Μια παράβαση του πελάτη η οποία έχει διαφύγει από τον λογιστή, μπορεί να τον στείλει φυλακή μέχρι και 10 χρόνια και να του επιβληθεί πρόστιμο μέχρι 1.000.000 ευρώ.
Οι λογιστές όπως και άλλες κατηγορίες εργαζομένων, όπως οι τραπεζικοί, οι κτηματομεσίτες, οι αντικέρ κ.λπ. οφείλουν αν επιδεικνύουν τη «δέουσα επιμέλεια» κατά τη διαπεραίωση των συναλλαγών των πελατών τους, ώστε να εμποδίζεται το ξέπλυμα χρήματος που τυχόν θέλει να κάνει ο πελάτης τους.
Ωστόσο, η ανίχνευση των προθέσεων για ξέπλυμα χρήματος δεν είναι πάντα ευδιάκριτες, καθώς οι «τεχνικές» νομιμοποίησης βρώμικου χρήματος έχουν προχωρήσει αρκετά και οι λογιστές μπορούν να βρεθούν μπλεγμένοι ανά πάσα στιγμή, εάν δεν καταγγείλουν τον πελάτη τους στις αρμόδιες αρχές.
Μάλιστα την καταγγελία πρέπει να την κάνουν, χωρίς να ενημερώσουν τον πελάτη τους, ότι τον κατήγγειλαν.
Σε διαφορετική περίπτωση, εάν στη συνέχεια αποδειχτεί ότι ο πελάτης έκανε ξέπλυμα χρήματος και ο λογιστής δεν τον κατήγγειλε, τότε θεωρείται συνεργός και αντιμετωπίζει ποινές φυλάκισης έως 10 χρόνια και χρηματικό πρόστιμο έως 1.000.000 ευρώ.
Το νέο αυστηρό πλαίσιο, έχει προκαλέσει εύλογες ανησυχίες στον κόσμο των λογιστών οι οποίοι διαμαρτύρονται και ζητούν από την ΑΑΔΕ την τροποποίησή του ν. 4557/2018 σχετικά με το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος και ενόψει της έκδοσης του κανονισμού από την Α.Α.Δ.Ε.
Τι πρέπει να κάνουν οι λογιστές
Σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου και την ενημέρωση που έχουν από την ΑΑΔΕ, οι λογιστές μεταξύ άλλων θα έχουν τις ακόλουθες υποχρεώσεις:
- Τη σύνταξη εκτιμήσεων κινδύνου για αξιολόγηση πελατών σε ό,τι αφορά στο βαθμό εφαρμογής δέουσας επιμέλειας, αν δηλαδή ο πελάτης τους εμπλέκεται σε υποθέσεις ξεπλύματος.
- Την εφαρμογή εσωτερικών πολιτικών, ελέγχων και διαδικασιών, ώστε να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά οι κίνδυνοι νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
- Την εφαρμογή μέτρων δέουσας επιμέλειας για τους πελάτες τους.
- Την υποχρέωση αναφοράς ύποπτων συναλλαγών στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, ξεπλύματος βρόμικου χρήματος, αλλά και περιπτώσεων που συνιστούν σε έσοδα από εγκληματικές δραστηριότητες.
- Την υποχρέωση αποχής από τη διενέργεια συναλλαγών, για τις οποίες τα υπόχρεα πρόσωπα γνωρίζουν ή υποπτεύονται ότι σχετίζονται με προϊόντα εγκληματικών δραστηριοτήτων.
- Την απαγόρευση γνωστοποίησης στον εμπλεκόμενο πελάτη ή σε τρίτους ότι διαβιβάστηκαν ή θα διαβιβαστούν αρμοδίως πληροφορίες ή ότι διεξάγεται ή ενδέχεται να διεξαχθεί έρευνα ή ανάλυση για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
- Την υποχρέωση διαφύλαξης εγγράφων και πληροφοριών για σκοπούς πρόληψης, εντοπισμού και διερεύνησης από την Αρχή, τις αρμόδιες ή άλλες δημόσιες αρχές ενδεχόμενης νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Αναφορικά με τις χρηματικές ή άλλες συναλλαγές οι οποίες θεωρούνται ύποπτες, με βάση τον ισχύοντα νόμο και πρέπει να επιδεικνύεται η «δέουσα επιμέλεια», προκειμένου οι εμπλεκόμενοι να μην μπλέξουν σε περιπέτειες είναι:
- Όταν συνάπτεται επιχειρηματική σχέση,
- Όταν διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή που ανέρχεται σε ποσό ίσο ή μεγαλύτερο των 15.000 ευρώ είτε η συναλλαγή αυτή πραγματοποιείται με μία και μόνη πράξη είτε με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους ή αποτελεί μεταφορά χρηματικών ποσών, άνω των 1.000 ευρώ.
- μεταφοράς πιστώσεων
- άμεσης χρέωσης
- εμβασμάτων εθνικών ή διασυνοριακών
- μεταφοράς που πραγματοποιείται μέσω κάρτας πληρωμής, εργαλείου ηλεκτρονικού χρήματος, κινητού τηλεφώνου ή κάθε άλλης ψηφιακής ή πληροφορικής τεχνολογίας συσκευής εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων πληρωμής με παρόμοια χαρακτηριστικά.
- Όταν πρόκειται για πρόσωπα που εμπορεύονται αγαθά και διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή σε μετρητά που αφορά ποσό 10.000 ευρώ τουλάχιστον, ανεξάρτητα από το αν διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους,
- Όταν πρόκειται για παρόχους υπηρεσιών τυχερών παιγνίων που διενεργούν συναλλαγή που αφορά ποσό δύο χιλιάδων 2.000 ευρώ τουλάχιστον κατά την κατάθεση του στοιχήματος, την είσπραξη των κερδών ή και στις δύο περιπτώσεις, ανεξάρτητα από το αν η συναλλαγή διενεργείται με μία μόνη πράξη ή με περισσότερες που φαίνεται να συνδέονται μεταξύ τους,
- Όταν υπάρχει υπόνοια νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ανεξάρτητα από κάθε παρέκκλιση, εξαίρεση ή κατώτατο όριο ποσού,
- Όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ακρίβεια, την πληρότητα ή την επάρκεια των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν προηγουμένως για την πιστοποίηση και την επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη ή του πραγματικού δικαιούχου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα