Το 1918 ο Λέων Τρότσκι, μιλώντας προς τους Δυτικούς πιστωτές της Ρωσίας, οι οποίοι είχαν θορυβηθεί από την αποκήρυξη από τους μπολσεβίκους του εξωτερικού χρέους από την τσαρική περίοδο, δήλωσε: «Κύριοι, σας προειδοποίησαν». Τους υπενθύμισε ότι η κίνηση αυτή συνιστούσε βασική εξαγγελία της αποτυχημένης εξέγερσης το 1905. Πέρασαν εκατό και πλέον χρόνια.
Η Ρωσία σήμερα βρίσκεται στο χείλος ακόμη μιας χρεοκοπίας, αν και δεν υπήρξε καμία προειδοποίηση. Λίγοι περίμεναν ότι η εισβολή του Κρεμλίνου στην Ουκρανία θα προκαλέσει τόσο άγρια αντίδραση από τη Δύση, η οποία έχει αποκόψει τη Ρωσία από το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα πληρωμών. Κάνοντας μια αναδρομή, διαπιστώνουμε πως λίγο πριν από την επανάσταση του 1917, η Ρωσία ήταν η χώρα με τις υψηλότερες οφειλές διεθνώς, διότι είχε σε μεγάλο βαθμό λάβει πιστώσεις που διοχετεύονταν στη χρηματοδότηση της εκβιομηχάνισης και των σιδηροδρόμων.
Ωστόσο, οι μπολσεβίκοι θεώρησαν την ώθηση της τσαρικής εκβιομηχάνισης ως αποτυχία της εργατικής τάξης, εξ ου και απέρριψαν το χρέος. «Είπαν πως “δεν πληρώνουμε και ακόμη και να μπορούσαμε”. Και αυτή ήταν μια πολιτική δήλωση», σημειώνει ο Χασάν Μάλι, ανώτερος αναλυτής σε θέματα δημοσίου χρέους στο Loomis Sayles και συγγραφέας του βιβλίου «Τραπεζίτες και μπολσεβίκοι: Τα διεθνή οικονομικά και η Ρωσική Επανάσταση».
Παρά την υπενθύμιση του Τρότσκι, η χρεοκοπία συγκλόνισε τον κόσμο, ιδιαίτερα τη Γαλλία, της οποίας οι τράπεζες και οι πολίτες υπέστησαν τεράστιες ζημίες. «Οι επενδυτές δεν το πήραν στα σοβαρά, γιατί πίστευαν ότι δεν θα είχε τόσο βλαβερό αντίκτυπο», διευκρίνισε ο Χασάν Μάλικ, εκτιμώντας ότι το χρέος φθάνει τουλάχιστον τα 500 δισ. δολάρια σε τιμές του 2020 και πιθανώς και περισσότερο. Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, το 1991, η Ρωσία σταμάτησε να εξυπηρετεί μέρος του υπερπόντιου χρέους που κληρονόμησε από τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες.
Ο Αντρέι Βαβίλοφ, αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών της Ρωσίας μεταξύ 1994 και 1997, τόνισε ότι η Ρωσική Ομοσπονδία είχε περίπου 105 δισ. δολάρια σε χρέος της σοβιετικής εποχής στα τέλη του 1992, με το δικό της να ανέρχεται σε 2,8 δισ. δολάρια.
Για την αποδοχή του κληρονομηθέντος χρέους, η Λέσχη του Παρισιού αναγνώρισε τη Ρωσία ως πιστώτρια χώρα, έγραψε ο Βαβίλοφ σε συναφές βιβλίο του. Και καθώς η Ρωσία συμφώνησε με τη Λέσχη να αναδιαρθρώσει χρέος 28 δισ. δολαρίων το 1996, της επετράπη να μεταθέσει τις υψηλές δόσεις για την αποπληρωμή του σοβιετικού χρέους στην επόμενη δεκαετία.
Μέχρι το 1997, η πτώση των τιμών του πετρελαίου μείωσε τα ρωσικά έσοδα. Το εξωτερικό χρέος, πλησίον του 50% του ΑΕΠ το 1995, είχε διογκωθεί το 1998 στο 77%, σύμφωνα με τον Βαβίλοφ, ο οποίος το αποδίδει στον επαχθή δανεισμό από το ΔΝΤ. Η Ρωσία συγκέντρωσε πολύ λίγα φορολογικά έσοδα και βασιζόταν σε βραχυπρόθεσμα γραμμάτια δημοσίου γνωστά ως GKO για την κάλυψη των δαπανών.
Σύντομα έφθασε να ξοδεύει και περισσότερα κεφάλαια για να στηρίξει το ρούβλι. «Οσο περισσότερο η κυβέρνηση επέμενε ότι θα υπερασπιστεί το νόμισμα και θα αποπληρώσει τα χρέη της, τόσο περισσότεροι επενδυτές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ήταν ώρα να πουλήσουν ρούβλια», ανέφερε ο Κρις Μίλερ στο βιβλίο του «Τα οικονομικά του Πούτιν: εξουσία και χρήμα στην αναδυόμενη Ρωσία».
Ενα μήνα πριν από τη χρεοκοπία, το ΔΝΤ συγκέντρωσε ένα πακέτο βοήθειας 22,6 δισ. δολαρίων, και στις 17 Αυγούστου 1998, η Ρωσία υποτίμησε το ρούβλι, ανακοινώνοντας ότι δεν μπορούσε πλέον να πληρώσει το χρέος της σε ρούβλια και επέβαλε τρίμηνο μορατόριουμ για κάποιο εξωτερικό χρέος. Τώρα έχει πολλά μετρητά, αλλά μπορεί να μην αποφύγει την πτώχευση. kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα