Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνουμε για να χάσουμε κιλά είναι να σταματήσουμε να κάνουμε δίαιτα, λέει ο σύμβουλος ψυχολογίας της διατροφής Στράτος Λάσπας, ο οποίος παρουσιάζει σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ πρόσφατη μεγάλη μελέτη, που έγινε στη Μεγάλη Βρετανία, για τη σχέση του στρες με την αύξηση του σωματικού βάρους.
Αναφέρει ότι οι δίαιτες έχουν συνδεθεί με την πιθανότητα αύξησης του σωματικού βάρους, ενώ εξηγώντας τον μηχανισμό της πάχυνσης, μας λέει ότι ουσιαστικά παίρνουμε βάρος, επειδή ενεργοποιούνται κατά λάθος αμυντικοί μηχανισμοί που φτιάχτηκαν όταν ο άνθρωπος ζούσε σε πρωτόγονη κατάσταση και χρησίμευαν στην επιβίωσή του.
Όπως εξηγεί ο κ. Λάσπας όταν υπάρχει στρες, οτιδήποτε και να τρώμε, μας επιβαρύνει, ενώ αν τρώμε χαλαρά, με απόλαυση και χωρίς τύψεις, ο μεταβολισμός μας αυξάνεται. Επισημαίνει μάλιστα ότι μόνο ένας στους εκατό καταφέρνει να διατηρηθεί στα κιλά που έχασε, κι αυτό οφείλεται συνήθως στην κακή ψυχολογική κατάσταση, που οδηγεί σε επανάκτηση του χαμένου βάρους.
Και νέα μελέτη συσχετίζει το στρες με την παχυσαρκία
Αν και το στρες πλέον «πάει με όλα», τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν οι φωνές της επιστημονικής κοινότητας, που το συσχετίζουν και με την πρόσληψη βάρους. Το πρόβλημα, λέει ο κ. Λάσπας, εντοπίζεται στο γεγονός ότι δεν μπορούμε με κάποιον τρόπο να αντιμετωπίσουμε την κρίση παχυσαρκίας, που υπάρχει στις αναπτυγμένες χώρες. Μάλιστα, επικαλείται πρόσφατη έρευνα που έγινε στη Μ. Βρετανία από το 2012 έως το 2016, σε 2.500 άνδρες και γυναίκες άνω των 50 ετών και δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο στο επιστημονικό περιοδικό «Obesity». «Η έρευνα έγινε για λογαριασμό του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Cancer Research UK, ο οποίος χρηματοδοτεί έρευνες βάσει κληροδοτημάτων και δωρεών που λαμβάνει. Η έρευνα επιβεβαίωσε ότι όσο πιο υψηλά επίπεδα κορτιζόλης υπάρχουν στον οργανισμό, τόσο αυξημένη είναι η πιθανότητα για παχυσαρκία, αλλά και αυξημένη περιφέρεια μέσης. Επίσης, η παρουσία υψηλών επιπέδων κορτιζόλης φάνηκε ότι συνδέεται με τη μακροχρόνια δυσκολία αντιμετώπισης της παχυσαρκίας. Από τη μελέτη εξαιρέθηκαν κάποιοι παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη διακύμανση του βάρους όπως ηλικία, εθνικότητα, φύλο, κάπνισμα, διαβήτης, κοινωνικοοικονομική κατάσταση».
Οι τύψεις για το φαγητό επιβραδύνουν τον μεταβολισμό
Σύμφωνα με τον κ. Λάσπα η κορτιζόλη, που ουσιαστικά είναι η ορμόνη του στρες, ως μηχανισμός άμυνας του σώματος ενεργοποιείται από τις συνθήκες ζωής, και με τον τρόπο αυτόν το σώμα αντιδρά προσπαθώντας να αμυνθεί, αντιδρά όμως και αμύνεται απέναντι σε απειλές όπως η αναζήτηση τροφής, στέγης, ζεστασιάς που υπήρχαν όταν εμφανίστηκε ο άνθρωπος, αλλά όχι πια. «Δηλαδή ουσιαστικά παχαίνουμε επειδή ενεργοποιούνται κατά λάθος αμυντικοί μηχανισμοί που φιάχτηκαν για να επιβιώνουμε σε κατάσταση πιο πρωτόγονη. Όταν υπάρχει στρες, οτιδήποτε και να τρώμε, μας επιβαρύνει, ενώ αν τρώμε χαλαρά και με απόλαυση, ο μεταβολισμός μας αυξάνεται, όπως και η απορροφησιμότητα των τροφών». Και το ερώτημα που γεννάται φυσικά, εύλογο: Αν φάμε μία τούρτα χαλαρά και απολαυστικά, δεν θα παχύνουμε; «Δεν είναι ότι δεν θα παχύνουμε αν φάμε πχ 1.500 θερμίδες μέσα σε τρεις μπουκιές. Απλά θα κάψουμε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των θερμίδων όταν τις φάμε χωρίς τύψεις, από ό,τι όταν τις φάμε γεμάτοι στρες και ψέγοντας τον εαυτό μας για αυτό».
«Μην καλύπτετε συναισθηματικά κενά μέσω του φαγητού»
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει κάποιος για να χάσει κιλά είναι να σταματήσει να κάνει δίαιτα, λέει ο κ. Λάσπας, επισημαίνοντας ότι οι δίαιτες έχουν συνδεθεί με πιθανότητα αύξησης της παχυσαρκίας. «Το δεύτερο πράγμα που πρέπει να κάνει είναι να αρχίσει να ακούει τα σήματα του σώματός του. Πότε πεινάει και πότε δεν πεινάει. Όποτε πεινάει να τρώει, όποτε δεν πεινάει, καλό είναι να ψάχνει γιατί θέλει να τρώει.
Όταν δεν πεινάμε, αλλά έχουμε τη διάθεση για φαγητό, σημαίνει ότι προσπαθούμε να αναπληρώσουμε κάτι σε σχέση με το φαγητό. Είναι καλό αν θέλουμε να χάσουμε κιλά, να αρχίσουμε να αισθανόμαστε πότε είμαστε γεμάτοι, και να διαχειριζόμαστε τα συναισθήματά μας, χωρίς να χρησιμοποιούμε το φαγητό. Αυτό χρειάζεται από τη μία πλευρά κάποιες απλές καθημερινές συνήθειες και από την άλλη μία εσωτερική διεργασία, δηλαδή το πώς αντιμετωπίζουμε καταστάσεις του περιβάλλοντος και πώς αφήνουμε αυτές να μας φέρουν σε κατάσταση στρες. Επίσης σημαντικό κομμάτι είναι να συμφιλιωθούμε με το φαγητό και να βγάλουμε τις ταμπέλες από αυτό. Δηλαδή να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει καλό ή κακό φαγητό, δεν υπάρχει τροφή μόνο για πρωινό, ή μόνο για μεσημεριανό».
Μόνο 1 στους 100 που κάνει δίαιτα καταφέρνει να κρατήσει τα κιλά
Μόνο 1 στους 100 που κάνει δίαιτα καταφέρνει να κρατήσει τα κιλά, τονίζει ο κ. Λάσπας και αποδίδει το γεγονός αυτό σε καθαρά ψυχολογικούς λόγους- βασικό παράγοντα για το χάσιμο βάρους. «Σε αυτό το κομμάτι το πρώτο και βασικότερο που κάνω με τους ανθρώπους που παρακολουθώ, είναι ότι ξαναμαθαίνουμε να τρώμε. Δηλαδή πρώτον και βασικότερο όταν τρώμε είμαστε καθιστοί στο τραπέζι, δεν κάνουμε άλλες δουλειές ταυτόχρονα, δεν είμαστε μπροστά στον υπολογιστή, δεν τρώμε όρθιοι στα γρήγορα, έχουμε πάρει τις αναπνοές μας για να έχει αιματωθεί σωστά το πεμπτικό σύστημα, τρώμε αργά, απολαυστικά, προσπαθούμε να καταλάβουμε τη γεύση, δημιουργούμε ευχάριστο περιβάλλον και παίρνουμε τον χρόνο μας.
Αφού λοιπόν εμπεδώσουμε όλα αυτά, στη συνέχεια προχωράμε και στα ενδότερα της ψυχής, του τύπου πού βρίσκομαι εγώ στη ζωή μου, πού βρίσκω την ευχαρίστηση, πού βρίσκω τις ώρες για να φάω, τι σκέψεις κάνω, τι αισθάνομαι όταν σκέφτομαι το φαγητό, δηλαδή σκέφτομαι πόσο παχαίνει ή αν είναι καλό για την υγεία μου και πόσο μου αρέσει ή όχι. Είναι ένας συνδυασμός πολλών παραγόντων που έχουν σκοπό να εξυγιάνουν τη σχέση με το σώμα μας, την εικόνα μας και την τροφή μας».
Αναφέρει ότι οι δίαιτες έχουν συνδεθεί με την πιθανότητα αύξησης του σωματικού βάρους, ενώ εξηγώντας τον μηχανισμό της πάχυνσης, μας λέει ότι ουσιαστικά παίρνουμε βάρος, επειδή ενεργοποιούνται κατά λάθος αμυντικοί μηχανισμοί που φτιάχτηκαν όταν ο άνθρωπος ζούσε σε πρωτόγονη κατάσταση και χρησίμευαν στην επιβίωσή του.
Όπως εξηγεί ο κ. Λάσπας όταν υπάρχει στρες, οτιδήποτε και να τρώμε, μας επιβαρύνει, ενώ αν τρώμε χαλαρά, με απόλαυση και χωρίς τύψεις, ο μεταβολισμός μας αυξάνεται. Επισημαίνει μάλιστα ότι μόνο ένας στους εκατό καταφέρνει να διατηρηθεί στα κιλά που έχασε, κι αυτό οφείλεται συνήθως στην κακή ψυχολογική κατάσταση, που οδηγεί σε επανάκτηση του χαμένου βάρους.
Και νέα μελέτη συσχετίζει το στρες με την παχυσαρκία
Αν και το στρες πλέον «πάει με όλα», τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν οι φωνές της επιστημονικής κοινότητας, που το συσχετίζουν και με την πρόσληψη βάρους. Το πρόβλημα, λέει ο κ. Λάσπας, εντοπίζεται στο γεγονός ότι δεν μπορούμε με κάποιον τρόπο να αντιμετωπίσουμε την κρίση παχυσαρκίας, που υπάρχει στις αναπτυγμένες χώρες. Μάλιστα, επικαλείται πρόσφατη έρευνα που έγινε στη Μ. Βρετανία από το 2012 έως το 2016, σε 2.500 άνδρες και γυναίκες άνω των 50 ετών και δημοσιεύτηκε τον Φεβρουάριο στο επιστημονικό περιοδικό «Obesity». «Η έρευνα έγινε για λογαριασμό του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Cancer Research UK, ο οποίος χρηματοδοτεί έρευνες βάσει κληροδοτημάτων και δωρεών που λαμβάνει. Η έρευνα επιβεβαίωσε ότι όσο πιο υψηλά επίπεδα κορτιζόλης υπάρχουν στον οργανισμό, τόσο αυξημένη είναι η πιθανότητα για παχυσαρκία, αλλά και αυξημένη περιφέρεια μέσης. Επίσης, η παρουσία υψηλών επιπέδων κορτιζόλης φάνηκε ότι συνδέεται με τη μακροχρόνια δυσκολία αντιμετώπισης της παχυσαρκίας. Από τη μελέτη εξαιρέθηκαν κάποιοι παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη διακύμανση του βάρους όπως ηλικία, εθνικότητα, φύλο, κάπνισμα, διαβήτης, κοινωνικοοικονομική κατάσταση».
Οι τύψεις για το φαγητό επιβραδύνουν τον μεταβολισμό
Σύμφωνα με τον κ. Λάσπα η κορτιζόλη, που ουσιαστικά είναι η ορμόνη του στρες, ως μηχανισμός άμυνας του σώματος ενεργοποιείται από τις συνθήκες ζωής, και με τον τρόπο αυτόν το σώμα αντιδρά προσπαθώντας να αμυνθεί, αντιδρά όμως και αμύνεται απέναντι σε απειλές όπως η αναζήτηση τροφής, στέγης, ζεστασιάς που υπήρχαν όταν εμφανίστηκε ο άνθρωπος, αλλά όχι πια. «Δηλαδή ουσιαστικά παχαίνουμε επειδή ενεργοποιούνται κατά λάθος αμυντικοί μηχανισμοί που φιάχτηκαν για να επιβιώνουμε σε κατάσταση πιο πρωτόγονη. Όταν υπάρχει στρες, οτιδήποτε και να τρώμε, μας επιβαρύνει, ενώ αν τρώμε χαλαρά και με απόλαυση, ο μεταβολισμός μας αυξάνεται, όπως και η απορροφησιμότητα των τροφών». Και το ερώτημα που γεννάται φυσικά, εύλογο: Αν φάμε μία τούρτα χαλαρά και απολαυστικά, δεν θα παχύνουμε; «Δεν είναι ότι δεν θα παχύνουμε αν φάμε πχ 1.500 θερμίδες μέσα σε τρεις μπουκιές. Απλά θα κάψουμε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των θερμίδων όταν τις φάμε χωρίς τύψεις, από ό,τι όταν τις φάμε γεμάτοι στρες και ψέγοντας τον εαυτό μας για αυτό».
«Μην καλύπτετε συναισθηματικά κενά μέσω του φαγητού»
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κάνει κάποιος για να χάσει κιλά είναι να σταματήσει να κάνει δίαιτα, λέει ο κ. Λάσπας, επισημαίνοντας ότι οι δίαιτες έχουν συνδεθεί με πιθανότητα αύξησης της παχυσαρκίας. «Το δεύτερο πράγμα που πρέπει να κάνει είναι να αρχίσει να ακούει τα σήματα του σώματός του. Πότε πεινάει και πότε δεν πεινάει. Όποτε πεινάει να τρώει, όποτε δεν πεινάει, καλό είναι να ψάχνει γιατί θέλει να τρώει.
Όταν δεν πεινάμε, αλλά έχουμε τη διάθεση για φαγητό, σημαίνει ότι προσπαθούμε να αναπληρώσουμε κάτι σε σχέση με το φαγητό. Είναι καλό αν θέλουμε να χάσουμε κιλά, να αρχίσουμε να αισθανόμαστε πότε είμαστε γεμάτοι, και να διαχειριζόμαστε τα συναισθήματά μας, χωρίς να χρησιμοποιούμε το φαγητό. Αυτό χρειάζεται από τη μία πλευρά κάποιες απλές καθημερινές συνήθειες και από την άλλη μία εσωτερική διεργασία, δηλαδή το πώς αντιμετωπίζουμε καταστάσεις του περιβάλλοντος και πώς αφήνουμε αυτές να μας φέρουν σε κατάσταση στρες. Επίσης σημαντικό κομμάτι είναι να συμφιλιωθούμε με το φαγητό και να βγάλουμε τις ταμπέλες από αυτό. Δηλαδή να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει καλό ή κακό φαγητό, δεν υπάρχει τροφή μόνο για πρωινό, ή μόνο για μεσημεριανό».
Μόνο 1 στους 100 που κάνει δίαιτα καταφέρνει να κρατήσει τα κιλά
Μόνο 1 στους 100 που κάνει δίαιτα καταφέρνει να κρατήσει τα κιλά, τονίζει ο κ. Λάσπας και αποδίδει το γεγονός αυτό σε καθαρά ψυχολογικούς λόγους- βασικό παράγοντα για το χάσιμο βάρους. «Σε αυτό το κομμάτι το πρώτο και βασικότερο που κάνω με τους ανθρώπους που παρακολουθώ, είναι ότι ξαναμαθαίνουμε να τρώμε. Δηλαδή πρώτον και βασικότερο όταν τρώμε είμαστε καθιστοί στο τραπέζι, δεν κάνουμε άλλες δουλειές ταυτόχρονα, δεν είμαστε μπροστά στον υπολογιστή, δεν τρώμε όρθιοι στα γρήγορα, έχουμε πάρει τις αναπνοές μας για να έχει αιματωθεί σωστά το πεμπτικό σύστημα, τρώμε αργά, απολαυστικά, προσπαθούμε να καταλάβουμε τη γεύση, δημιουργούμε ευχάριστο περιβάλλον και παίρνουμε τον χρόνο μας.
Αφού λοιπόν εμπεδώσουμε όλα αυτά, στη συνέχεια προχωράμε και στα ενδότερα της ψυχής, του τύπου πού βρίσκομαι εγώ στη ζωή μου, πού βρίσκω την ευχαρίστηση, πού βρίσκω τις ώρες για να φάω, τι σκέψεις κάνω, τι αισθάνομαι όταν σκέφτομαι το φαγητό, δηλαδή σκέφτομαι πόσο παχαίνει ή αν είναι καλό για την υγεία μου και πόσο μου αρέσει ή όχι. Είναι ένας συνδυασμός πολλών παραγόντων που έχουν σκοπό να εξυγιάνουν τη σχέση με το σώμα μας, την εικόνα μας και την τροφή μας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα