Δύο περιοχές όπου καλλιεργούνται ελιές στα δυτικά και στα ανατολικά της Κρήτης τα τρία τελευταία χρόνια διαφέρουν από τις υπόλοιπες. Και αυτό γιατί έχουν επιλεχθεί από ερευνητές του Ινστιτούτου Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ ως πειραματικές τοποθεσίες για την εφαρμογή Καλών Γεωργικών Πρακτικών (Good Agricultural Practices, γνωστών και ως GAPs) που μετριάζουν τον αντίκτυπο της κλιματικής αλλαγής στα ελαιόδεντρα.
Τι σημαίνει αυτό; Οι επιστήμονες επιλέγουν καλλιέργειες, ελαιώνες εν προκειμένω, με βάση διαφορετικά κριτήρια (κλιματικά, γεωμορφολογικά/τοπία, χαρακτηριστικά του εδάφους, διαθεσιμότητα νερού και ήδη εφαρμοσμένες γεωργικές πρακτικές) για να πειραματιστούν και να βγάλουν συμπεράσματα για ένα ευρύ φάσμα γεωργικών οικοσυστημάτων σε κάθε επιλεγμένη περιοχή και να αναπτύξουν δράσεις για την αποκατάσταση της οικολογικής ισορροπίας.
«Παρά το γεγονός ότι η ελιά είναι ένα από τα καλύτερα προσαρμοσμένα είδη στις μεσογειακές υδροκλιματικές συνθήκες, οι ακραίες κλιματικές εναλλαγές επιδρούν αρνητικά στην καρπόδεση και την ανάπτυξη της ελιάς και κατ’ επέκταση στην απόδοση της καλλιέργειας. Δεδομένου ότι η συχνότητα αυτών των ακραίων κλιματικών εναλλαγών αυξάνεται τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, πρέπει να εφαρμοστούν Καλές Γεωργικές Πρακτικές (GAPs) προκειμένου να μετριαστεί ο αντίκτυπός τους στα ελαιόδεντρα.
Σε μια μελέτη στο πλαίσιο του έργου LIFE AgroClimaWater εφαρμόσαμε GAPs για μια 3ετία και παρακολουθήσαμε τη διατήρηση νερού-εδάφους σε 18 ελαιώνες (που είναι η κυρίαρχη καλλιέργεια στην Κρήτη), σε δύο πιλοτικές λεκάνες απορροής ποταμών, μία στη δυτική πλευρά και μία στην ανατολική πλευρά του νησιού», εξηγεί ο Δρ. Νεκτάριος Κουργιαλάς Κύριος Ερευνητής από το Ινστιτούτο Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου του ΕΛΓΟ- ΔΗΜΗΤΡΑ, ο οποίος κάθε χρόνο συμπεριλαμβάνεται στην ετήσια λίστα του Πανεπιστημίου Stanford με τους κορυφαίους επιστήμονες παγκοσμίως (έκθεση World's Top 2% Scientists).
Ο κύριος στόχος του έργου LIFE AgroClimaWater είναι να προωθήσει την αποδοτικότητα του νερού και να υποστηρίξει τη στροφή προς την κλιματική ανθεκτική γεωργία στις μεσογειακές χώρες μέσω της ανάπτυξης στρατηγικών προσαρμογής στη διαχείριση των υδάτων σε τρεις Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών σε δύο περιοχές στην Ελλάδα (Πλατανιάς και Μεραμβέλλου στην Κρήτη) και σε μια στη Basilicata της Ιταλίας (Metapontino).
«Έξυπνη» γεωργία και με παραδοσιακές πρακτικές
Στο άκουσμα του όρου Καλές Γεωργικές Πρακτικές (GAPs) το μυαλό των περισσότερων πηγαίνει αυτόματα στην εφαρμογή σύγχρονων «έξυπνων» τεχνολογικών μεθόδων. Αλλά κάνουν λάθος, γιατί καμιά φορά για να προχωρήσει κάποιος μπροστά αρκεί να ρίξει μια ματιά στο παρελθόν.
Αυτό ακριβώς έκαναν και οι ερευνητές του Ινστιτούτου Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου του ΕΛΓΟ- ΔΗΜΗΤΡΑ. Κοίταξαν προς τα πίσω και έκαναν αυτό που έκαναν οι παππούδες μας. Χρησιμοποίησαν ως φυσικά εμπόδια απλές πέτρες, στρατηγικά τοποθετημένες κάθετα στη ροή του νερού, οι οποίες μειώνουν την απορροή του και την εδαφική διάβρωση σε επικλινή αγροκτήματα που βρίσκονται σε επισφαλείς περιοχές, σαν αυτά που καταστράφηκαν κατά τη θεομηνία Daniel που έπληξε πέρσι τη Θεσσαλία.
«Είναι χαρακτηριστικό ότι τα φυσικά εμπόδια που τοποθετήσαμε σε ελαιώνες πάνω σε επικλινείς περιοχές μείωσαν αποτελεσματικά την απορροή του βρόχινου νερού ως και 190% συγκριτικά με τους γειτονικούς όπου δεν είχαν τοποθετηθεί εμπόδια. Αυτό σημαίνει ότι αν μια περιοχή ημιορεινής ζώνης χωρίς αυτά τα εμπόδια δεχθεί μέσα σε μια μέρα π.χ. 100 mm βροχής, ο όγκος του νερού (επιφανειακή απορροή) που θα δημιουργηθεί θα αντιστοιχεί σε αυτά τα 100 mm βροχής.
Αν στην ίδια περιοχή τοποθετηθούν φυσικά εμπόδια η ίδια βροχή των 100 mm θα δημιουργήσει επιφανειακή απορροή που θα αντιστοιχεί μόλις σε 35 mm βροχής. Άρα τα εμπόδια ‘κατεβάζουν’ την επίδραση μιας έντονης βροχόπτωσης μόνο και μόνο επειδή συγκρατούν σημαντικό ποσοστό από το βρόχινο νερό το οποίο στη συνέχεια αποθηκεύεται στο έδαφος», σημειώνει ο Δρ. Κουργιαλάς.
Όπως εξηγεί ο ίδιος, η ημιορεινή ζώνη (υψόμετρο από 200- 800 μέτρα) είναι μια ζώνη ιδιαίτερα σημαντική για την ανάσχεση του πλημμυρικού κύματος που μπορεί να προκύψει εξαιτίας μιας έντονης βροχόπτωσης:
«Στην ημιορεινή ζώνη, όπου παρατηρούμε συνήθως έντονες εδαφικές κλίσεις, το πλημμυρικό κύμα (επιφανειακή απορροή) αποκτά ενέργεια και ορμή με αποτέλεσμα όταν φτάνει κατάντη (πεδινή ζώνη) να δημιουργεί σημαντικές ζημίες. Άρα η αναζήτηση τρόπων ανάσχεσης και αποσυγχρονισμού του πλημμυρικού κύματος στην ημιορεινή ζώνη είναι καταλυτικής σημασίας».
Ο Δρ. Κουργιαλάς, προσθέτει πως στον Ελλαδικό χώρο και κυρίως στις νησιωτικές περιοχές όπως η Κρήτη, μεγάλο τμήμα της ημιορεινής ζώνης καλύπτεται από γεωργικές εκτάσεις κυρίως ελιές, το έδαφος των οποίων είναι γεμάτο πέτρες.
«Η πέτρα, ως φυσικό υλικό, με την κατάλληλή εφαρμογή μπορεί να δημιουργήσει μικρές αναβαθμίδες (εμπόδια) για την ανάσχεση της έντονης επιφανειακής απορροής το χειμώνα. Αυτά τα πέτρινα εμπόδια με τον χρόνο, μέσω της απόθεσης χώματος και γενικά φερτών υλικών, θα λάβουν μια μορφή μικρής φυσικής αναβαθμίδας του εδάφους όπως αυτές που εφάρμοζαν τα παλαιά χρόνια οι παππούδες μας», συμπληρώνει ο Έλληνας επιστήμονας.
Τοποθέτηση των φυσικών εμποδίων
Στο πλαίσιο του έργου LIFE AgroClimaWater καθένας από τους 18 πειραματικούς ελαιώνες στην Κρήτη χωρίστηκε σε δύο μέρη, στον μάρτυρα (business-as-usual) και στον πειραματικό (για εφαρμογή GAPs). Σε αυτούς εφαρμόστηκε ένα σύνολο 13 GAP σε διαφορετικούς συνδυασμούς με στόχο κυρίως τη μείωση των απωλειών νερού και της διάβρωσης, την ανακούφιση του θερμικού στρες και την αύξηση της αποδοτικότητας χρήσης του νερού.
Για την αξιολόγηση της απόδοσης αυτών των πρακτικών οι ερευνητές χρησιμοποίησαν 4 δείκτες και συγκεκριμένα, την Παραγωγικότητα Νερού (Water Productivity), την Οικονομική Παραγωγικότητα Νερού (Economic Water Productivity), την Απορροή (Runoff) και την Απόδοση (Yield).
«Στους ελαιώνες-“μάρτυρες” εφαρμόστηκε η κοινή/παραδοσιακή διαχείριση από τον αγρότη, ενώ στους πειραματικούς ελαιώνες εφαρμόστηκαν GAPs. Στόχος μας ήταν μέσα στην 3ετία, μέσω περιεκτικών προσεγγίσεων in situ παρακολούθησης, να εξετάσουμε την αποτελεσματικότητα των προτεινόμενων GAPs, συγκρίνοντας τα αποτελέσματα μεταξύ των κοινών ελαιώνων και αυτών στους οποίους εφαρμόσαμε πρακτικές προσαρμοσμένων σε ακραίες κλιματικές συνθήκες», περιγράφει ο Δρ. Κουργιαλάς.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η τοποθέτηση φυσικών εμποδίων από πέτρα έχει ελάχιστο κόστος εφαρμογής και παράλληλα σημαντικά οφέλη.
«Εκτός από τη μείωση της επιφανειακής απορροής και του κινδύνου απώλειας γόνιμου εδάφους από το χωράφι τον χειμώνα (εδαφική διάβρωση), το νερό της βροχής αποθηκεύεται πιο αποτελεσματικά στο έδαφος και αποδίδεται με αργό ρυθμό (σιγά-σιγά) στην καλλιέργεια κατά τους κρίσιμους μήνες της άνοιξής και του καλοκαιριού όπου οι βροχοπτώσεις είναι λιγοστές ή ανύπαρκτες», προσθέτει ο Έλληνας επιστήμονας.
Όλα τα παραπάνω έχουν επαληθευτεί και από υδρολογικά μοντέλα προσομοίωσης που έχει ο ίδιος ‘τρέξει’ μαζί με συναδέλφους του στο εργαστήριο σε μεγάλες περιοχές (επίπεδα λεκάνης απορροής) και τα οποία έχουν δείξει ότι αν οι συγκεκριμένες τεχνικές συγκράτησης νερού εφαρμόζονταν στις καλλιέργειες της ημιορεινής ζώνης (σε μεγάλη χωρική κλίμακα), θα μειωνόταν ο κίνδυνος εμφάνισης πλημμυρών κατάντη, άρα και οι ζημιές, σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Τα φυσικά εμπόδια που προτείνει ο Δρ. Κουργιαλάς έχουν κυλινδρική μορφή, διάμετρο περίπου 20 εκ. και μήκος περίπου 15 μέτρα. Αποτελούνται από πέτρες οι οποίες τυλίγονται και συγκρατούνται σταθερά μέσα σε δίχτυ συλλογής ελαιόκαρπου.
Τα κυλινδρικά αυτά εμπόδια τοποθετούνται κάθετα στην γραμμή ροής του νερού σε στρατηγικά επιλεγμένα τμήματα του επικλινούς αγροτεμαχίου και σε διάταξη ζιγκ-ζαγκ εγκάρσια από τα ανάντη προς τα κατάντη. Ενδεικτικά σε μια έκταση περίπου 2 στρεμμάτων συνήθως τοποθετούνται 4 τέτοια εμπόδια.
«Προκειμένου να αξιολογήσουμε την αποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης πρακτικής, τόσο στο πειραματικό τμήμα (εκεί όπου τοποθετήσαμε τα εμπόδια) όσο και στον μάρτυρα (όπου δεν έχει εμπόδια), δημιουργήσαμε μικρές τάφρους όπου μπορούσαμε να συλλέγουμε το νερό από τα ανάντη και να το μετράμε.
Ο στόχος μας ήταν το συγκεντρωμένο νερό στο πειραματικό τμήμα να είναι πολύ λιγότερο από αυτό του μάρτυρα. Αυτό επαληθεύτηκε, καταδεικνύοντας ότι το νερό συγκρατήθηκε από τα φυσικά εμπόδια και δεν χάθηκε ως επιφανειακή απορροή», λέει ο Δρ. Κουργιαλάς, ο οποίος σημειώνει πως η τοποθέτηση των εμποδίων δεν χρειάζεται τη βοήθεια κάποιου ειδικού. Είναι εύκολη και μπορεί να γίνει από τον ίδιο τον παραγωγό που ξέρει τη γεωμορφολογία του χωραφιού του.
Στο ερώτημα γιατί οι ερευνητές επέλεξαν πέτρες και όχι άλλο υλικό π.χ. κορμούς δέντρων, ο Δρ. Κουργαλάς δίνει την απάντηση: «Η πέτρα είναι ένα υλικό αδρανές που δεν αλλοιώνεται στον χρόνο και στις κλιματικές συνθήκες όπως οι κορμοί δέντρων.
Παράλληλα οι κορμοί δένδρων μπορεί να αποτελέσουν εστίες ανάπτυξης επιβλαβών εντόμων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τις καλλιέργειες. Επιπρόσθετα η ημιορεινή ζώνη συνήθως είναι πλούσια σε πέτρες, ένα γηγενές υλικό εύκολα διαχειρίσιμο στο χωράφι σε αντίθεση με τους κορμούς δέντρων που πρέπει να μεταφερθούν και να τοποθετηθούν στο σημείο που θέλουμε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα