
Ήταν μια μέρα σαν σήμερα, 10 Ιουλίου του ’43, όταν μπήκαν στο Κεφαλόβρυσο οι εχθροί: Ναζί ειδεχθείς εγκληματίες! Έπιασαν 18 κατοίκους του χωριού και τρεις κοντοχωριανούς και τους έκαψαν ζωντανούς στοιβάζοντάς τους σαν τα καυσόξυλα σε δυο σπίτια!Οι Κεφαλοβρυσιώτες είχαν μάθει, βλέποντας από μακριά καπνούς στο πλαϊνό χωρίο το Βασιλικό, για τον ερχομό των Γερμανών και οι περισσότεροι είχαν πάρει τα βουνά. Στο Κεφαλόβρυσο έμειναν ο παπάς, ο γραμματικός λίγοι γέροντες τσελιγκάδες, και κάποιοι ανήμποροι κι’ άλλοι νοικοκυραίοι που δεν ακολούθησαν τους τρομαγμένους. Και μπήκαν οι Γερμανοί στο χωριό και μάζεψαν όσους βρήκαν και τους πήγαν σε ένα σπίτι. Κι’ από εκεί τους οδήγησαν σε άλλα δυο σπίτια και τους έκλεισαν μέσα και τους κάψανε σαν τα ποντίκια… Ο παπάς ανάμεσά τους! Εικοσιένας άνθρωποι έγιναν στάχτη. Και σχεδόν όλα τα σπίτια, στάχτη κι’ αυτά.
Χρόνια πολλά μετά, ο Κώστας Κούρος, 5 χρονών τότε, θυμόταν το πρωινό της καταστροφής. Με την οικογένεια του και τους γείτονες έφυγαν αξημέρωτα για το βουνό. Λίγες ώρες μετά είδαν από ψηλά τον τόπο τους να καίγεται. Ανάμεσα στους σκοτωμένους και ο παππούς του, που αναγνωρίστηκε από τη γιαγιά του, γιατί ένα κομμάτι από το γιλέκο που φορούσε δεν είχε καεί. «Θυμάμαι ακόμα τον θρήνο της μάνας μου για τον αδικοχαμένο πατέρα της», έλεγε συγκινημένος.
...Το κλαρίνο κεντάει μουσικά σιρίτια με χρυσές κλωστές πάνω σε βελούδινες ποδιές και ο θρήνος από το πωγωνίσιο μοιρολόι δεν σωπαίνει ποτέ…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα