Οι αλλαγές αφορούν τη βάση υπολογισμού των προσωρινών συντάξεων που νομοθετήθηκαν με τα άρθρα 115 και 116 του Νόμου 4714/2020.
Με το άρθρο 115 προβλέφθηκε η αύξηση των προσωρινών συντάξεων από το 50% στο 70% και 80% του μέσου μηνιαίου μισθού ή εισοδήματος του τελευταίου 12μήνου πριν από την αίτηση συνταξιοδότησης, ενώ με το άρθρο 116 προβλέφθηκε η αύξηση της προσωρινής σύνταξης στο 80% του ποσού της κανονικής σύνταξης. Το άρθρο 115 αφορά τις αιτήσεις που έχουν υποβληθεί με έντυπη μορφή, ενώ το άρθρο 116 τις ηλεκτρονικές αιτήσεις και εν προκειμένω αφορά μόνον τις συντάξεις χηρείας.
– Για τους ασφαλισμένους που προέρχονται από Ταμεία μισθωτών και έχουν υποβάλει αιτήσεις σε έντυπη μορφή, η προσωρινή σύνταξη ανέρχεται στο 80% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών κατά τους 12 μήνες ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης με πλαφόν τα 768 ευρώ (όσο δύο εθνικές συντάξεις των 384 ευρώ) και ελάχιστο ποσό τα 384 ευρώ.
– Για τους μη μισθωτούς (αυτοτελώς απασχολούμενους, ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες) που έχουν υποβάλει αιτήσεις σε έντυπη μορφή, η προσωρινή σύνταξη αντιστοιχεί στο 70% του μηνιαίου εισοδήματος του 12μήνου πριν από τη συνταξιοδότηση, όπως αυτό προκύπτει από τη μετατροπή των εισφορών σε ασφαλιστέο εισόδημα.
– Για τους αγρότες το ποσό της προσωρινής σύνταξης έχει πλαφόν τα 768 ευρώ και ελάχιστο ποσό τα 384 ευρώ, ενώ για τους λοιπούς μη μισθωτούς, δηλαδή του αυτοαπασχολούμενους γιατρούς, δικηγόρους μηχανικούς του ΕΤΑΑ και τους ελεύθερους επαγγελματίες του ΟΑΕΕ, η προσωρινή μπορεί να υπολογίζεται με 70%, αλλά το πλαφόν ανεβαίνει στα 960 ευρώ (δυόμισι εθνικές συντάξεις), ενώ το ελάχιστο ποσό είναι στα 384 ευρώ.
Τα νέα ποσά έχουν ήδη πληρωθεί σε χιλιάδες συνταξιούχους, ενώ θα καταβληθούν και σε όσους έχει καθυστερήσει η προσωρινή σύνταξη ή δεν την ζήτησαν όταν υπέβαλαν αίτηση πιστεύοντας ότι έτσι θα καθυστερούσε και η οριστική σύνταξη. Μετά την πρόσφατη διάταξη νόμου (για την προκαταβολή σύνταξης) που καθιστά υποχρεωτική τη χορήγηση προσωρινής είτε το ζητήσει είτε όχι ο ασφαλισμένος, ο ΕΦΚΑ θα πρέπει να βρει και να καταβάλει τις αυξημένες προσωρινές συντάξεις σε συνταξιούχους που είχαν κάνει χειρόγραφες αιτήσεις και δεν ζήτησαν προσωρινή, αλλά μόνον οριστική σύνταξη.
Σε περιπτώσεις που ο συνταξιούχος εργάζεται, η προσωρινή σύνταξη έχει μείωση 30%, ενώ με απασχόληση στο Δημόσιο, η σύνταξη (είτε προσωρινή είτε οριστική) αναστέλλεται μέχρι ο συνταξιούχος να συμπληρώσει το 62ο έτος και στη συνέχεια καταβάλλεται με μείωση 30%.
Αυτό που απλοποιείται με την εγκύκλιο είναι ότι ένας συνταξιούχος που δηλώνει συνέχιση απασχόλησης κατά την αίτηση συνταξιοδότησης θα λάβει αυτόματα την προσωρινή σύνταξη, χωρίς να χρειαστεί να διακόψει την εργασία του λόγω συνταξιοδότησης. Το πέναλτι δηλαδή της μείωσης κατά 30% θα υπολογιστεί με την έκδοση της προσωρινής.
Υπενθυμίζεται ότι η μείωση 30% δεν εφαρμόζεται στις συντάξεις γήρατος, των συνταξιούχων του ΟΓΑ που συνεχίζουν να απασχολούνται ως αγρότες, των ψυχικά ασθενών, των συνταξιούχων αναπηρίας, των πολύτεκνων, και των συνταξιούχων άλλων Ταμείων που έχουν αγροτική ενασχόληση και το ετήσιο εισόδημά τους τη δραστηριότητά τους ως αγροτών, μελισσοκόμων, κτηνοτρόφων, πτηνοτρόφων και αλιέων δεν υπερβαίνει το ποσό 10.000 ευρώ.
Για τους ασφαλισμένους που έχουν υποβάλει ηλεκτρονική αίτηση συνταξιοδότησης (άρθρο 116 Νόμου 4714/2020) η προσωρινή λόγω γήρατος και αναπηρίας θα έπρεπε να είναι ίση με το 80% της οριστικής σύνταξης. Επί του παρόντος, η διάταξη θα εφαρμοστεί στις ηλεκτρονικές αιτήσεις για προσωρινή σύνταξη χηρείας όπου θα χορηγείται το 80% εφόσον συμμετέχουν στην απονομή και τα τέκνα και στη συνέχεια θα παίρνουν το μερίδιό τους. Οταν δεν συμμετέχουν τα τέκνα, η προσωρινή σύνταξη χηρείας ανέρχεται στο 70% με ελάχιστο ποσό τα 346 ευρώ.
Για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης προσωρινής σύνταξης εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, εντός 2 μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών και όχι από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης ή από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου. Το σημείο αυτό χρήζει προσοχής γιατί κρύβει παγίδα καθυστέρησης που μπορεί να μην την αντιληφθούν οι ασφαλισμένοι. Για παράδειγμα, αν ένας συνταξιούχος αιτήθηκε σύνταξης τον Φεβρουάριο του 2021, προσκομίζει κάποιο δικαιολογητικό που έλειπε τον Μάιο του 2021, θα περιμένει άλλους δύο μήνες, ως τον Ιούλιο, για να πάρει προσωρινή, γιατί η αίτηση συνταξιοδότησης που κατέθεσε τον Φεβρουάριο ήταν ελλιπής!
Εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης θα αντιμετωπιστούν με βάση τις νέες οδηγίες.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα