Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2025

Αποδομώντας τον Κυριάκο Μητσοτάκη

Για όποιον τον γνωρίζουν, ο Δημήτρης Ψαρράς έχει μια ιδιαίτερη επιμονή στο να κρατάει αρχεία: βιβλίων, περιοδικών, αποκομμάτων, τηλεοπτικών εκπομπών, συνδυασμένη με μια αξιοπρόσεκτη ικανότητα να μελετάει και να αποδελτιώνει τέτοιο υλικό, ακόμη κα εάν αυτό σήμαινε τη συστηματική παρακολούθηση π.χ. ακροδεξιών εκπομπών. Αυτό, βεβαίως του προσέφερε πάντα την ικανότητα να γράφει κείμενα και βιβλία που ήταν τεκμηριωμένα με έναν τρόπο που στις μέρες μας ολοένα και περισσότερο απουσιάζει σε μια δημόσια σφαίρα όπου ο κανόνας είναι πλέον η διατύπωση άποψης ως αυταπόδεικτης αλήθειας. Αρκεί να αναλογιστούμε τη σημασία που είχε και η δική του δημοσιογραφική έρευνα (όπως και συνολικά της δημοσιογραφικής ομάδας του «Ιού») για να βρεθούν στοιχεία που αξιοποιήθηκαν και στην δικογραφία σε βάρος της νεοναζιστικής εγκληματικής Χρυσής Αυγής. Και βέβαια τμήμα του αρχείου του αφορά και τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Χάρη σε αυτό έχει ήδη γράψει δύο βιβλία. Το Μια καριέρα. Η πολιτική διαδρομή του Κυριάκου Μητσοτάκη (Νήσος, 2022) και το Μια θητεία. Το «επιτελικό κράτος» του Κυριάκου Μητσοτάκη (2019-2024) (Πόλις, 2024). Το πρώτο παρουσιάζει την πορεία του μέχρις ότου ανέλαβε τα καθήκοντα του πρωθυπουργού και το δεύτερο αποτιμά την πρώτη κυβερνητική του θητεία.
Στο τρίτο βιβλίο που γράφει με αντικείμενο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο Ψαρράς δεν δοκιμάζει να γράψει τη συνέχεια της ιστορίας που έγραψε στα δύο προηγούμενα βιβλία. Αντιθέτως, εδώ συγκεντρώνονται κείμενα που γράφτηκαν στην Εφημερίδα των Συντακτών και που προσπαθούν, από διαφορετικές σκοπιές, να απαντήσουν πώς κατάφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης να γίνει κυρίαρχος στο πολιτικό σκηνικό στη χώρα αλλά και γιατί αυτή η κυριαρχία είναι στην πραγματικότητα πολύ πιο επισφαλής από όσο φαίνεται.


Σύντομα αλλά όχι γι’ αυτό λιγότερο πυκνά, τα κείμενα που περιλαμβάνει ο τόμος, που έχει τον τίτλο, 34 Εβδομάδες του Κυριάκου Μητσοτάκη και κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πόλις, πιάνουν διάφορες πτυχές της διαδρομής του σημερινού πρωθυπουργού, επιχειρώντας να αποδομήσουν το προφίλ που έχει προσπαθήσει ο τελευταίος να διαμορφώσει, δηλαδή αυτό ενός «κεντρώου», φιλελεύθερου πολιτικού, με βαθιά μόρφωση, στρατηγική σκέψη, και αποφυγή των παραδοσιακών κακοδαιμονιών της ελληνικής δεξιάς.
Σε κάποιες περιπτώσεις αυτό το κάνει ανακαλύπτοντας προβληματικά παραθέματα σε ομιλίες του, όπως π.χ. στο κείμενο που ανοίγει το βιβλίο και όπου η εσφαλμένη απόδοση στον ίδιο τον Γ. Θεοτοκά φράσεων που αυτός έβαλε στον μυθιστορηματικό ήρωά του Παύλο Σκινά, κάνουν τον πρωθυπουργό να εμφανίζεται θαυμαστής ενός καιροσκόπου με όχι και μεγάλη εκτίμηση για τους δημοσιογράφους.
Κυρίως, όμως, το κάνει αποκαλύπτοντας τις αντιφάσεις της πολιτικής του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Νέας Δημοκρατία. Για παράδειγμα, η σύγκριση που κάνει ανάμεσα στον τόνο του πρωθυπουργού στην επίσκεψή του στη Μόσχα το 2021 και μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, μια μετάβαση από τη συνεργασία σε μια ρητορική αντιρωσική, σε συνδυασμό με την υπενθύμιση παλαιότερων φιλοπουτινικών δηλώσεων του σημερινού υπουργού Υγείας Άδωνι Γεωργιάδη, απλώς υπογραμμίζει τις ταλαντεύσεις που εξακολουθούν να διαπερνούν την ευρύτερη δεξιά σε σχέση με τον διεθνή προσανατολισμό της χώρας.
Άλλωστε, ο τρόπος που ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέλεξε να συνεργάζεται με πολιτικούς ακροδεξιάς προέλευσης όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης αποτελεί ένα μόνιμο σημείο της κριτικής του Ψαρρά, που υπενθυμίζει τις κατά καιρούς δηλώσεις υπέρ του Μεταξά του σημερινού υπουργού Υγείας και τις καλές κουβέντες που έχει πει για τον Μητσοτάκη ο υπερασπιστής της Χρυσής Αυγής Κώστας Πλεύρης. Άλλωστε, ένα από τα κείμενα που υπενθυμίζει τόσο την αποπομπή Καρατζαφέρη από τον Κώστα Καραμανλή αλλά και τη μετέπειτα μεταπήδηση πολιτικών από το ΛΑΟΣ στη ΝΔ (Γεωργιάδης, Βορίδης, Πλεύρης), υπογραμμίζει ταυτόχρονα, ότι αυτό διευκόλυνε τον ιδιαίτερο συνδυασμό ανάμεσα σε νεοφιλελευθερισμό (που ήταν και πλευρά της ιδεολογίας και του Καρατζαφέρη) και «σκληρή δεξιά» ως ιδεολογικό στίγμα στο οποίο επένδυσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα κείμενα του Ψαρρά που εξηγούν πώς πίσω από τη λογική του «επιτελικού κράτους» κρυβόταν τελικά μια βαθιά αντιδημοκρατική λογική για τη διακυβέρνηση, που αποτυπώθηκε με τον πιο σαφή τρόπο στις αποκαλύψεις για τις υποκλοπές, με τον Ψαρρά να υπενθυμίζει και τις ενδιαφέρουσες αναλογίες με το σκάνδαλο υποκλοπών της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
Η χαρακτηριστική ικανότητα του Ψαρρά να ανασύρει από το αρχείο δηλώσεις ή στιγμιότυπα από το παρελθόν τον βοηθά να τεκμηριώνει ερωτήματα που θέτει, όπως για παράδειγμα το πόσο φιλελεύθερος μπορεί να είναι, όταν ακόμη και ένας αναλυτής ιδιαίτερα θετικός προς αυτόν του όπως ο Κέβιν Φεδερστόουν του έκανε κριτική για «λαϊκισμό» κάποτε.
Αξιοσημείωτες είναι σε αυτό το πλαίσιο και οι αναφορές που κάνει ο Ψαρράς στο πώς αρκετοί χειρισμοί της κυβέρνησης σε σχέση με την έκπτωτη οικογένεια Γκλύξμπουργκ εμμέσως πλην σαφώς δίνουν τροφή σε όσους αμφισβητούν το δημοκρατικό και αντιμοναρχικό κεκτημένο της Μεταπολίτευσης.
Σε σχέση με την τραγωδία των Τεμπών ο Ψαρράς σχολιάζει τον τρόπο που όχι μόνο ο Κυριάκος δεν ανέλαβε ποτέ την ευθύνη, αλλά στην πραγματικότητα αποδίδοντας το δυστύχημα σε «νησίδες καθυστέρησης» που αντιστέκονται, υπενθυμίζει ότι όλα αυτά δεν είναι άσχετα με την εχθρότητα που επέδειξε από την αρχή της πολιτικής του σταδιοδρομίας στον δημόσιο τομέα, τους δημοσίους υπαλλήλους και το συνδικαλιστικό κίνημα.
Ως προς την εσωκομματική πρακτική του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο Ψαρράς υπενθυμίζει την αλλαγή που έκανε στο καταστατικό της Νέας Δημοκρατίας ώστε να έχει αυτός την αποκλειστική ευθύνη για την κατάρτιση των ψηφοδελτίων, παραμερίζοντας ουσιαστικά οποιαδήποτε συμμετοχή των μελών στη διαδικασία, υπενθυμίζοντας ταυτόχρονα και πώς ο ίδιος μεθόδευσε την είσοδό του στην πολιτική σε συγκεκριμένη εκλογική περιφέρεια (συμπεριλαμβανομένης και της χρήσης της ιστοσελίδας του Ιδρύματος Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ως προσωπικής ιστοσελίδας), μια υποψηφιότητα που τελικά προϋπέθεσε το να μην είναι υποψήφιος ο πατέρας του.
Όλα αυτά βοηθούν, σαν ψηφίδες, να συμπληρωθεί η εικόνα της διακυβέρνησης της χώρας από το 2019 και μετά, μια διακυβέρνηση που δεν είναι απλώς ενός κόμματος, της Νέας Δημοκρατίας, αλλά σε μεγάλο βαθμό του Κυριάκου Μητσοτάκη, ιδίως από τη στιγμή μέσω του «επιτελικού κράτους» διεκδίκησε να έχει πολύ μεγαλύτερο έλεγχο ακόμη και από αυτόν που του προσέφερε το ούτως ή άλλως πρωθυπουργοκεντρικό πολιτικό μας σύστημα.
Μια εικόνα που δεν αντιστοιχεί στη ρητορική περί ενός δημοκρατικού, «κεντρώου», και φιλελεύθερου πολιτικού, αλλά πολύ περισσότερο σε έναν πολιτικό που μπορεί εύκολα να περνάει από τη μία ρητορική στο αντίθετό της, που αντιμετωπίζει την εξουσία ως τρόπαιο και διεκδικεί να τη θωρακίσει, και που πεισματικά προσπαθεί να αποδώσει την ευθύνη για τα προβλήματα της χώρας σε οποιονδήποτε άλλο από αυτόν που όντως ασκεί τη διακυβέρνηση εδώ και πάνω από έξι χρόνια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα