Αν και ο πυρετός της ευρωκρίσης υποχωρεί εδώ και έναν χρόνο, η ασθένεια δεν έχει γιατρευτεί. Οι αδυναμίες σε τέσσερα... ζωτικά όργανα θα αρχίσουν να εκδηλώνονται καθώς οι αγορές θα δοκιμάσουν τις κυβερνήσεις και την ΕΚΤ.
Από τα μέσα του 2012 και μετά, ο πυρετός της χρηματοπιστωτικής κρίσης στην Ευρώπη πέφτει και τα συμπτώματα της ασθένειας που τη βασανίζει δείχνουνπαροδική ύφεση.
Χάρη στον συνδυασμό προγράμματα λιτότητας, διαγραφές χρεών, δέσμευση της ΕΚΤ πως θα κάνει ό,τι χρειαστεί για να υπερασπιστεί το ευρώ, προτεινόμενη τραπεζική ενοποίηση και ολοκλήρωση του ταμείου διασώσεων European Stability Mechanism, έχει αποκατασταθεί μια σχετική χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Τα επιτόκια στις χώρες της περιφέρειας έχουν πέσει και τα χρηματιστήρια καταγράφουν ράλι τιμών, χωρίς να υπάρχει ανάκαμψη στην πραγματική οικονομία. Καθώς η θεραπεία δεν συνεχίζεται με τη σωστή δοσολογία ή χάνει την αποδοτικότητά της, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα υποτροπής.
Η λιτότητα δεν έχει καταφέρει να θέσει υπό έλεγχο τους προϋπολογισμούς και τα χρέη. Οι αυξήσεις στους φόρους και οι περικοπές στις κρατικές δαπάνες έχουν επιφέρει συρρίκνωση στην οικονομική δραστηριότητα, έχουν μειώσει τα κρατικά έσοδα και έχουν αυξήσει τα κοινωνικά επιδόματα, καθώς αυξάνεται η ανεργία. Τα ελλείμματα στους προϋπολογισμούς επιμένουν, αν και είναι μικρότερα, και τα επίπεδα των χρεών συνεχίζουν να αυξάνονται.
Επικαλούμενες έκτακτες συνθήκες, πολλές χώρες έχουν ζητήσει και έχουν κερδίσει εξαιρέσεις. Οι στόχοι για ελλείμματα και μειώσεις χρεών έχουν πάρει παράταση, αλλά και πάλι δύσκολα θα επιτευχθούν.
Είναι δύσκολο να γίνουν πρόσθετες απομειώσεις για να κατέβουν τα χρέη σε ανεκτά επίπεδα, καθώς πλέον ο ESM, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ κατέχουν άμεσα ή έμμεσα μεγάλα τμήματα των σχετικών χρεών. Αν υπάρξουν ζημίες σε αυτούς τους επίσημους φορείς, θα πέσουν εν τέλει στους ώμους φορολογούμενων σε χώρες όπως η Γερμανία, προκαλώντας πλήρη αντίθεση με τις διαβεβαιώσεις προς τους Γερμανούς ψηφοφόρους ότι δεν κινδυνεύουν από τις διασώσεις.
Παρά το γεγονός ότι παραμένει αδοκίμαστο, το πρόγραμμα απευθείας αγοράς ομολόγων ΟΜΤ της ΕΚΤ, που επιτρέπει την αγορά απεριόριστων ποσών χρεογράφων της ευρωζώνης, έχει χαρακτηριστεί επιτυχές. Αλλά θα είναι πολιτικά δύσκολο για χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία να ζητήσουν βοήθεια,γνωρίζοντας ότι αν τυχόν χρειαστούν αναδιοργανώσεις χρεών στο μέλλον οι εγχώριοι φορολογούμενοι θα υποστούν ζημίες στις τραπεζικές καταθέσεις τους.
Η Γερμανία και άλλα μέλη της ευρωζώνης παραμένουν αντίθετα σε απεριόριστες αγορές κρατικών ομολόγων υπό το ΟΜΤ. Η νομική βάση του προγράμματος παραμένει αβέβαιη και το αποτέλεσμα της προσφυγής στο γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο δεν έχει γνωστοποιηθεί.
Η τραπεζική ενοποίηση είχε στόχο «να σπάσει τον φαύλο κύκλο μεταξύ τραπεζών και κρατών». Οι βασικοί συντελεστές μιας τραπεζικής ενοποίησης είναι η ασφάλιση των καταθέσεων και ένα κεντρικό ταμείο ανακεφαλαιοποιήσεων. Η γερμανική αντίδραση σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σχέδια για συγκεκριμένους πρόσθετους χρηματοοικονομικούς πόρους σε ένα ταμείο ασφαλίσεων ή ανακεφαλαιοποιήσεων για όλη την ευρωζώνη. Η Γερμανία επιμένει ότι η τραπεζική ενοποίηση δεν μπορεί να είναι υπεύθυνη για τους «κληρονομικούς» κινδύνους, δηλαδή τα προβλήματα που ξεκίνησαν από γεγονότα που προηγήθηκαν της ολοκλήρωσης της τραπεζικής ένωσης.
Η τραπεζική ενοποίηση έχει καταντήσει ανεπαρκής ενιαίος εποπτικός μηχανισμός για έναν μικρό αριθμό τραπεζών της ευρωζώνης. Η Ε.Ε. έχει αποσαφηνίσει ότι ο στόχος τώρα είναι απλώς να αμβλυνθεί η σύνδεση.
Η αδυναμία σε κρίσιμες στρατηγικές θα φαίνεται όλο και περισσότερο, καθώς οι αγορές θα δοκιμάσουν τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και την ΕΚΤ.
Πρώτον, η απουσία οικονομικής ανάπτυξης και η αδυναμία στην πραγματική οικονομία θα αυξήσουν τις χρηματοπιστωτικές πιέσεις στις ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένων και των δυνατότερων χωρών όπως η Γερμανία, που θεωρούν de facto το αυξημένο μερίδιο υποχρεώσεων και κινδύνων.
Δεύτερον, τα προβλήματα του τραπεζικού κλάδου θα συνεχιστούν. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες ίσως έχουν μέχρι και 1 τρισ. ευρώ σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Τα επισφαλή χρέη και οι αδύναμες κεφαλαιακές θέσεις θα δημιουργήσουν τράπεζες «ζόμπι» που δεν θα μπορούν ή δεν θα θέλουν να προσφέρουν πιστώσεις στην οικονομία, περιορίζοντας κάθε ανάπτυξη.
Τρίτον, οι κρίσιμες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας και στα επιδόματα θα είναι αργές, καθρεφτίζοντας την υποτονική οικονομική δραστηριότητα και την απέχθεια απέναντι σε πολλά μέτρα. Επιπροσθέτως, λόγω της σχετικής σταθερότητας των τελευταίων 12 μηνών οι κυβερνήσεις έχουν εφησυχάσει σε μια ψεύτικη αίσθηση ασφάλειας κι έχουν μειώσει την αίσθηση του επείγοντος στην προώθηση της οικονομικής αναδιοργάνωσης.
Τέταρτον, οι πολιτικές εντάσεις, σε εθνικό επίπεδο όπως και στην ευρωζώνη, πιθανότατα θα αυξηθούν.
Οι πιέσεις θα εκδηλωθούν με διάφορους τρόπους. Οι πιο αδύναμες χώρες θα ζητήσουν παρατάσεις στα υπάρχοντα δάνεια, πρόσθετη βοήθεια ή διαγραφές χρεών.
Το κόστος δανεισμού για τις αδύναμες ευρωπαϊκές χώρες έχει αρχίσει να αυξάνεται, δείχνοντας παράγοντες όπως η οικονομική αδυναμία των δανειοληπτών, οι πολιτικές πιέσεις και η πιθανή αποκλιμάκωση στο πρόγραμμα παροχής ρευστότητας στις ΗΠΑ. Οι αμφιβολίες για το πρόγραμμα ΟΜΤ και η μειωμένη ευελιξία στη χρήση των εγχώριων τραπεζών και των ασφαλιστικών ταμείων για αγορές κρατικών ομολόγων θα επιταχύνουν τις πιέσεις στα επιτόκια.
Για την Ευρώπη, το ζήτημα είναι αδιέξοδο, καθώς χωρίς εύρωστη ανάπτυξη (που δεν προβλέπεται) τα προβλήματα χρεών της ίσως αποδειχθούν ανυπέρβλητα.
Σε αντίθεση με το 2012, δεν είναι σίγουρο ότι η αντιμετώπιση θα είναι, για να χρησιμοποιήσουμε τις αγαπημένες λέξεις της ΕΚΤ, «επαρκής» και «κατάλληλη».
Ο Satyajit Das είναι πρώην τραπεζίτης και συγγραφέας των βιβλίων Extreme Money και Traders Guns & Money. euro2day.gr
Από τα μέσα του 2012 και μετά, ο πυρετός της χρηματοπιστωτικής κρίσης στην Ευρώπη πέφτει και τα συμπτώματα της ασθένειας που τη βασανίζει δείχνουνπαροδική ύφεση.
Χάρη στον συνδυασμό προγράμματα λιτότητας, διαγραφές χρεών, δέσμευση της ΕΚΤ πως θα κάνει ό,τι χρειαστεί για να υπερασπιστεί το ευρώ, προτεινόμενη τραπεζική ενοποίηση και ολοκλήρωση του ταμείου διασώσεων European Stability Mechanism, έχει αποκατασταθεί μια σχετική χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Τα επιτόκια στις χώρες της περιφέρειας έχουν πέσει και τα χρηματιστήρια καταγράφουν ράλι τιμών, χωρίς να υπάρχει ανάκαμψη στην πραγματική οικονομία. Καθώς η θεραπεία δεν συνεχίζεται με τη σωστή δοσολογία ή χάνει την αποδοτικότητά της, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα υποτροπής.
Η λιτότητα δεν έχει καταφέρει να θέσει υπό έλεγχο τους προϋπολογισμούς και τα χρέη. Οι αυξήσεις στους φόρους και οι περικοπές στις κρατικές δαπάνες έχουν επιφέρει συρρίκνωση στην οικονομική δραστηριότητα, έχουν μειώσει τα κρατικά έσοδα και έχουν αυξήσει τα κοινωνικά επιδόματα, καθώς αυξάνεται η ανεργία. Τα ελλείμματα στους προϋπολογισμούς επιμένουν, αν και είναι μικρότερα, και τα επίπεδα των χρεών συνεχίζουν να αυξάνονται.
Επικαλούμενες έκτακτες συνθήκες, πολλές χώρες έχουν ζητήσει και έχουν κερδίσει εξαιρέσεις. Οι στόχοι για ελλείμματα και μειώσεις χρεών έχουν πάρει παράταση, αλλά και πάλι δύσκολα θα επιτευχθούν.
Είναι δύσκολο να γίνουν πρόσθετες απομειώσεις για να κατέβουν τα χρέη σε ανεκτά επίπεδα, καθώς πλέον ο ESM, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ κατέχουν άμεσα ή έμμεσα μεγάλα τμήματα των σχετικών χρεών. Αν υπάρξουν ζημίες σε αυτούς τους επίσημους φορείς, θα πέσουν εν τέλει στους ώμους φορολογούμενων σε χώρες όπως η Γερμανία, προκαλώντας πλήρη αντίθεση με τις διαβεβαιώσεις προς τους Γερμανούς ψηφοφόρους ότι δεν κινδυνεύουν από τις διασώσεις.
Παρά το γεγονός ότι παραμένει αδοκίμαστο, το πρόγραμμα απευθείας αγοράς ομολόγων ΟΜΤ της ΕΚΤ, που επιτρέπει την αγορά απεριόριστων ποσών χρεογράφων της ευρωζώνης, έχει χαρακτηριστεί επιτυχές. Αλλά θα είναι πολιτικά δύσκολο για χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία να ζητήσουν βοήθεια,γνωρίζοντας ότι αν τυχόν χρειαστούν αναδιοργανώσεις χρεών στο μέλλον οι εγχώριοι φορολογούμενοι θα υποστούν ζημίες στις τραπεζικές καταθέσεις τους.
Η Γερμανία και άλλα μέλη της ευρωζώνης παραμένουν αντίθετα σε απεριόριστες αγορές κρατικών ομολόγων υπό το ΟΜΤ. Η νομική βάση του προγράμματος παραμένει αβέβαιη και το αποτέλεσμα της προσφυγής στο γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο δεν έχει γνωστοποιηθεί.
Η τραπεζική ενοποίηση είχε στόχο «να σπάσει τον φαύλο κύκλο μεταξύ τραπεζών και κρατών». Οι βασικοί συντελεστές μιας τραπεζικής ενοποίησης είναι η ασφάλιση των καταθέσεων και ένα κεντρικό ταμείο ανακεφαλαιοποιήσεων. Η γερμανική αντίδραση σημαίνει ότι δεν υπάρχουν σχέδια για συγκεκριμένους πρόσθετους χρηματοοικονομικούς πόρους σε ένα ταμείο ασφαλίσεων ή ανακεφαλαιοποιήσεων για όλη την ευρωζώνη. Η Γερμανία επιμένει ότι η τραπεζική ενοποίηση δεν μπορεί να είναι υπεύθυνη για τους «κληρονομικούς» κινδύνους, δηλαδή τα προβλήματα που ξεκίνησαν από γεγονότα που προηγήθηκαν της ολοκλήρωσης της τραπεζικής ένωσης.
Η τραπεζική ενοποίηση έχει καταντήσει ανεπαρκής ενιαίος εποπτικός μηχανισμός για έναν μικρό αριθμό τραπεζών της ευρωζώνης. Η Ε.Ε. έχει αποσαφηνίσει ότι ο στόχος τώρα είναι απλώς να αμβλυνθεί η σύνδεση.
Η αδυναμία σε κρίσιμες στρατηγικές θα φαίνεται όλο και περισσότερο, καθώς οι αγορές θα δοκιμάσουν τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και την ΕΚΤ.
Πρώτον, η απουσία οικονομικής ανάπτυξης και η αδυναμία στην πραγματική οικονομία θα αυξήσουν τις χρηματοπιστωτικές πιέσεις στις ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένων και των δυνατότερων χωρών όπως η Γερμανία, που θεωρούν de facto το αυξημένο μερίδιο υποχρεώσεων και κινδύνων.
Δεύτερον, τα προβλήματα του τραπεζικού κλάδου θα συνεχιστούν. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες ίσως έχουν μέχρι και 1 τρισ. ευρώ σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Τα επισφαλή χρέη και οι αδύναμες κεφαλαιακές θέσεις θα δημιουργήσουν τράπεζες «ζόμπι» που δεν θα μπορούν ή δεν θα θέλουν να προσφέρουν πιστώσεις στην οικονομία, περιορίζοντας κάθε ανάπτυξη.
Τρίτον, οι κρίσιμες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας και στα επιδόματα θα είναι αργές, καθρεφτίζοντας την υποτονική οικονομική δραστηριότητα και την απέχθεια απέναντι σε πολλά μέτρα. Επιπροσθέτως, λόγω της σχετικής σταθερότητας των τελευταίων 12 μηνών οι κυβερνήσεις έχουν εφησυχάσει σε μια ψεύτικη αίσθηση ασφάλειας κι έχουν μειώσει την αίσθηση του επείγοντος στην προώθηση της οικονομικής αναδιοργάνωσης.
Τέταρτον, οι πολιτικές εντάσεις, σε εθνικό επίπεδο όπως και στην ευρωζώνη, πιθανότατα θα αυξηθούν.
Οι πιέσεις θα εκδηλωθούν με διάφορους τρόπους. Οι πιο αδύναμες χώρες θα ζητήσουν παρατάσεις στα υπάρχοντα δάνεια, πρόσθετη βοήθεια ή διαγραφές χρεών.
Το κόστος δανεισμού για τις αδύναμες ευρωπαϊκές χώρες έχει αρχίσει να αυξάνεται, δείχνοντας παράγοντες όπως η οικονομική αδυναμία των δανειοληπτών, οι πολιτικές πιέσεις και η πιθανή αποκλιμάκωση στο πρόγραμμα παροχής ρευστότητας στις ΗΠΑ. Οι αμφιβολίες για το πρόγραμμα ΟΜΤ και η μειωμένη ευελιξία στη χρήση των εγχώριων τραπεζών και των ασφαλιστικών ταμείων για αγορές κρατικών ομολόγων θα επιταχύνουν τις πιέσεις στα επιτόκια.
Για την Ευρώπη, το ζήτημα είναι αδιέξοδο, καθώς χωρίς εύρωστη ανάπτυξη (που δεν προβλέπεται) τα προβλήματα χρεών της ίσως αποδειχθούν ανυπέρβλητα.
Σε αντίθεση με το 2012, δεν είναι σίγουρο ότι η αντιμετώπιση θα είναι, για να χρησιμοποιήσουμε τις αγαπημένες λέξεις της ΕΚΤ, «επαρκής» και «κατάλληλη».
Ο Satyajit Das είναι πρώην τραπεζίτης και συγγραφέας των βιβλίων Extreme Money και Traders Guns & Money. euro2day.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα