Όπως είπε ο κ. Χατζηδάκης, “το δημοσίευμα της Καθημερινής αναφέρεται σε τιμές χονδρικής σε όλη την Ευρώπη” επισημαίνοντας την ίδια ώρα ότι “τρεις παράγοντες μπορούν να βοηθήσουν στο να έχουμε λογικές τιμές ρεύματος: η απολιγνιτοποίηση, διότι δεν θα πληρώνουμε τόσα πολλά στο χρηματιστήριο των ρύπων, η πραγματική απελευθέρωση με το target model, φτάνει να λειτουργήσει σωστά και το τρίτο είναι μπουν Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αλλά με όρους αγοράς, να υπάρχει ανταγωνισμός και μεταξύ τους”.
Για το εάν αυξάνονται διεθνώς οι τιμές ηλεκτρικού ρεύματος είπε ότι “πράγματι αυξάνονται και στην Ευρώπη ” προσθέτοντας ότι “υπάρχει μια διεθνής τάση αύξησης της τιμής του ρεύματος” καθώς “έχει ανέβει τρομερά τον τελευταίο χρόνο το φυσικό αέριο από την μια πλευρά και από την άλλη πλευρά διότι έχει ανέβει το χρηματιστήριο των ρύπων και επηρεάζεται το τι πληρώνουν οι ηλεκτρικές εταιρείες για το διοξείδιο του άνθρακα το οποίο εκπέμπουν. Αυτό στην Ελλάδα συνδέεται και με τους λιγνίτες. Δηλαδή το ότι και με λιγνίτη οδηγεί πια με τόσο ψηλό χρηματιστήριο στο διοξείδιο του άνθρακα να έχουμε και ακριβότερο ρεύμα”.
Για τα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος
Σε ερώτηση για το εάν θα υπάρξουν αυξήσεις στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος τον Σεπτέμβριο είπε τα εξής: “Αυτά θα ρωτήσετε το αρμόδιο υπουργείο και τις εταιρείες που σχετίζονται με τον ηλεκτρισμό”.
Υπενθυμίζεται ότι η Καθημερινή σε σημερινό δημοσίευμα της αναφέρει ότι το Σεπτέμβριο επιχειρήσεις και νοικοκυριά θα δουν αυξήσεις “φωτιά” έως και 50% στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος.
Όπως επισημαίνεται: Οι υψηλές τιμές στη χονδρεμπορική αγορά που έσπασαν κάθε ρεκόρ τον Αύγουστο, πυροδοτούμενες και από την υψηλή ζήτηση λόγω του παρατεταμένου καύσωνα θα φέρουν σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αγοράς – αυξήσεις στα τιμολόγια ρεύματος που θα φτάσουν μέχρι και το 50% , ασκώντας ασφυκτικές πιέσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που παλεύουν να ορθοποδήσουν από τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και συνολικότερα στην κυβέρνηση ο προβληματισμός για την επιβάρυνση των καταναλωτών αλλά και των αλυσιδωτών ανατιμήσεων σε προϊόντα και υπηρεσίες από την αύξηση του ενεργειακού κόστους είναι έντονος ωστόσο δεν υπάρχουν εργαλεία για τον περιορισμό τους αφού κατά κύριο λόγο οι αυξήσεις είναι αποτέλεσμα εξωγενών παραγόντων που συνδέονται με τη σημαντική άνοδο των τιμών των CO2 ως αποτέλεσμα της πολιτικής της ΕΕ για την κλιματική αλλαγή και το συνεχιζόμενο ράλι τιμής του φυσικού αερίου.
Οι προσπάθειες συγκράτησης
Σε μια προσπάθεια να αποφευχθούν τουλάχιστον κερδοσκοπικές τάσεις, αφού οι εκτιμήσεις συγκλίνουν στο ότι οι τιμές θα σταθεροποιηθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα στα υψηλά επίπεδα των 100 ευρώ η μεγαβατώρα , η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ έχει ζητήσει από τη ΡΑΕ αυστηρή επιτήρηση της χονδρεμπορικής αγοράς.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η πρωτοβουλία της ΡΑΕ να θέσει σε διαβούλευση προτάσεις για την ενίσχυση της διαφάνειας των τιμολογίων ώστε ο καταναλωτής να γνωρίζει όταν υπογράφει σύμβαση το τελικό κόστος που θα πληρώσει και με την ενεργοποίηση της ρήτρας αναπροσαρμογής που εφαρμόζουν οι προμηθευτές οι οποίες βρίσκουν αντίθετες τις εταιρείες προμήθειας συμπεριλαμβανομένης της ΔΕΗ.
Η σχετική διαβούλευση που έληγε χθες, πήρε παράταση μέχρι τις 14 Σεπτεμβρίου. Στο πλαίσιο συγκράτησης των αυξήσεων εντάσσεται και η απόφαση της ΡΑΕ να επιμερίσει την ανάκτηση ποσού ύψους 16,7 εκατ. ευρώ από τη ΔΕΗ που αντιστοιχεί σε υπoανάκτηση εισόδου για τη χρήση του δικτύου διανομής του έτους 2019 σε ορίζοντα 8 ετίας. Έτσι το ποσό που θα περάσει στην κατανάλωση ως χρέωση τέλους δικτύου για το 2021 περιορίστηκε σε 1,2 εκατ. ευρώ που αντιστοιχεί στον ΔΕΔΔΗΕ.
Υπό συζήτηση τέλος φαίνεται να έχει τεθεί από κάποιες πλευρές η ελάφρυνση των λογαριασμών ρεύματος για τους οικιακούς καταναλωτές μέσω της μείωσης του ΕΤΜΕΑΡ υπό την έννοια ότι θα μπορούσε το πλεόνασμα που δημιουργείται στον ΕΛΑΠΕ από την αύξηση της χονδρεμπορικής τιμής ρεύματος να διαμοιραστεί στους καταναλωτές , περιορίζοντας τη συνεισφορά που καταβάλλουν οι ίδιοι.
Με επιφύλαξη βλέπει η ΡΑΕ πάντως ένα τέτοιο σενάριο καθώς εκτιμά ότι το πλεόνασμα ΕΛΑΠΕ δεν έχει σταθεροποιηθεί.
Όπως επισημαίνεται: Οι υψηλές τιμές στη χονδρεμπορική αγορά που έσπασαν κάθε ρεκόρ τον Αύγουστο, πυροδοτούμενες και από την υψηλή ζήτηση λόγω του παρατεταμένου καύσωνα θα φέρουν σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αγοράς – αυξήσεις στα τιμολόγια ρεύματος που θα φτάσουν μέχρι και το 50% , ασκώντας ασφυκτικές πιέσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις που παλεύουν να ορθοποδήσουν από τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και συνολικότερα στην κυβέρνηση ο προβληματισμός για την επιβάρυνση των καταναλωτών αλλά και των αλυσιδωτών ανατιμήσεων σε προϊόντα και υπηρεσίες από την αύξηση του ενεργειακού κόστους είναι έντονος ωστόσο δεν υπάρχουν εργαλεία για τον περιορισμό τους αφού κατά κύριο λόγο οι αυξήσεις είναι αποτέλεσμα εξωγενών παραγόντων που συνδέονται με τη σημαντική άνοδο των τιμών των CO2 ως αποτέλεσμα της πολιτικής της ΕΕ για την κλιματική αλλαγή και το συνεχιζόμενο ράλι τιμής του φυσικού αερίου.
Οι προσπάθειες συγκράτησης
Σε μια προσπάθεια να αποφευχθούν τουλάχιστον κερδοσκοπικές τάσεις, αφού οι εκτιμήσεις συγκλίνουν στο ότι οι τιμές θα σταθεροποιηθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα στα υψηλά επίπεδα των 100 ευρώ η μεγαβατώρα , η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ έχει ζητήσει από τη ΡΑΕ αυστηρή επιτήρηση της χονδρεμπορικής αγοράς.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η πρωτοβουλία της ΡΑΕ να θέσει σε διαβούλευση προτάσεις για την ενίσχυση της διαφάνειας των τιμολογίων ώστε ο καταναλωτής να γνωρίζει όταν υπογράφει σύμβαση το τελικό κόστος που θα πληρώσει και με την ενεργοποίηση της ρήτρας αναπροσαρμογής που εφαρμόζουν οι προμηθευτές οι οποίες βρίσκουν αντίθετες τις εταιρείες προμήθειας συμπεριλαμβανομένης της ΔΕΗ.
Η σχετική διαβούλευση που έληγε χθες, πήρε παράταση μέχρι τις 14 Σεπτεμβρίου. Στο πλαίσιο συγκράτησης των αυξήσεων εντάσσεται και η απόφαση της ΡΑΕ να επιμερίσει την ανάκτηση ποσού ύψους 16,7 εκατ. ευρώ από τη ΔΕΗ που αντιστοιχεί σε υπoανάκτηση εισόδου για τη χρήση του δικτύου διανομής του έτους 2019 σε ορίζοντα 8 ετίας. Έτσι το ποσό που θα περάσει στην κατανάλωση ως χρέωση τέλους δικτύου για το 2021 περιορίστηκε σε 1,2 εκατ. ευρώ που αντιστοιχεί στον ΔΕΔΔΗΕ.
Υπό συζήτηση τέλος φαίνεται να έχει τεθεί από κάποιες πλευρές η ελάφρυνση των λογαριασμών ρεύματος για τους οικιακούς καταναλωτές μέσω της μείωσης του ΕΤΜΕΑΡ υπό την έννοια ότι θα μπορούσε το πλεόνασμα που δημιουργείται στον ΕΛΑΠΕ από την αύξηση της χονδρεμπορικής τιμής ρεύματος να διαμοιραστεί στους καταναλωτές , περιορίζοντας τη συνεισφορά που καταβάλλουν οι ίδιοι.
Με επιφύλαξη βλέπει η ΡΑΕ πάντως ένα τέτοιο σενάριο καθώς εκτιμά ότι το πλεόνασμα ΕΛΑΠΕ δεν έχει σταθεροποιηθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα