Δευτέρα 21 Φεβρουαρίου 2011

“Είκοσι...” η πρώτη ποιητική συλλογή της Πέρσας Παπαθεοδοσίου


Συνέντευξη στη Μαρία Τομαρά
Έγραψε το πρώτο της ποίημα σε ηλικία 16 ετών, ενώ πριν λίγο καιρό εξέδωσε την πρώτη της συλλογή με τον τίτλο “Είκοσι...” όσα και τα χρόνια της. Η Περσεφόνη Παπαθεοδοσίου είναι φοιτήτρια Ιατρικής και κατάγεται από τα Φιλιατρά απ’ όπου πήρε και τα πρώτα ερεθίσματα για να γράψει. Μας μίλησε για τα ποιήματά της και τη θεματική τους, για τους ποιητές που αγαπά, αλλά και για την επιθυμία της να συνεχίσει να γράφει.

_ Πότε ξεκίνησες να γράφεις ποίηση και τι σε ώθησε σ’ αυτήν;
 «Tο πρώτο μου ποίημα, το έγραψα σε ηλικία δεκαέξι ετών. Ήταν μια στιγμή που ένιωσα πως κάτι ήθελε από μέσα μου να βγει και να εξωτερικευτεί, ώστε να λειτουργήσει σαν λύτρωση. Προσωπικά πιστεύω ότι η τέχνη μας βοηθάει να αναπνέουμε και να δίνουμε περιεχόμενο στη ζωή μας, ειδικά όμως η ποίηση, μπορεί και αποκωδικοποιεί τα κρυφά και υπόγεια μυστικά μας, τα όποια φέρνει στο φως, με αποτέλεσμα να βλέπουμε καλύτερα τον εσώτερο εαυτό μας. Η ποίηση με ελκύει,  γιατί δεν σου επιτρέπει να κρυφτείς σε φλυαρίες, παρά μόνο να καταγράψεις τα ουσιώδη και σημαντικά ερωτήματα που είναι χαραγμένα βαθιά μέσα σου».

_ Θεματικά πού κινούνται τα ποιήματά σου;
«Δεν είναι αυστηρή η θεματολογία μου στο συγκεκριμένο βιβλίο. Το επίκεντρο πάντως στην ποίησή μου, είναι ο σύγχρονος άνθρωπος και η προσπάθειά του να ζήσει μια ισορροπημένη ζωή χωρίς να παρεκκλίνει από τις πεποιθήσεις του. Θα έλεγα ότι γενικότερα εκείνο που με καλύπτει σαν θέμα περισσότερο, είναι οτιδήποτε έχει συναισθηματικό ερέθισμα, τέτοιο, που να υποδαυλίζει την έμπνευσή μου για να αποτυπώσω τους στίχους
μου σε μια κόλα χαρτί, είτε αυτό είναι ο έρωτας, η θλίψη, η μοναξιά, το απραγματοποίητο όνειρο ή η πάλη για έναν καλύτερο κόσμο, πάντα όμως, μέσα από την εκλογίκευση του ιδεατού και όχι απλώς και μόνο ουτοπιστικά και υπερβατικά. Εκτιμώ πολύ τη ρεαλιστική απεικόνιση των πραγμάτων».

_ Ποιους από τους ποιητές (κλασικούς αλλά και σύγχρονους) ξεχωρίζεις;
«Η ανάγνωση της ποίησης δεν είναι ξεφύλλισμα, και με τις υποχρεώσεις της σχολής μου, ο χρόνος μου είναι περιορισμένος. Θέλω αν είναι δυνατόν να μην αφήσω ποιητική συλλογή που να μην την διαβάσω, όχι μόνο των αναγνωρισμένων και ιδιαίτερα των κλασικών δημιουργών αλλά και των νέων και άσημων ποιητών. Όμως δεν
μπορώ να μην πω, ότι λατρεύω τον Καρυωτάκη, τον Ελύτη, τον Παλαμά, τον Σεφέρη, την Πολυδούρη η οποία πέρασε και από το ίδιο Γυμνάσιο στα Φιλιατρά που θήτευσα κι εγώ, αλλά και τον ποιητή της θάλασσας τον Καββαδία.
Από τους σύγχρονους μου αρέσει πολύ η Κική Δημουλά, ο Μάνος Ελευθερίου και ο Τίτος Πατρίκιος του οποίου πρόσφατα διάβασα ένα βιβλίο. «Λυσιμελής Πόθος» λέγεται και ενθουσιάστηκα που τον γνώρισα κι αυτόν. Μια  σπουδαία γενιά που προσφέρει τόσα σε μας τους νέους, που τώρα κάνουμε τα πρώτα μας βήματα».

_ Θεωρείς ότι η ποίηση είναι το δυσκολότερο είδος γραφής;
«Όχι, τον έξυπνο, στοχευμένο, κομψό λόγο του πεζογραφήματος θεωρώ ως το δυσκολότερο είδος. Ένα καλογραμμένο διήγημα ή μυθιστόρημα ίσως να είναι μεγαλύτερη πρόκληση, γιατί ενέχει ο κίνδυνος να μην γίνεις κατανοητός ή να ξεστρατίσεις απ’ το θέμα και να χαθείς ανάμεσα στις περιγραφές. Η ποίηση είναι πιο  συντομογραφική και απαιτεί, αινιγματισμό, συμβολισμό, στερεότητα στίχου και υποδαύλιση έντονων συναισθημάτων.
Όλα αυτά όπως καταλαβαίνετε πρέπει να συνυπάρχουν ακόμα και σε μια πρόταση και σε μια λέξη
πολλές φορές, καθώς το λακωνίζειν αναβαθμίζει τον ποιητικό λόγο».

_ Τα τελευταία χρόνια, έχει γίνει νομίζεις πιο “οικεία” η ποίηση στο κοινό;
«Η εμπειρία μου είναι μικρή για να μου επιτρέπει μια τέτοια σύγκριση. Θα έλεγα όμως πάντα υποκειμενικά, πως όσο περνούν τα χρόνια, μάλλον η ποιητική τέχνη απασχολεί όλο και λιγότερους. Φταίει η εποχή μας; Οι νέες τεχνολογίες; Ή η έλλειψη χρόνου και η αρνητική φήμη που διαδίδουν οι ρηχοί αναγνώστες, πως αυτό το είδος είναι δυσνόητο με αποτέλεσμα να αποτρέπεται ο αναγνώστης από το να αγοράσει μια ποιητική συλλογή από ένα βιβλιοπωλείο. Ο τρόπος μάλιστα με τον οποίο διδάσκεται στο σχολείο, μάλλον ενισχύει αυτή τη φήμη. Δεν μου προξενεί λοιπόν εντύπωση που το αναγνωστικό κοινό σε αυτό το είδος γραφής είναι τόσο περιορισμένο».

_ Έχεις στόχο να υπάρξει συνέχεια στην έκδοση των ποιημάτων σου;_
«Ξέρω ότι δεν θα σταματήσω να γράφω. Όπως μου τόνισε και ο συγγραφέας Γρηγόρης Χαλιακόπουλος, πρέπει να γράφω πρώτα για τον εαυτό μου. Δεν ξέρω αν θα υπάρξει δεύτερο βιβλίο. Σίγουρα θα μου έδινε χαρά κάτι τέτοιο, όπως μου δίνουν και τώρα τα θετικά σχόλια που ακούω.
Ομως σαν άνθρωπος ζω το «τώρα» και αδυνατώ να προγραμματί ω κάτι αν δεν με έχει πρώτα επισκεφθεί η έμπνευση που είναι χάρισμα Θεού. Κι εγώ, θέλω να την διαχειριστώ όταν θα μου κτυπάει την πόρτα, με σεβασμό και ταπεινότητα, δίχως να την βγάζω στον πλειστηριασμό της εμπορικότητας. Είναι τιμητικό να ξαναβγάλω άλλο
ένα βιβλίο, αλλά ξέρω ότι μετά θα θέλω και άλλο, και άλλο, γιατί η ανθρώπινη φιλοδοξία δεν σταματά ποτέ. Αυτό ακριβώς θέλω να αποφύγω, ώστε να ελέγχω την ματαιοδοξία μου και να δημιουργώ όταν θα το έχω ανάγκη ψυχικά, ώστε να ισορροπώ μέσα από την εκτόνωση της γραφής. Πάντα όμως επιδιώκοντας την ποιότητα και όχι την άθροιση βιβλίων και κριτικών. Στη ζωή μετρά το ωραίο… και όχι το μπόλικο».

_ Γιατί ο τίτλος «Είκοσι»;
«Προβληματίστηκα αρκετά τι να βάλω για τίτλο στην ποιητική μου συλλογή, αλλά δεν ήταν εύκολο, γιατί πιστεύω ότι ένας τίτλος, όσο απλό κι αν αυτό φαίνεται, πρέπει να ερμηνεύει το περιεχόμενο. Μια μέρα όμως που συζητούσα με τον έκδοτη μου, με ρώτησε, γύρω από το βιογραφικό μου πόσο χρονών είμαι. Αυτό ήταν! «Είκοσι»
είπα θα είναι ο τίτλος, όσο είμαι. Τι άλλο αποτυπώνει το αριθμητικό αυτό; Τη ζωή μου και τα χρόνια μου. Θεώρησα πως με κάλυπτε, γιατί και τα αποσιωπητικά που ακολουθούν, αυτό ακριβώς καταγράφουν. Μια ηλικία ενός ανθρώπου που εξελίσσεται και προχωρά, γιατί στη ζωή τίποτε δεν είναι στάσιμο».

_ Η Μεσσηνία και γενικότερα τα Φιλιατρά, τι ρόλο έπαιξαν στη γραφή σου;
«Τα πάντα. Είναι η πατρίδα μου, τα όνειρα που έκανα, το ψιλόβροχο που έπεφτε τα βράδια του χειμώνα, ο ήλιος και η θάλασσα του Ιονίου, οι άνθρωποι με τα προβλήματά τους και τις χάρες τους, τα πρώτα μαθητικά καρδιοχτύπια, η ίδια η ζωή. Όπου κι αν ταξιδέψουμε, όπου κι αν βρεθούμε, η πατρίδα πάντα θα μας ακολουθεί
και πάντα θα μας υπενθυμίζει το σπίτι που μεγαλώσαμε και τα βιώματα που μας διαμόρφωσαν ταυτότητα και προσωπικότητα.
Αλίμονο σ’ αυτόν που διαχωρίζει την πατρίδα που γεννήθηκε και μεγάλωσε, από την υπόλοιπη ζωή του. Είναι σαν να αφαιρεί ένα κομμάτι απ’ τον ίδιο του τον εαυτό, αφού το παρελθόν μας, είμαστε εμείς οι ίδιοι. Άλλωστε χωρίς μνήμη ένας άνθρωπος είναι απλώς μια κενή ύπαρξη. Η δική μου μνήμη είναι γεμάτη από… Φιλιατρά!».

4 σχόλια:

  1. Συνεχίζει την θαυμάσια παράδοση των Φιλιατρών!
    Μπράβο και εις ανώτερα!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ΤΟ ΝΕΟ ΑΙΜΑ ΤΩΝ ΦΙΛΙΑΤΡΩΝ!
    Η ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ, ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΞΙΣΟΥ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΗ!
    ΣΥΧΓΑΡΗΤΗΡΙΑ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα