Και δεν ήταν μόνο ο ρωσικός χειμώνας που αποδεκάτισε τους Γάλλους του Ναπολέοντα… ήταν κι ένας εκπαιδευμένος λόχος από αρκούδες, που τους προκάλεσε τρόμο…
Ρωσική Αρκούδα, λέμε και γράφουμε και συνήθως ο συμβολισμός μας αντικατοπτρίζει τη δύναμη του ρωμαλέου θηλαστικού των βουνών που αντανακλά στην ισχύ της αχανούς ρωσικής επικράτειας.
Η αρκούδα, ως σύμβολο, χρησιμοποιήθηκε συχνά από Δυτικούς, σε βρετανικές καρικατούρες και αργότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, συχνά όχι με θετικό συμβολισμό. Κάποιες φορές, η «αρκούδα» χρησιμοποιήθηκε για να υπονοήσει ότι η Ρωσία είναι «μεγάλη, βάναυση και αδέξια». Ωστόσο, οι Ρώσοι έχουν την αρκούδα ως «σύμβολο εθνικής υπερηφάνειας».
Μία από τις παλαιότερες χρήσεις του όρου «ρωσική αρκούδα» είναι καταγεγραμμένη στον «Μάκβεθ» του Ουίλιαμ Σαίξπηρ στην 3η Πράξη, όπου ο βρετανός ποιητής αναφέρεται σε μια «τραχιά ρωσική αρκούδα».
Η εικόνα της αρκούδας ως σύμβολο, ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις (ιδιαίτερα κατά τον 20ο αιώνα) υιοθετήθηκε και από τους ίδιους τους Ρώσους. Κλασσικό παράδειγμα το αρκουδάκι «Μίσα», η διάσημη μασκότ των Ολυμπιακών Αγώνων της Μόσχας του 1980.
Μεγάλος ο πρόλογος για ένα ενδιαφέρον θέμα με αρκούδες και Ρώσους. Γνωρίζατε ότι κάποτε η Ρωσία είχε ολόκληρο σύνταγμα από αρκούδες; Όχι; Διαβάστε παρακάτω, λοιπόν.
Πάλη με την αρκούδα...
Οι Γάλλοι «πάγωσαν» από το θέαμα
Στο μυθιστόρημά του «Στους λόφους», ο ρώσος συγγραφέας Πάβελ Ιβάνοβιτς Μέλνικοφ, που υπέγραφε σαν «Αντρέι Πετσέρσκι», περιγράφει την καθημερινή ζωή σε οικισμούς γύρω από τον ποταμό Βόλγα στο Κυβερνείο του Νίζνι Νόβγκοροντ. Ο Πετσέρσκι γράφει για ένα παζάρι (ζωοπανήγυρη θα την λέγαμε στον τόπο μας παλαιότερα) που υπήρχε στην περιοχή Σέργκαχ από τον 16ο αιώνα: «...τουλάχιστον 30 χωριά κέρδισαν τα προς το ζην με την εκπαίδευση και εκτροφή αρκούδων. Δίδασκαν στα αρκουδάκια διάφορα κόλπα και τα πήγαιναν στα πανηγύρια. Σύμφωνα με έναν αστικό μύθο, οι εκπληκτικές εκείνες αρκούδες διασκέδασαν τους καλεσμένους στο γάμο του Ιβάν του Τρομερού και της Μάρφα Σομπακίνα».
Γάλλοι αιχμάλωτοι, που έφτασαν στο Σεργκάς κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1812, είδαν τις εκπαιδευμένες αρκούδες και θαύμασαν και δεν πίστευαν στα μάτια τους ότι κάτι τέτοιο μπορούσε να συμβεί. Και εδώ γεννιέται ένας ακόμα αστικός μύθος: πάνω στη συζήτηση ότι ο Ναπολέων Βοναπάρτης θα έστελνε σύντομα νέα στρατεύματα και ότι -όπως ισχυρίστηκαν οι Γάλλοι- οι Ρώσοι δεν θα μπορούσαν να τους αντιμετωπίσουν, ο αρχηγός της τοπικής αστυνομίας απάντησε γελώντας: «Αν χρειαστεί θα στείλουμε ένα ολόκληρο συντάγματα από αρκούδες», και προσκάλεσε τους Γάλλους να παρακολουθήσουν παρέλαση από τα ρωμαλέα τετράποδα.
Γράφει στο βιβλίο του ο Μέλινκοφ-Πετσέρσκι: «Περίπου χίλια ζώα εμφανίστηκαν στοιχισμένα σε γραμμές, με τάξη περισσή. Τα ζώα κρατούσαν ένα ραβδί στον ώμο τους σαν να ήταν τουφέκι. Και ο αρχηγός της αστυνομίας είπε στους Γάλλους ότι, οι αρκούδες διδάσκονται ασκήσεις με τουφέκια και ακόμα πώς να σέρνονται στο έδαφος σαν κυνηγοί. Οι Γάλλοι παρακολουθούσαν έκπληκτοι και γεμάτοι απορία και έγραψαν στους δικούς τους ότι είχαν δει ένα τάγμα αρκούδων με τα μάτια τους»…
Παραστάσεις με αρκούδες
Η πραγματικότητα ήταν κάπως διαφορετική και πιο πεζή από την μυθιστορηματική… Οι εκπαιδευμένες αρκούδες «έκλεβαν την παράσταση» σε εκθέσεις και διάφορες γιορτές· μπορούσαν όχι μόνο να περπατήσουν στα πίσω τους πόδια, αλλά και να αναπαραστήσουν διάφορες «σκηνές». Στην ανθολογία του «Ρωσικές Λαϊκές Εικόνες», ο ιστορικός και αρχαιολόγος Ντμίτρι Ροβίνσκι κατέγραψε περιγραφές των «κωμωδιών» της αρκούδας, όπως ονομάζονταν. Για παράδειγμα, μια από τις σκηνές απεικόνιζε ένα κορίτσι να ξυπνάει: «Η αρκούδα κάθεται στο έδαφος, τρίβει το ρύγχος της με το ένα πόδι και, με το άλλο, περιστρέφει ένα νύχι μπροστά στο πρόσωπό του – το οποίο συμβολίζει μια πρώτη ματιά στον εαυτό της στον καθρέφτη».
Οι Γάλλοι «πάγωσαν» από το θέαμα
Στο μυθιστόρημά του «Στους λόφους», ο ρώσος συγγραφέας Πάβελ Ιβάνοβιτς Μέλνικοφ, που υπέγραφε σαν «Αντρέι Πετσέρσκι», περιγράφει την καθημερινή ζωή σε οικισμούς γύρω από τον ποταμό Βόλγα στο Κυβερνείο του Νίζνι Νόβγκοροντ. Ο Πετσέρσκι γράφει για ένα παζάρι (ζωοπανήγυρη θα την λέγαμε στον τόπο μας παλαιότερα) που υπήρχε στην περιοχή Σέργκαχ από τον 16ο αιώνα: «...τουλάχιστον 30 χωριά κέρδισαν τα προς το ζην με την εκπαίδευση και εκτροφή αρκούδων. Δίδασκαν στα αρκουδάκια διάφορα κόλπα και τα πήγαιναν στα πανηγύρια. Σύμφωνα με έναν αστικό μύθο, οι εκπληκτικές εκείνες αρκούδες διασκέδασαν τους καλεσμένους στο γάμο του Ιβάν του Τρομερού και της Μάρφα Σομπακίνα».
Γάλλοι αιχμάλωτοι, που έφτασαν στο Σεργκάς κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1812, είδαν τις εκπαιδευμένες αρκούδες και θαύμασαν και δεν πίστευαν στα μάτια τους ότι κάτι τέτοιο μπορούσε να συμβεί. Και εδώ γεννιέται ένας ακόμα αστικός μύθος: πάνω στη συζήτηση ότι ο Ναπολέων Βοναπάρτης θα έστελνε σύντομα νέα στρατεύματα και ότι -όπως ισχυρίστηκαν οι Γάλλοι- οι Ρώσοι δεν θα μπορούσαν να τους αντιμετωπίσουν, ο αρχηγός της τοπικής αστυνομίας απάντησε γελώντας: «Αν χρειαστεί θα στείλουμε ένα ολόκληρο συντάγματα από αρκούδες», και προσκάλεσε τους Γάλλους να παρακολουθήσουν παρέλαση από τα ρωμαλέα τετράποδα.
Γράφει στο βιβλίο του ο Μέλινκοφ-Πετσέρσκι: «Περίπου χίλια ζώα εμφανίστηκαν στοιχισμένα σε γραμμές, με τάξη περισσή. Τα ζώα κρατούσαν ένα ραβδί στον ώμο τους σαν να ήταν τουφέκι. Και ο αρχηγός της αστυνομίας είπε στους Γάλλους ότι, οι αρκούδες διδάσκονται ασκήσεις με τουφέκια και ακόμα πώς να σέρνονται στο έδαφος σαν κυνηγοί. Οι Γάλλοι παρακολουθούσαν έκπληκτοι και γεμάτοι απορία και έγραψαν στους δικούς τους ότι είχαν δει ένα τάγμα αρκούδων με τα μάτια τους»…
Παραστάσεις με αρκούδες
Η πραγματικότητα ήταν κάπως διαφορετική και πιο πεζή από την μυθιστορηματική… Οι εκπαιδευμένες αρκούδες «έκλεβαν την παράσταση» σε εκθέσεις και διάφορες γιορτές· μπορούσαν όχι μόνο να περπατήσουν στα πίσω τους πόδια, αλλά και να αναπαραστήσουν διάφορες «σκηνές». Στην ανθολογία του «Ρωσικές Λαϊκές Εικόνες», ο ιστορικός και αρχαιολόγος Ντμίτρι Ροβίνσκι κατέγραψε περιγραφές των «κωμωδιών» της αρκούδας, όπως ονομάζονταν. Για παράδειγμα, μια από τις σκηνές απεικόνιζε ένα κορίτσι να ξυπνάει: «Η αρκούδα κάθεται στο έδαφος, τρίβει το ρύγχος της με το ένα πόδι και, με το άλλο, περιστρέφει ένα νύχι μπροστά στο πρόσωπό του – το οποίο συμβολίζει μια πρώτη ματιά στον εαυτό της στον καθρέφτη».
Να θυμίσουμε εδώ στους νεότερους ότι μέχρι και τη δεκαετία του 1980, Ρομά περιφέρονταν στις γειτονιές της Αθήνας (τους έχουμε δει ακόμα και στην πλατεία Κολωνακίου) με αρκουδάκια αλυσοδεμένα, που πότε παρίσταναν την «Βουγιουκλάκη», πότε έκαναν τούμπες προς τέρψη του φιλοπερίεργου κοινού της πόλης. Επίσης κάποιοι θα θυμούνται τους στίχους του Κώστα Βίρβου, που μελοποίησε ο Γιάννης Μαρκόπουλος για τον «Θεσσαλικό Κύκλο»: «Ήρθε στο χωριό ο αρκουδιάρης ένας μαύρος γύφτος ξεδοντιάρης... Πως καθρεφτίζονται τα όμορφα κορίτσια... έι. Και ο τσομπάνος πως κρατάει την αγκλίτσα... όπα»...
Ήρθε στο χωριό ο αρκουδιάρης...
Τις έκαναν και οικόσημο
Πίσω στη Ρωσία πάλι: οι αρκούδες μπορούσαν να εκτελέσουν έως και 50 τέτοια σκετς: «Χρησιμοποιούν ένα ραβδί για να τεντώνονται προς τα πίσω μιμούμενοι έναν τοξότη, να κλέβουν αρακά σαν μικρά παιδιά και σέρνονται με το στομάχι τους, να ξαπλώνουν στο έδαφος και να υποδύονται μια σύζυγο που χαϊδεύει τον αγαπημένο της σύζυγο». Έπειτα, οι ταλαίπωρες οι αρκούδες κρατούσαν ένα καπέλο και γύριζαν γύρω από τους θεατές ζητώντας τον «οβολόν» τους για την παράστασή τους. Οι αρκούδες από το Σέργκαχ ήταν τόσο δημοφιλείς που η αυτοκράτειρα Αικατερίνη Β' η Μεγάλη διέταξε να τοποθετηθεί στο οικόσημο της πόλης μια αρκούδα.
Οι παραστάσεις των αρκούδων απαγορεύτηκαν το 1866, αλλά οι ιστορίες των τετράποδων που ξεσήκωναν το κοινό με τις ικανότητές τους αντέχουν μέχρι σήμερα.
Να κλείσουμε με κάποιους στίχους του Γιάννη Ρίτσου- που ας σημειωθεί έχει βραβευτεί με Βραβείο Λένιν: «Φορές-φορές, την ώρα πού βραδιάζει, έχω την αίσθηση πως έξω απ’ τα παράθυρα περνάει ο αρκουδιάρης με τη γριά βαρειά του αρκούδα, με το μαλλί της όλο αγκάθια και τριβόλια, σηκώνοντας σκόνη στο συνοικιακό δρόμο… κ’ η αρκούδα κουρασμένη πορεύεται μες στη σοφία της μοναξιάς της, μην ξέροντας για πού και γιατί…. Γιατί οι αρκούδες που γεράσανε το μόνο που έμαθαν να λένε είναι: ευχαριστώ, ευχαριστώ»...
Τις έκαναν και οικόσημο
Πίσω στη Ρωσία πάλι: οι αρκούδες μπορούσαν να εκτελέσουν έως και 50 τέτοια σκετς: «Χρησιμοποιούν ένα ραβδί για να τεντώνονται προς τα πίσω μιμούμενοι έναν τοξότη, να κλέβουν αρακά σαν μικρά παιδιά και σέρνονται με το στομάχι τους, να ξαπλώνουν στο έδαφος και να υποδύονται μια σύζυγο που χαϊδεύει τον αγαπημένο της σύζυγο». Έπειτα, οι ταλαίπωρες οι αρκούδες κρατούσαν ένα καπέλο και γύριζαν γύρω από τους θεατές ζητώντας τον «οβολόν» τους για την παράστασή τους. Οι αρκούδες από το Σέργκαχ ήταν τόσο δημοφιλείς που η αυτοκράτειρα Αικατερίνη Β' η Μεγάλη διέταξε να τοποθετηθεί στο οικόσημο της πόλης μια αρκούδα.
Οι παραστάσεις των αρκούδων απαγορεύτηκαν το 1866, αλλά οι ιστορίες των τετράποδων που ξεσήκωναν το κοινό με τις ικανότητές τους αντέχουν μέχρι σήμερα.
Να κλείσουμε με κάποιους στίχους του Γιάννη Ρίτσου- που ας σημειωθεί έχει βραβευτεί με Βραβείο Λένιν: «Φορές-φορές, την ώρα πού βραδιάζει, έχω την αίσθηση πως έξω απ’ τα παράθυρα περνάει ο αρκουδιάρης με τη γριά βαρειά του αρκούδα, με το μαλλί της όλο αγκάθια και τριβόλια, σηκώνοντας σκόνη στο συνοικιακό δρόμο… κ’ η αρκούδα κουρασμένη πορεύεται μες στη σοφία της μοναξιάς της, μην ξέροντας για πού και γιατί…. Γιατί οι αρκούδες που γεράσανε το μόνο που έμαθαν να λένε είναι: ευχαριστώ, ευχαριστώ»...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα