
Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση, αντιμετωπίζοντας παρόμοιες προκλήσεις, οι οποίες αντικατοπτρίζονται στην πορεία τριών βασικών μεταβλητών: των τιμών των κατοικιών, των ενοικίων και του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.
Στην έρευνα της Alpha Bank για την προσιτή κατοικία στην Ελλάδα υπογραμμίζεται η υψηλότερη ταχύτητα με την οποία κινούνται οι τιμές ακινήτων σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών γεγονός που αντανακλά την επιδείνωση των συνθηκών απόκτησης προσιτής κατοικίας στη χώρα μας.
Τράπεζα της Ελλάδος
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, οι τιμές των κατοικιών αυξήθηκαν κατά 13,9% το 2023 και 8,7% το 2024. Στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη οι τιμές αυξήθηκαν κατά 8,2% και 11,2%, αντίστοιχα. Την ίδια περίοδο, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών κατέγραψε αύξηση, αν και με βραδύτερο ρυθμό (2023: 8,1%, εννεάμηνο 2024: 5,6%, σε ετήσια βάση).
Ετσι, δεν αποτελεί έκπληξη ότι το 54% όσων συμμετείχαν σε έρευνα της QED για λογαριασμό της Alpha Bank θεωρεί ότι η αγορά κατοικίας, στην παρούσα συγκυρία είναι «όνειρο απατηλό» ενώ το 39% θεωρεί την απόκτηση κατοικίας εφικτή σε περιορισμένο βαθμό. Ακόμα μεγαλύτερο είναι το ποσοστό εκείνων που θεωρεί ανέφικτη την ενοικίαση κατοικίας καθώς φτάνει το 68%.
Σε ότι αφορά τις μεταβολές στο κόστος ενοικίασης και αποπληρωμής στεγαστικού δανείου τα δύο τελευταία χρόνια ο κοινός παρανομαστής είναι η «αύξηση»
Συνολικά το 45% ανέφερε αυξήσεις ενοικίων έως και 10%, το 30% μεταξύ 10% και 20% και περίπου το 25% δήλωσε ότι το ενοίκιό τους αυξήθηκε κατά 20% ή περισσότερο.
«Το κοινωνικό πρόβλημα της στέγασης στην Ελλάδα προσδιορίζεται σήμερα από διάφορους αλληλένδετους παράγοντες. Η παρατεταμένη οικονομική ύφεση που ακολούθησε την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, η επέκταση των βραχυχρόνιων μισθώσεων και η αύξηση της εξωτερικής ζήτησης στην αγορά κατοικίας, έχουν καταστήσει συνδυαστικά, λιγότερο προσιτή τόσο την αγορά, όσο και την ενοικίαση ακινήτων, ιδίως σε ορισμένες περιοχές. Παράλληλα, η αυξανόμενη μέση ηλικία του αποθέματος κατοικιών και η εισαγωγή του φόρου ακίνητης περιουσίας, επιβάρυνε περαιτέρω τους ιδιοκτήτες ακινήτων. Επιπρόσθετα, η μείωση της προσφοράς κατοικιών προς ενοικίαση, οδήγησε, μεταξύ άλλων παραγόντων, στην άνοδο των ενοικίων2 τα τελευταία έτη (2022: 1,3%, 2023: 4,8%, 2024: 5,1%). Τα ανωτέρω, σε συνδυασμό με τις αυξανόμενες δαπάνες στέγασης εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης, συνέβαλαν στην περαιτέρω αύξηση του συνολικού κόστους στέγασης» σημειώνεται στη μελέτη της Αlpha Bank (Decoding Housing Affordability in Greece - E. Αδαμοπούλου, Π. Καπόπουλος και Κ.-Μ. Ζεκεντέ).
Και ενώ σε χώρες όπως η Γερμανία και οι Κάτω Χώρες, υπάρχουν εκτεταμένα προγράμματα κοινωνικής στέγασης στην Ελλάδα, το περιορισμένο εύρος αυτών των προγραμμάτων, ειδικά κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης επέτεινε το πρόβλημα της προσιτής στέγασης. Ωστόσο, η ελληνική κυβέρνηση έχει λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση του στεγαστικού ζητήματος, όπως η παροχή επιδοτήσεων ενοικίου και πρόσφατα η υλοποίηση προγραμμάτων ανακαίνισης κτιρίων. Ένα σημαντικό μέτρο είναι η εκ νέου διάθεση των κενών κατοικιών στην αγορά. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (Απογραφή Κτιρίων 2021), τα κενά ακίνητα στη χώρα εκτιμώνται σε 793.885 -εκ των οποίων 32% βρίσκονται στην Αττική και περίπου 13% στον κεντρικό τομέα Αθηνών- η αξιοποίηση των οποίων θα μπορούσε να συμβάλει στην άμβλυνση της στεγαστικής κρίσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα