Οι Αρματωλοί, λοιπόν, έπαιρναν μια κουμπούρα γιομάτη, σήκωναν τη σκανδάλη της, την ακουμπούσαν ορθή πάνω σε μια πέτρα ίσια κι ένας απ’όλους- με μια σειρά ορισμένη- τη στριφογυρνούσε με το δεξί του χέρι, όσο πιο γρήγορα μπορούσε.
Ενόσω η κουμπούρα αυτή περιστρεφόταν, τα κλεφτόπουλα, καθισμένα ολόγυρα, τραγουδούσαν.
Τέλος η κουμπούρα έπεφτε πάνω στην πέτρα κι έπαιρνε φωτιά. Όταν δεν έπιανε φωτιά, την έπαιρνε ο διπλανός κι άρχιζε με τη σειρά του να τη στριφογυρίζει μέχρι αποτελέσματος. Η σφαίρα συνήθως έπαιρνε κάποιον απ’ όλους. Όταν όμως δεν χτυπούσε κανέναν, έλεγαν ότι αυτό ήταν το θέλημα της μοίρας.
Το κλέφτικο αυτό παιχνίδι το απαγόρευσε ο Κολοκοτρώνης με αυστηρές διαταγές. «Δεν με νοιάζει για τα τομάρια σας» τους έλεγε, «αλλά για το μπαρούτι που χάνεται άδικα!» Κι ύστερα συμπλήρωνε: «Μοναχά εσάς συλλογιέμαι, παλικάρια μου! Δοξασμένος είναι ο θάνατος πάνω στη μάχη, όχι όμως και στα καλά καθούμενα!».
Το παιχνίδι αυτό χαρακτηριζόταν με τη φράση «Όποιον πάρει ο χάρος», που έμεινε από τότε ως τα χρόνια μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα