
Οι όποιες αλλαγές θα γίνουν με βάση τη μελέτη της Αναλογιστικής Αρχής, η οποία εκπονείται κάθε τρία χρόνια και θα αποτυπώσει – όπως δείχνουν τα στοιχεία – αύξηση του προσδόκιμου ζωής, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο αύξησης των ορίων. Πρόσφατη μελέτη της Εθνικής Αναλογιστικής Αρχής δείχνει ότι το 2030 τα νομοθετημένα όρια ηλικίας των 62 και 67 ετών θα αυξηθούν κατά ενάμισι έτος.
Το αν αυτή η αύξηση θα είναι προοδευτική από το 2027 έως το 2030 ή θα εφαρμοστεί μονομιάς από 1/1/2027 θα εξαρτηθεί από τον τρόπο σύνδεσης του προσδόκιμου ζωής με τα όρια ηλικίας. Εάν η αύξηση γίνει σταδιακά, είναι πιθανό να εφαρμοστεί το μοντέλο των αλλαγών που έγιναν την περίοδο 2015–2021, όταν κάθε χρόνο μεταβάλλονταν τα όρια συνταξιοδότησης. Στην περίπτωση αυτή, ασφαλισμένοι που θα κλείσουν το 62ο έτος το 2027 μπορεί να συνταξιοδοτηθούν στα 62, 6 έτη, όσοι το 2028 στα 62,9 έτη, και όσοι το 2030 στα 63,5 έτη.

Δύο κατηγορίες
Σήμερα τα όρια ηλικίας έχουν «κλειδώσει» σε δύο κατηγορίες:
Μετά την πίεση της τρόικας, από 1/1/2013 τα όρια αυξήθηκαν βίαια στα 62 και 67 έτη, περισσότερο από ό,τι θα προέκυπτε με βάση τον νόμο του 2010.
Με τον Νόμο 4336/2015 αυξήθηκαν και όλα τα ενδιάμεσα όρια.
Ειδικοί στην κοινωνική ασφάλιση υπογραμμίζουν ότι τρεις δημογραφικοί δείκτες θα κρίνουν τις αλλαγές μετά το 2027:
Σήμερα τα όρια ηλικίας έχουν «κλειδώσει» σε δύο κατηγορίες:
- Στα 62 έτη, με την προϋπόθεση συμπλήρωσης 40 ετών ασφάλισης (12.000 ένσημα).
- Στα 67 έτη, με τουλάχιστον 15 έτη ασφάλισης (4.500 ένσημα).
Μετά την πίεση της τρόικας, από 1/1/2013 τα όρια αυξήθηκαν βίαια στα 62 και 67 έτη, περισσότερο από ό,τι θα προέκυπτε με βάση τον νόμο του 2010.
Με τον Νόμο 4336/2015 αυξήθηκαν και όλα τα ενδιάμεσα όρια.
Ειδικοί στην κοινωνική ασφάλιση υπογραμμίζουν ότι τρεις δημογραφικοί δείκτες θα κρίνουν τις αλλαγές μετά το 2027:
- Ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων άνω των 65 προς τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό, που οδεύει προς το 60% από 39% σήμερα.
- Ο δείκτης γήρανσης, καθώς για κάθε 170 ηλικιωμένους αντιστοιχούν 100 νέοι εργάσιμης ηλικίας.
- Ο δείκτης γονιμότητας, που βελτιώθηκε οριακά από 1,3 παιδιά το 2018 σε 1,5 το 2022, αλλά παραμένει χαμηλότερος από το 2,1 των ανεπτυγμένων χωρών. Η υπογεννητικότητα είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα, όπως φαίνεται από το ισοζύγιο γεννήσεων – θανάτων, που παραμένει ελλειμματικό και διπλασιάστηκε σε μία πενταετία, από -33.856 άτομα το 2018 σε -64.706 το 2022.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα