Το ξέρω ότι επαναλαμβάνομαι, αλλά και η πένα μου όπλο είναι…!
Εάν αβίαστα αθρώνεις το «Γουάο» και το «σόρι»,
και μπορείς να πεις «είμαι σε μουντ» για το «σαξές σου στόρι»,
Εάν αυτό που παίζει ζωντανά εσυ το βλέπεις «λάιβ»
Και δεν νοιώθεις κραδασμούς, μα προτιμάς τα «βάιμπ»...,
Εάν "ρισπέκτ" αντί για "σεβασμό" αποδίδεις
και πας για "μπρέικ" και το "διάλειμμα" προδίδεις,
Εάν πρέπει εγώ να μπω στον κόπο να σου εξηγήσω
και με επιχειρήματα να πρέπει να σε πείσω
ότι αντί για «νόουχαου» μπορείς να πεις «τροπογνωσία»,
κι ας μην υπάρχει εν λεξικώ μια τέτοια ιστορία...(Τον γνήσιο Έλληνα διακρίνεις απ´ την λεξιπλασία!)
Εάν νοιώθεις «σούπερ» κι όχι «υπέροχα», αμνήμονον υβρίδιον,
και κουνάς την κεφαλή ωσάν τον «Εμενέμ» τον ίδιον...,
Εάν δεν αφουγκράζεσαι την έκκληση σε βαρβάρους μην ομοιάζεις,
ως πίθηξ ανελλήνιστος την γλώσσα μη βιάζεις,
Εάν δεν σου στρίβουν τα έντερα οι λέξεις «λόκνταουν», «κλικαγουέι»,
Και μου γυρνάς την «τατουαζόμορφή» σου πλάτη με ένα «ένιγουέι»...,
τότε είσαι άξιος/άξια αυτών εδώ των στίχων,
ων πολύ συχνά θε' αναρτώ εις τον ενθάδε τοίχον,
Λέγοντάς σοι:
Ανάθεμά σε δίποδον απολεσθείσας μνήμης!
Εν φύσει σου τα τρέχοντα εισίν να υπομείνης.
Λυγρόν εν παραστήματι και άψυχον τῇ όψει,
Ανήμπορον το είδος σου εν κάλλει να προκόψη!
Ανάθεμά σε δίποδον, πως κόπτεσαι να μοιάσεις!
Με θεατρίνους κίβδηλους στον βίον να ταιριάξεις!
Τερατισμόν βαρβάρων και την γλώσσαν αδελφώνεις,
Σκιών σπηλαίου έρμαιον, ταγέ τηλεοθόνης…
Ω άγονον υβρίδιον, φυγόπονον ευθύνης,
Τί μέλλει υποστήσεσθαι; Τί μένει σου να δίνεις;
Το πρόσωπόν σου ἐν κρυπτῷ, ο λόγος εφιμώθη!
Και άνευ λόγου κι όψεως, εν δίποδον… τι νοιώθει;
Ελληνοπρέπειας δήμιε, ασελγητή της γλώσσης,
Ο «άνθρωπος» ορθώνεται δια κάλλους και με γνώσεις.
Αυτών αποποιούμενων, η «ανθρωπιά» χωλαίνει,
Το πέρασμά σου, άθλιον, τον τόπον μου ρυπαίνει!
Τραβελοχειραγώγηση και μάτια τρομαγμένα,
Κεφάλια δίχως όραμα, φιμωτροφορεμένα...
Τί όνειδος τοις άστεσιν υλάγματα βαρβάρων!
Μεταλλαγμένες γειτονιές και άντρα γενιτσάρων!
Ανάθεμά σε δίποδον απολεσθείσας μνήμης!
Εν φύσει σου τα τρέχοντα εισίν να υπομείνης.
Στις φλέβες σου η Νέμεσις δικαίως θε’ κυλήση.
Προγεγραμμένη μοίρα σου, το είδος σου να σβήση!
Και θα μου πεις μετά από όλα αυτά, «μα η γλώσσα εξελίσσεται, κι ο κόσμος προοδεύει»....
Κι εγώ θα σου απαντήσω ότι «με τοξική τροφή και ο αφεδρώνας σου ασχήμως αφοδεύει...»
-Παναγιώτης Τερπάνδρου Ζαχαρίου- 22/04/2021
Και ο Καβάφης σας τα έλεγε τον Αθήναιον ερμηνευόμενος το 1906:
Ποσειδωνιάται
Ποσειδωνιάταις τοῖς ἐν τῷ Τυρρηνικῷ κόλπῳ τὸ μὲν ἐξ ἀρχῆς Ἕλλησιν οὖσιν ἐκβαρβαρῶσθαι Τυρρηνοῖς ἤ Ρωμαίοις γεγονόσι καὶ τήν τε φωνὴν μεταβεβληκέναι, τά τε πολλὰ τῶν ἐπιτηδευμάτων, ἄγειν δὲ μιάν τινα αὐτοὺς τῶν ἑορτῶν τῶν Ἑλλήνων ἔτι καὶ νῦν, ἐν ᾗ συνιόντες ἀναμιμνήσκονται τῶν ἀρχαίων ὀνομάτων τε καὶ νομίμων, ἀπολοφυράμενοι πρὸς ἀλλήλους καὶ δακρύσαντες ἀπέρχονται.
(Αθήναιος)
Απόδοσις:
Την γλώσσα την ελληνική οι Ποσειδωνιάται
εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι
με Τυρρηνούς, και με Λατίνους, κι άλλους ξένους.
Το μόνο που τους έμενε προγονικό
ήταν μια ελληνική γιορτή, με τελετές ωραίες,
με λύρες και με αυλούς, με αγώνας και στεφάνους.
Κι είχαν συνήθειο προς το τέλος της γιορτής
τα παλαιά τους έθιμα να διηγούνται,
και τα ελληνικά ονόματα να ξαναλένε,
που μόλις πια τα καταλάμβαναν ολίγοι.
Και πάντα μελαγχολικά τελείων’ η γιορτή τους.
Γιατί θυμούνταν που κι αυτοί ήσαν Έλληνες —
Ιταλιώται έναν καιρό κι αυτοί·
και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,
να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά
βγαλμένοι — ω συμφορά! — απ’ τον Ελληνισμό.
A. Σ.
και κουνάς την κεφαλή ωσάν τον «Εμενέμ» τον ίδιον...,
Εάν δεν αφουγκράζεσαι την έκκληση σε βαρβάρους μην ομοιάζεις,
ως πίθηξ ανελλήνιστος την γλώσσα μη βιάζεις,
Εάν δεν σου στρίβουν τα έντερα οι λέξεις «λόκνταουν», «κλικαγουέι»,
Και μου γυρνάς την «τατουαζόμορφή» σου πλάτη με ένα «ένιγουέι»...,
τότε είσαι άξιος/άξια αυτών εδώ των στίχων,
ων πολύ συχνά θε' αναρτώ εις τον ενθάδε τοίχον,
Λέγοντάς σοι:
Ανάθεμά σε δίποδον απολεσθείσας μνήμης!
Εν φύσει σου τα τρέχοντα εισίν να υπομείνης.
Λυγρόν εν παραστήματι και άψυχον τῇ όψει,
Ανήμπορον το είδος σου εν κάλλει να προκόψη!
Ανάθεμά σε δίποδον, πως κόπτεσαι να μοιάσεις!
Με θεατρίνους κίβδηλους στον βίον να ταιριάξεις!
Τερατισμόν βαρβάρων και την γλώσσαν αδελφώνεις,
Σκιών σπηλαίου έρμαιον, ταγέ τηλεοθόνης…
Ω άγονον υβρίδιον, φυγόπονον ευθύνης,
Τί μέλλει υποστήσεσθαι; Τί μένει σου να δίνεις;
Το πρόσωπόν σου ἐν κρυπτῷ, ο λόγος εφιμώθη!
Και άνευ λόγου κι όψεως, εν δίποδον… τι νοιώθει;
Ελληνοπρέπειας δήμιε, ασελγητή της γλώσσης,
Ο «άνθρωπος» ορθώνεται δια κάλλους και με γνώσεις.
Αυτών αποποιούμενων, η «ανθρωπιά» χωλαίνει,
Το πέρασμά σου, άθλιον, τον τόπον μου ρυπαίνει!
Τραβελοχειραγώγηση και μάτια τρομαγμένα,
Κεφάλια δίχως όραμα, φιμωτροφορεμένα...
Τί όνειδος τοις άστεσιν υλάγματα βαρβάρων!
Μεταλλαγμένες γειτονιές και άντρα γενιτσάρων!
Ανάθεμά σε δίποδον απολεσθείσας μνήμης!
Εν φύσει σου τα τρέχοντα εισίν να υπομείνης.
Στις φλέβες σου η Νέμεσις δικαίως θε’ κυλήση.
Προγεγραμμένη μοίρα σου, το είδος σου να σβήση!
Και θα μου πεις μετά από όλα αυτά, «μα η γλώσσα εξελίσσεται, κι ο κόσμος προοδεύει»....
Κι εγώ θα σου απαντήσω ότι «με τοξική τροφή και ο αφεδρώνας σου ασχήμως αφοδεύει...»
-Παναγιώτης Τερπάνδρου Ζαχαρίου- 22/04/2021
Και ο Καβάφης σας τα έλεγε τον Αθήναιον ερμηνευόμενος το 1906:
Ποσειδωνιάται
Ποσειδωνιάταις τοῖς ἐν τῷ Τυρρηνικῷ κόλπῳ τὸ μὲν ἐξ ἀρχῆς Ἕλλησιν οὖσιν ἐκβαρβαρῶσθαι Τυρρηνοῖς ἤ Ρωμαίοις γεγονόσι καὶ τήν τε φωνὴν μεταβεβληκέναι, τά τε πολλὰ τῶν ἐπιτηδευμάτων, ἄγειν δὲ μιάν τινα αὐτοὺς τῶν ἑορτῶν τῶν Ἑλλήνων ἔτι καὶ νῦν, ἐν ᾗ συνιόντες ἀναμιμνήσκονται τῶν ἀρχαίων ὀνομάτων τε καὶ νομίμων, ἀπολοφυράμενοι πρὸς ἀλλήλους καὶ δακρύσαντες ἀπέρχονται.
(Αθήναιος)
Απόδοσις:
Την γλώσσα την ελληνική οι Ποσειδωνιάται
εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι
με Τυρρηνούς, και με Λατίνους, κι άλλους ξένους.
Το μόνο που τους έμενε προγονικό
ήταν μια ελληνική γιορτή, με τελετές ωραίες,
με λύρες και με αυλούς, με αγώνας και στεφάνους.
Κι είχαν συνήθειο προς το τέλος της γιορτής
τα παλαιά τους έθιμα να διηγούνται,
και τα ελληνικά ονόματα να ξαναλένε,
που μόλις πια τα καταλάμβαναν ολίγοι.
Και πάντα μελαγχολικά τελείων’ η γιορτή τους.
Γιατί θυμούνταν που κι αυτοί ήσαν Έλληνες —
Ιταλιώται έναν καιρό κι αυτοί·
και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,
να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά
βγαλμένοι — ω συμφορά! — απ’ τον Ελληνισμό.
A. Σ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα