«Ήταν κομμουνιστής κι έπρεπε να τον σκοτώσω», μ' αυτά τα λόγια δικαιολόγησε την δολοφονία του Γιάννη Ζεύγου, ο φονιάς, που έπεισε μόνο τους δικαστές του!
Ήταν μια μέρα σαν σήμερα, 20 Μαρτίου του 1947. Ο Γιάννης Ζεύγος, βετεράνος κομμουνιστής, εξέχων στέλεχος του ΚΚΕ και αξιοσέβαστο μέλος του ΕΑΜ, βγήκε από το ξενοδοχείο Αστόρια, στη Θεσσαλονίκη, όπου διέμενε, και κατευθύνθηκε στα Γραφεία της εφημερίδας «Αγωνιστής».
Ο παλιός δάσκαλος, ο 50χρονος Πελοποννήσιος (Αρκάς) Γιάννης Ταλαγάνης, όπως ήταν το όνομα που έγραφε η ταυτότητά του (το Ζεύγος ήταν το αγωνιστικό) ήπιε στα γρήγορα έναν καφέ άναψε ένα τσιγάρο και ολόκληρη η ζωή του πέρασε μέσα από τον καπνό: Τότε που ήταν δάσκαλος στη Δράμα, την μύησή του στον κομμουνισμό, την Μικρασιατική εκστρατεία, την πρώτη του εξορία στη Φολέγανδρο επί δικτατορία Παγκάλου. Και μετά, στις φυλακές της Αίγινας, της Κέρκυρας, της Ακροναυπλίας, με τον Μεταξά δικτάτορα. Κι έπειτα πόλεμος, κυβέρνηση του Βουνού και υπουργιλίκια μετά: υπουργός Γεωργίας ο δάσκαλος-καθοδηγητής, με τον Παπανδρέου πρωθυπουργό. Κι ήρθε ο Εμφύλιος…
Ο Ζεύγος έσβησε το τσιγάρο και συνέταξε ένα υπόμνημα με παραλήπτη τον ΟΗΕ· έγραφε ξανά για τα αίσχη των Δεξιών στους Αριστερούς. Πώς έφτασε το μεσημέρι, ούτε που το κατάλαβε. Ο Γιάννης ο Ζεύγος γευμάτισε στο ίδιο τραπέζι, στο ίδιο εστιατόριο όπως κάθε μέρα, στο «Ελβετικόν»· διάβασε τις εφημερίδες του, άναψε ένα τελευταίο τσιγάρο και αποχαιρέτισε. Ο Ζεύγος κατηφόριζε την Αγίας Σοφίας και πλησίαζε στο ξενοδοχείο του, όταν εμφανίστηκε ένας νέος άνδρας. έφτασε πρόσωπο με πρόσωπο τον Ζεύγο, έβγαλε ένα πιστόλι και τον πυροβόλησε: μια δυο τρεις. Ο δάσκαλος γκρεμίστηκε. Κοίταξε στα μάτια τον φονιά του κι ήταν το τελευταίο που είδε πριν σκοτεινιάσουν όλα. Ούτε τον τέταρτο πυροβολισμό άκουσε· λένε πως την πιστολιά που σε σκοτώνει δεν την ακούς…
Ο Γιάννης Ζεύγος
Κρεοπώλης, οργισμένος κομμουνιστής...
Ο δράστης, ο 38χρονος χασάπης Χρήστος Βλάχος, πιάστηκε από περαστικούς που είδαν το φονικό κι από έναν χωροφύλακα, μπροστά στο εργοστάσιο του «Φλόκα». Κάποιοι είπαν ότι ήταν κι άλλοι πλάι του όταν πυροβολούσε.
Αργότερα ο κρεοπώλης θα «απολογηθεί»: «Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι όταν τον είδα… Οι κομμουνιστές με βασάνισαν, επειδή δεν συμφωνούσα μαζί τους. Ήταν κομμουνιστής κι έπρεπε να τον σκοτώσω!». Ο Βλάχος είχε περάσει από το Μπούλκες, το χωριό της Γιουγκοσλαβίας, όπου διαβιούσαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης κομμουνιστές και είχε βασανιστεί, όπως έλεγε.
Και την επόμενη μέρα όλα είχαν πάρει το δρόμο τους: ο φιλοκυβερνητικός Τύπος έγραψε για «ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ κομμουνιστών» και ο «Ριζοσπάστης» για «...ένα ακόμη έγκλημα των μοναρχοφασιστών» (είχαν προηγηθεί η δολοφονία του υπουργού Χρήστου Λαδά και του δημοσιογράφου Τζορτζ Πολκ, που κι αυτός στο ξενοδοχείο Αστόρια διέμενε!).
Δυο βδομάδες μετά τη δολοφονία του Ζεύγου, στην εφημερίδα Ριζοσπάστης έλαβαν επιστολή- είχε σταλεί στον Νίκο Ζαχαριάδη- με αποστολέα τον καπνοπαραγωγό Νίκο Σιδηρόπουλο, συνεργό του δολοφόνου (όπως ξεκαθάριζε), παλιό κομμουνιστή, που είχε κι αυτός ζήσει στο Μπούλκες. Ο επιστολογράφος υποστήριζε ότι το φονικό είχε οργανωθεί από το Γραφείο Α2 (διεύθυνση πληροφοριών) του Γ’ Σώματος Στρατού και την ΕΣΑ Βαρδαρίου υπό την εποπτεία και καθοδήγηση του Ναπολέοντα Ζέρβα, τότε υπουργού Δημοσίας Τάξεως. Ο «Ριζοσπάστης» δημοσίευσε την επιστολή, αλλά- εν μέσω Εμφυλίου- ουδείς έδωσε σημασία. Ο δολοφόνος του Ζεύγου δικάστηκε και καταδικάστηκε σε φυλάκιση δυο χρονών (ούτε μικροκλέφτης…) και λίγους μήνες μετά, ανέπνεε άνεμο ελευθερίας στην Αργεντινή! Είχε- δήθεν- δραπετεύσει…
Έπειτα από χρόνια (το 1968 επί Χούντας) ο Χρήστος Βλάχος νοστάλγησε την Ελλάδα και επέστρεψε και το 1981- τρόφιμος του ψυχιατρείου της Λέρου πλέον με ψυχολογικά προβλήματα και προνομιακή μεταχείριση- τον ανακάλυψε δημοσιογράφος της «Ακρόπολις» και ο φονιάς μίλησε: «Εγώ δούλευα για την ελληνική και τη συμμαχική αντικατασκοπία, πολεμούσα τους κομμουνιστές και τους Τούρκους... Έτσι, εκτέλεσα και την εντολή που πήρα από τους ανωτέρους μου, να σκοτώσω τον Γιάννη Ζεύγο. Έπρεπε να υπακούσω. Η πατρίδα κινδύνευε, έπρεπε να την καθαρίσω από τους κομμουνιστές. Και τον Σουλτάνο του ΚΚΕ (σ.τ.σ. τον Νίκο Ζαχαριάδη) έπρεπε να τον σκοτώσω». Και το σκοτάδι συνεχίστηκε…
Κρεοπώλης, οργισμένος κομμουνιστής...
Ο δράστης, ο 38χρονος χασάπης Χρήστος Βλάχος, πιάστηκε από περαστικούς που είδαν το φονικό κι από έναν χωροφύλακα, μπροστά στο εργοστάσιο του «Φλόκα». Κάποιοι είπαν ότι ήταν κι άλλοι πλάι του όταν πυροβολούσε.
Αργότερα ο κρεοπώλης θα «απολογηθεί»: «Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι όταν τον είδα… Οι κομμουνιστές με βασάνισαν, επειδή δεν συμφωνούσα μαζί τους. Ήταν κομμουνιστής κι έπρεπε να τον σκοτώσω!». Ο Βλάχος είχε περάσει από το Μπούλκες, το χωριό της Γιουγκοσλαβίας, όπου διαβιούσαν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης κομμουνιστές και είχε βασανιστεί, όπως έλεγε.
Και την επόμενη μέρα όλα είχαν πάρει το δρόμο τους: ο φιλοκυβερνητικός Τύπος έγραψε για «ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ κομμουνιστών» και ο «Ριζοσπάστης» για «...ένα ακόμη έγκλημα των μοναρχοφασιστών» (είχαν προηγηθεί η δολοφονία του υπουργού Χρήστου Λαδά και του δημοσιογράφου Τζορτζ Πολκ, που κι αυτός στο ξενοδοχείο Αστόρια διέμενε!).
Δυο βδομάδες μετά τη δολοφονία του Ζεύγου, στην εφημερίδα Ριζοσπάστης έλαβαν επιστολή- είχε σταλεί στον Νίκο Ζαχαριάδη- με αποστολέα τον καπνοπαραγωγό Νίκο Σιδηρόπουλο, συνεργό του δολοφόνου (όπως ξεκαθάριζε), παλιό κομμουνιστή, που είχε κι αυτός ζήσει στο Μπούλκες. Ο επιστολογράφος υποστήριζε ότι το φονικό είχε οργανωθεί από το Γραφείο Α2 (διεύθυνση πληροφοριών) του Γ’ Σώματος Στρατού και την ΕΣΑ Βαρδαρίου υπό την εποπτεία και καθοδήγηση του Ναπολέοντα Ζέρβα, τότε υπουργού Δημοσίας Τάξεως. Ο «Ριζοσπάστης» δημοσίευσε την επιστολή, αλλά- εν μέσω Εμφυλίου- ουδείς έδωσε σημασία. Ο δολοφόνος του Ζεύγου δικάστηκε και καταδικάστηκε σε φυλάκιση δυο χρονών (ούτε μικροκλέφτης…) και λίγους μήνες μετά, ανέπνεε άνεμο ελευθερίας στην Αργεντινή! Είχε- δήθεν- δραπετεύσει…
Έπειτα από χρόνια (το 1968 επί Χούντας) ο Χρήστος Βλάχος νοστάλγησε την Ελλάδα και επέστρεψε και το 1981- τρόφιμος του ψυχιατρείου της Λέρου πλέον με ψυχολογικά προβλήματα και προνομιακή μεταχείριση- τον ανακάλυψε δημοσιογράφος της «Ακρόπολις» και ο φονιάς μίλησε: «Εγώ δούλευα για την ελληνική και τη συμμαχική αντικατασκοπία, πολεμούσα τους κομμουνιστές και τους Τούρκους... Έτσι, εκτέλεσα και την εντολή που πήρα από τους ανωτέρους μου, να σκοτώσω τον Γιάννη Ζεύγο. Έπρεπε να υπακούσω. Η πατρίδα κινδύνευε, έπρεπε να την καθαρίσω από τους κομμουνιστές. Και τον Σουλτάνο του ΚΚΕ (σ.τ.σ. τον Νίκο Ζαχαριάδη) έπρεπε να τον σκοτώσω». Και το σκοτάδι συνεχίστηκε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα