Η κυβέρνηση δεν κρύβει τις προθέσεις της να επαναφέρει τις κατώτατες αμοιβές στο ύψος που ήταν πριν το 2012, όταν υπέστησαν την μεγάλη μείωση κατά την περίοδο εφαρμογής των μνημονιακών επιταγών.
Ταυτοχρόνως, «κλείνει το μάτι» στο ενδεχόμενο να ξεπεράσει ακόμη και το όριο των 751 ευρώ και να προσεγγίσει το ποσό που έχει προαναγγείλει ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αύξηση των κατώτατων αμοιβών, εφόσον κερδίσει τις εκλογές και σχηματίσει κυβέρνηση.
Ως «επιστροφή των μισθών» θεωρείται η αναπροσαρμογή – όχι μόνο του κατώτατου μισθού – αλλά και των υπολοίπων αμοιβών, στις οποίες έως τώρα δεν περνούν οι αυξήσεις που δίδονται στα κατώτατα όρια. Αλλά ας δούμε τα δεδομένα, έτσι όπως προκύπτουν από τις επίσημες – αλλά και τις ανεπίσημες – δηλώσεις των κυβερνώντων.
Σε πρώτη φάση η κυβέρνηση άφησε να διαφαίνεται ότι με τη νέα αύξηση ο κατώτατο μισθός θα επανέλθει στα 751 ευρώ – όσο δηλαδή ήταν πριν τη μεγάλη μείωση που υπέστη το 2012, κατ΄ επιταγή του δεύτερου μνημονίου. Ο ΣΥΡΙΖΑ «πλειοδότησε» ανακοινώνοντας κατώτατο μισθό 800 ευρώ, εφόσον έλθει στην κυβέρνηση μετά τις εκλογές.
Ωστόσο η κυβέρνηση επανήλθε αφήνοντας να εννοηθεί ότι η επερχόμενη αύξηση του 2023 θα είναι υψηλότερη (της αναμενόμενης) και ενδέχεται να «πλησιάσει» την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο υπουργός Οικονομικών κ. Χρ. Σταϊκούρας έχει αναφερθεί σε «εκπλήξεις» στο ποσοστό της αύξησης, που θα διαμορφώσουν το μισθό κοντά στο μέσο όρο των χωρών της Ευρώπης (αυτό προσδιορίζεται κοντά στα 780 ευρώ).
Πάντως, ο υπουργός Εργασίας κ. Κ. Χατζηδάκης αποφεύγει να αναφερθεί σε ποσοστά υπογραμμίζοντας ότι κάτι τέτοιο θα ακύρωνε τη νόμιμη διαδικασία προσδιορισμού του κατώτατου μισθού. Τον Ιανουάριο του 2023 αναμένεται να ξεκινήσει – εκ νέου – η διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού, ενώ ο νέος μισθός θα ισχύσει από την 1η Μαΐου του επομένου έτους.
Οι υπόλοιποι μισθοί
Πάντως, το «στοίχημα» του 2023 δεν είναι το ύψος της αύξησης των κατώτατων αμοιβών, αλλά κατά πόσο θα «επιστρέψουν» οι υπόλοιπες αμοιβές, οι οποίες δεν βελτιώθηκαν τα τελευταία χρόνια, ούτε ακολούθησαν την πορεία αύξησης του κατώτατου μισθού.
Η κυβέρνηση δέχεται πιέσεις από τα συνδικάτα να επαναφέρει τις συλλογικές συμβάσεις και το νομικό καθεστώς που ίσχυε προ της οικονομικής κρίσης και της ισχύος των μνημονίων. Κάτι τέτοιο θα σηματοδοτούσε την οριστική λήξη της δύσκολης αυτής περιόδου και θα έδινε το έναυσμα για ουσιαστικότερη βελτίωση των αμοιβών, ικανοποιώντας και το πάγιο αίτημα της ΓΣΕΕ σύμφωνα με το οποίο το ύψος των αμοιβών θα πρέπει να καθορίζεται μέσω των διαπραγματεύσεων των εργοδοτικών και εργατικών οργανώσεων. Άρση των περιορισμών στις συμβάσεις σημαίνει επαναφορά της ευθύνης της διαμόρφωσης των κατώτατων αμοιβών στην υπογραφή Εθνικής Σύμβασης μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Όπως και επαναφορά σε ισχύ της μετενέργειας των συλλογικών κλαδικών συμβάσεων εργασίας, καθώς και της αρχή της ευνοϊκότερης σύμβασης.
Έρευνα του Ινστιτούτου εργασίας της ΓΣΕΕ δείχνει πως καμία βελτίωση δεν έχει επέλθει στους μέσους μισθούς παρά τις αυξήσεις που δόθηκαν στις κατώτατες αμοιβές τα τελευταία χρόνια. Η κατάρρευση των κλαδικών συμβάσεων, είχε ως αποτέλεσμα να καλύπτουν – μόλις και μετά βίας – το 25% των εργαζομένων.
Έτσι το 80% των εργαζομένων δηλώνει πως δεν έχει λάβει καμία αύξηση εντός του έτους, γεγονός που σημαίνει πως οι αυξήσεις στα κατώτατα όρια δεν επηρεάζουν τους υπόλοιπους μισθούς.
Ταυτοχρόνως, «κλείνει το μάτι» στο ενδεχόμενο να ξεπεράσει ακόμη και το όριο των 751 ευρώ και να προσεγγίσει το ποσό που έχει προαναγγείλει ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αύξηση των κατώτατων αμοιβών, εφόσον κερδίσει τις εκλογές και σχηματίσει κυβέρνηση.
Ως «επιστροφή των μισθών» θεωρείται η αναπροσαρμογή – όχι μόνο του κατώτατου μισθού – αλλά και των υπολοίπων αμοιβών, στις οποίες έως τώρα δεν περνούν οι αυξήσεις που δίδονται στα κατώτατα όρια. Αλλά ας δούμε τα δεδομένα, έτσι όπως προκύπτουν από τις επίσημες – αλλά και τις ανεπίσημες – δηλώσεις των κυβερνώντων.
Σε πρώτη φάση η κυβέρνηση άφησε να διαφαίνεται ότι με τη νέα αύξηση ο κατώτατο μισθός θα επανέλθει στα 751 ευρώ – όσο δηλαδή ήταν πριν τη μεγάλη μείωση που υπέστη το 2012, κατ΄ επιταγή του δεύτερου μνημονίου. Ο ΣΥΡΙΖΑ «πλειοδότησε» ανακοινώνοντας κατώτατο μισθό 800 ευρώ, εφόσον έλθει στην κυβέρνηση μετά τις εκλογές.
Ωστόσο η κυβέρνηση επανήλθε αφήνοντας να εννοηθεί ότι η επερχόμενη αύξηση του 2023 θα είναι υψηλότερη (της αναμενόμενης) και ενδέχεται να «πλησιάσει» την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο υπουργός Οικονομικών κ. Χρ. Σταϊκούρας έχει αναφερθεί σε «εκπλήξεις» στο ποσοστό της αύξησης, που θα διαμορφώσουν το μισθό κοντά στο μέσο όρο των χωρών της Ευρώπης (αυτό προσδιορίζεται κοντά στα 780 ευρώ).
Πάντως, ο υπουργός Εργασίας κ. Κ. Χατζηδάκης αποφεύγει να αναφερθεί σε ποσοστά υπογραμμίζοντας ότι κάτι τέτοιο θα ακύρωνε τη νόμιμη διαδικασία προσδιορισμού του κατώτατου μισθού. Τον Ιανουάριο του 2023 αναμένεται να ξεκινήσει – εκ νέου – η διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού, ενώ ο νέος μισθός θα ισχύσει από την 1η Μαΐου του επομένου έτους.
Οι υπόλοιποι μισθοί
Πάντως, το «στοίχημα» του 2023 δεν είναι το ύψος της αύξησης των κατώτατων αμοιβών, αλλά κατά πόσο θα «επιστρέψουν» οι υπόλοιπες αμοιβές, οι οποίες δεν βελτιώθηκαν τα τελευταία χρόνια, ούτε ακολούθησαν την πορεία αύξησης του κατώτατου μισθού.
Η κυβέρνηση δέχεται πιέσεις από τα συνδικάτα να επαναφέρει τις συλλογικές συμβάσεις και το νομικό καθεστώς που ίσχυε προ της οικονομικής κρίσης και της ισχύος των μνημονίων. Κάτι τέτοιο θα σηματοδοτούσε την οριστική λήξη της δύσκολης αυτής περιόδου και θα έδινε το έναυσμα για ουσιαστικότερη βελτίωση των αμοιβών, ικανοποιώντας και το πάγιο αίτημα της ΓΣΕΕ σύμφωνα με το οποίο το ύψος των αμοιβών θα πρέπει να καθορίζεται μέσω των διαπραγματεύσεων των εργοδοτικών και εργατικών οργανώσεων. Άρση των περιορισμών στις συμβάσεις σημαίνει επαναφορά της ευθύνης της διαμόρφωσης των κατώτατων αμοιβών στην υπογραφή Εθνικής Σύμβασης μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Όπως και επαναφορά σε ισχύ της μετενέργειας των συλλογικών κλαδικών συμβάσεων εργασίας, καθώς και της αρχή της ευνοϊκότερης σύμβασης.
Έρευνα του Ινστιτούτου εργασίας της ΓΣΕΕ δείχνει πως καμία βελτίωση δεν έχει επέλθει στους μέσους μισθούς παρά τις αυξήσεις που δόθηκαν στις κατώτατες αμοιβές τα τελευταία χρόνια. Η κατάρρευση των κλαδικών συμβάσεων, είχε ως αποτέλεσμα να καλύπτουν – μόλις και μετά βίας – το 25% των εργαζομένων.
Έτσι το 80% των εργαζομένων δηλώνει πως δεν έχει λάβει καμία αύξηση εντός του έτους, γεγονός που σημαίνει πως οι αυξήσεις στα κατώτατα όρια δεν επηρεάζουν τους υπόλοιπους μισθούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα