• Η έκδοση «ομολογιακού δανείου» που αποτελείται από μία μόνο ομολογία δεν θεωρείται επιτρεπτή, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να τύχουν εφαρμογής οι φορολογικές απαλλαγές του ν. 3156/2003 (τέλη χαρτοσήμου κ.λπ.). Σύμφωνα με το σκεπτικό της παραπάνω γνωμοδότησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, προκειμένου να χαρακτηρισθεί ένα δάνειο «ομολογιακό» θα πρέπει υποχρεωτικά να διαιρείται σε περισσότερες ομολογίες. Συνεπώς, η έκδοση μόνο μιας ομολογίας για όλο το δάνειο αίρει αυτομάτως τον χαρακτηρισμό του ως «ομολογιακού» και κατ’ επέκτασιν αποκλείει την εφαρμογή των φορολογικών απαλλαγών (ΝΣΚ 43/2018).
• Δεν τίθεται ως προϋπόθεση για την εφαρμογή των φορολογικών απαλλαγών η ύπαρξη περισσότερων ομολογιούχων δανειστών. Σύμφωνα με την ίδια γνωμοδότηση, η έννοια του ομολογιακού δανείου δεν συνεπάγεται κάποιο περιορισμό ως προς τον αριθμό των ομολογιούχων δανειστών ή τη σχέση που τους συνδέει με την εκδότρια εταιρεία. Συνεπώς, ακόμη και, όταν το σύνολο ή το μεγαλύτερο μέρος των ομολογιών (ενδεικτικά 99%) καλύπτεται από έναν μόνο ομολογιούχο δανειστή ή όταν οι ομολογιούχοι δανειστές είναι επιχειρήσεις συνδεδεμένες με την εκδότρια εταιρεία, έχουν εφαρμογή οι φορολογικές απαλλαγές (ΝΣΚ 43/2018).
• Η δυνατότητα χωριστής υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος των συζύγων δεν θα δοθεί τεχνικά για τις δηλώσεις του έτους 2017. Σε δελτίο Τύπου της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) ανακοινώθηκε ότι θα απαιτηθεί περισσότερος χρόνος για την προσαρμογή των ηλεκτρονικών συστημάτων υποβολής ξεχωριστών δηλώσεων. Στην ανακοίνωση αυτή προέβη φέτος η ΑΑΔΕ, δεδομένου ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ 330/2018) έκρινε προσφάτως ότι ο φορολογούμενος, όπως και η σύζυγός του, έχει το δικαίωμα να υποβάλλει αυτοτελώς δήλωση φόρου περί του εισοδήματός του. Το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι, στην περίπτωση που διατυπώνεται ρητά προς τη φορολογική αρχή η έλλειψη συναίνεσης υποβολής κοινής δήλωσης από έναν έστω από τους συζύγους, οι σύζυγοι διατηρούν το δικαίωμά τους να υποβάλλουν αυτοτελώς δηλώσεις φόρου εισοδήματος.
• Επισημαίνεται για τις τρέχουσες δηλώσεις φορολογικού έτους 2017 εξακολουθεί να υπάρχει η δυνατότητα για ξεχωριστή βεβαίωση φόρου ή επιστροφή φόρου (χωρίς συμψηφισμούς χρεωστικού και πιστωτικού υπολοίπου μεταξύ των συζύγων), όπως ίσχυσε και στα παλαιότερα φορολογικά έτη, κατόπιν αιτήσεως των φορολογουμένων για διαχωρισμό οφειλής στην αρμόδια ΔΟΥ.
• Από τις 9/5/2018 και εφεξής δίνεται εναλλακτικά η δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής και παρακολούθησης της ενδικοφανούς προσφυγής και του αιτήματος αναστολής ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ). Η παραπάνω δυνατότητα παρέχεται αναφορικά με πράξεις που έχουν εκδοθεί από τις ΔΟΥ: α) Φορολογίας Ανωνύμων Εταιρειών (ΦΑΕ) Αθηνών, β) Χολαργού, γ) Ψυχικού, δ) Αμπελοκήπων και ε) Ιωνίας Θεσσαλονίκης. Εντός εξαμήνου, αναμένεται να επεκταθεί η παραπάνω δυνατότητα σταδιακά και για πράξεις που έχουν εκδοθεί από τις υπόλοιπες ΔΟΥ και ελεγκτικά κέντρα. Η ρύθμιση αυτή αποσκοπεί, σύμφωνα με ανακοίνωση της ΑΑΔΕ, στη μείωση διοικητικού κόστους, την απλούστευση της διαδικασίας και την ενίσχυση της διαφάνειας. Κατά τη διάρκεια της πιλοτικής λειτουργίας, θα εκτιμηθεί κατά πόσον θα μπορούσε η ηλεκτρονική υποβολή να καταστεί προοδευτικά η μοναδική διαδικασία υποβολής των ενδικοφανών προσφυγών ενώπιον της ΔΕΔ.
• Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) προέβη σε απολογισμό του έργου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) τόσο για το 2017 όσο και για τον Ιανουάριο του 2018. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την παραπάνω ανακοίνωση, κατά το 2017 η ΔΕΔ εξέτασε εγκαίρως το 91,9% των ενδικοφανών προσφυγών που υποβλήθηκαν. Επίσης, εξέδωσε συνολικά 9.455 αποφάσεις, δηλαδή 40,7% περισσότερες από εκείνες του έτους 2016 (6.720 αποφάσεις). Από τις παραπάνω αποφάσεις, οι 2.312 ήταν θετικές υπέρ του φορολογουμένου. Οσον αφορά τα αιτήματα αναστολής για την καταβολή του οφειλόμενου φόρου, η ΔΕΔ έκανε αποδεκτά μόλις 34 σε σύνολο 533 αιτημάτων (δηλαδή μόνο το 6,4%). Κατά τον Ιανουάριο του 2018, η ΔΕΔ εξέτασε το 96,9% των ενδικοφανών προσφυγών, ενώ έκανε αποδεκτές μερικώς ή ολικώς το 31,4%. επί του συνόλου των ρητών αποφάσεων.
• Εκπίπτει ο ΦΠΑ για δαπάνες επιχείρησης που σχετίζονται με χρηματοδοτική μίσθωση αυτοκινήτων, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Για την εφαρμογή του συστήματος ΦΠΑ και του μηχανισμού έκπτωσης, τα μισθωμένα αυτοκίνητα πρέπει να έχουν ενταχθεί στα περιουσιακά στοιχεία του υποκείμενου στον φόρο και ο τελευταίος να τα έχει αποκτήσει για τις ανάγκες της οικονομικής του δραστηριότητας. Η δεύτερη προϋπόθεση, ως ζήτημα πραγματικό, εξετάζεται κατά περίπτωση. Προς έκπτωση αναγνωρίζεται ο οφειλόμενος ΦΠΑ εισροών ακόμη και όταν τα μισθωμένα αυτοκίνητα χρησιμοποιούνται για τις ιδιωτικές ανάγκες του προσωπικού της επιχείρησης.
Πηγή: Grant Thornton
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα