς το πλαίσιο με αυτό που ισχύει για τις έγκυες. Το νέο πλάισιο διατηρεί τους λόγους απόλυσης που ισχύουν και σήμερα, καταργεί την Επιτροπή Προστασίας Συνδικαλιστικών Στελεχών και εισάγει ένα λόγο απόλυσης σημαντικό για τους συνδικαλιστές που είναι ευρύς και ισχύει και για τις έγκυες : τον σπουδαίο λόγο.
Εργατολόγοι κάνουν λόγο για πλήρη αλλαγή του δικαίου της προστασίας των συνδικαλιστών.
Σπουδαίος λόγος για απόλυση, από τη νομολογία έχει καθοριστεί να είναι ακόμη και ο κλονισμός εμπιστοσύνης, ακόμη και η εν γένει αντισυμβατική συμπεριφορα, η άρνηση εκτέλεσης καθηκόντων, η αργοπορημένη προσέλευση στην εργασία κ.α.
Καταργείται επίσης η Επιτροπή Προστασίας, στην οποία κατέφευγε ο εργοδότης για να απολύσει συνδικαλιστή. Εκεί προΐστατο ο πρόεδρος Πρωτοδικών, ενώ συμμετείχαν εκπρόσωποι από κοινωνικούς εταίρους. Πρόκειται για ένα σύνθετο γραφειοκρατικό όργανο που γνωμοδοτούσε με δυσκαμψία για απολύσεις συνδικαλιστών. Όπως ξηγούν νομικοί κύκλοι, η νομολογία διέπλασε με την πάροδο του χρόνου το δικαίωμα του εργοδότη να απολύει και χωρίς την έγκρισή της εν λόγω Επιτροπής
4μηνη περίοδος χάριτος στον εργοδότη - Τι ισχύει σε περίπτωση κουτσουρεμένης αποζημίωσης
Με το νομοσχέδιο δίνεται 4μηνη περίοδος χάριτες στον εργοδότη, εφόσον δεν τήρησε τα προβλεπόμενα κατά την απόλυση (η απόλυση θεωρείται έγκυρη, εφόσον έχει γίνει εγγράφως, έχει καταβληθεί η οφειλομένη αποζημίωση και έχει καταχωρηθεί η απασχόληση του απολυόμενου στα τηρούμενα για τον ΕΦΚΑ μισθολόγια ή έχει ασφαλιστεί ο απολυόμενος) να επανέλθει εντός 4 μηνών και να καλύψει την τυπική παράλειψη. Σε αυτή την περίπτωση το κύρος της καταγγελίας ισχυροποιείται.
Στην περίπτωση που η πλήρωση των προϋποθέσεων γίνει μετά την ως άνω προθεσμία, η πλήρωση αυτή λογίζεται ως νέα καταγγελία και η προηγούμενη ως ανυπόστατη. Εάν η αποζημίωση απόλυσης υπολείπεται της νόμιμης κατά ποσοστό μέχρι 10%, θεωρείται ότι έγινε λόγω συγγνωστής πλάνης και ο απολυθείς μπορεί να αιτηθεί αγωγικά μόνο συμπλήρωσή της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα