Να υποβάλλουν αίτηση πτώχευσης θα είναι υποχρεωμένες οι διοικήσεις των εταιρειών που διαπιστώνουν ότι είναι αφερέγγυες, όπως προβλέπει νέα Οδηγία που υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με στόχο να καθιερωθούν ορισμένοι βασικοί, κοινοί κανόνες για την πτωχευτική νομοθεσία στα 27 κράτη μέλη.
Για την Ελλάδα, η σημαντικότερη αλλαγή αφορά την ευθύνη των διοικούντων των επιχειρήσεων να υποβάλλουν αίτηση πτώχευσης, καθώς είναι γνωστό ότι πολύ υψηλό ποσοστό επιχειρήσεων, που πλησίασε το 20% στη διάρκεια της κρίσης και σήμερα έχει μειωθεί κοντά στο 10% είναι σε κατάσταση «ζόμπι», δηλαδή σε αδυναμία να εξυπηρετήσουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις.
Η νέα Οδηγία προβλέπει ότι οι διευθύνοντες των επιχειρήσεων που βρίσκονται σε οικονομική και χρηματοπιστωτική δυσχέρεια (economic and financial distress), δηλαδή δεν είναι σε θέση να εξυπηρετούν τις υποχρεώσεις τους, θα είναι υποχρεωμένοι το αργότερο εντός τριμήνου να υποβάλλουν αίτηση πτώχευσης, την οποία θα μπορούν να αποσύρουν αν αργότερα βελτιωθεί η οικονομική τους θέση.
Νομικοί εκτιμούν ότι, όταν ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο αυτή η πρόνοια της κοινοτικής Οδηγίας θα αυξηθεί κατακόρυφα ο αριθμός των αιτήσεων πτώχευσης, που σήμερα παραμένει πολύ μικρός, παρότι είναι μεγάλος ο αριθμός των επιχειρήσεων που βρίσκονται σε δυσχέρεια.
Η δεύτερη σημαντική πρόβλεψη της νέας Οδηγίας αφορά τις ελάχιστες υποχρεώσεις των κρατών μελών να διασφαλίζουν ότι οι πιστωτές των επιχειρήσεων που πτωχεύουν, οι οποίοι μπορεί να έχουν την έδρα τους σε οποιοδήποτε κράτος της ΕΕ, θα μπορούν να έχουν πλήρη πρόσβαση σε όλα τα στοιχεία για την περιουσία της επιχείρησης: τραπεζικούς λογαριασμούς, ακίνητα κ.ο.κ.
Στόχος αυτού του μέτρου είναι να διασφαλίζεται ότι θα αποφεύγονται πράξεις καταδολίευσης των πιστωτών, όπως οι μεταφορές ποσών από τους εταιρικούς λογαριασμούς, οι πωλήσεις ακινήτων κ.α. Εντοπίζοντας τα περιουσιακά στοιχεία, οι πιστωτές θα μπορούν να προσβάλλουν ενώπιον των δικαστηρίων ενέργειες που οδηγούν σε μείωση της περιουσίας της εταιρείας που πτώχευσε.
Η ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου
Το Συμβούλιο ανακοίνωσε σήμερα ότι καθόρισε τη θέση του σχετικά με βασικά στοιχεία πρότασης οδηγίας για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του πτωχευτικού δικαίου. Αυτή η μερική γενική προσέγγιση επικεντρώνεται σε μέτρα για τη διατήρηση της πτωχευτικής περιουσίας, στα καθήκοντα των διευθυντών σε περίπτωση αφερεγγυότητας και στις υποχρεώσεις διαφάνειας.
Η προσέγγιση των εθνικών καθεστώτων αφερεγγυότητας θα καταστήσει την ΕΕ ελκυστικότερη για τους επενδυτές. Επί του παρόντος, οι διασυνοριακοί επενδυτές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη 27 διαφορετικούς κανόνες αφερεγγυότητας κατά την αξιολόγηση μιας επενδυτικής ευκαιρίας.
Προκειμένου να επιτευχθούν ελάχιστοι κανόνες σε επίπεδο ΕΕ που θα εμποδίζουν τους οφειλέτες να μειώνουν την αξία που μπορούν να λάβουν οι πιστωτές μετά την αφερεγγυότητα μιας εταιρείας, το Συμβούλιο συμφώνησε επί ορισμένων διατάξεων σχετικά με τις ανακλητικές αγωγές. Οι ανακλητικές αγωγές είναι μηχανισμοί αμφισβήτησης των συναλλαγών του οφειλέτη πριν από την έναρξη της πτωχευτικής διαδικασίας και, ως εκ τούτου, προστατεύουν την πτωχευτική περιουσία από την παράνομη αφαίρεση περιουσιακών στοιχείων.
Οι διατάξεις αυτές απαιτούν από τα κράτη μέλη να ορίζουν δικαστήρια ή αρχές εξουσιοδοτημένες, κατόπιν αιτήματος διαχειριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας, να έχουν πρόσβαση και να πραγματοποιούν αναζήτηση στα εθνικά κεντρικά μητρώα τραπεζικών λογαριασμών όλων των κρατών μελών όσον αφορά πληροφορίες σχετικά με περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν ή θα έπρεπε να ανήκουν στην πτωχευτική περιουσία.
Η πρόταση διασφαλίζει επίσης την πρόσβαση των διαχειριστών διαδικασιών αφερεγγυότητας στα μητρώα πραγματικών δικαιούχων και σε ορισμένα εθνικά μητρώα και βάσεις δεδομένων. Στόχος τους είναι να βελτιώσουν την πρόσβαση των διαχειριστών διαδικασιών αφερεγγυότητας, ανεξάρτητα από τη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένοι, σε πληροφορίες τραπεζικών λογαριασμών και άλλες σχετικές πληροφορίες σχετικά με περιουσιακά στοιχεία. Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρήσουν υφιστάμενα ή να θεσπίσουν νέα μέτρα που διευκολύνουν περαιτέρω την πρόσβαση των διαχειριστών διαδικασιών αφερεγγυότητας σε πληροφορίες.
Καθήκοντα διευθυντών
Ένα άλλο μέτρο για τη μεγιστοποίηση της αξίας ανάκτησης για τον πιστωτή είναι η ευθυγράμμιση των εθνικών κανόνων σχετικά με το καθήκον του διευθυντή να υποβάλλει εγκαίρως αίτηση για διαδικασίες αφερεγγυότητας.
Η θέση του Συμβουλίου διασφαλίζει ότι οι διευθυντές πρέπει να υποβάλουν αίτηση για την έναρξη διαδικασίας αφερεγγυότητας εντός τριών μηνών από τη στιγμή που αντιλαμβάνονται ότι η εταιρεία αντιμετωπίζει οικονομικές δυσχέρειες. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν ότι η υποχρέωση αυτή αναστέλλεται εάν λάβουν μέτρα που αποσκοπούν στην αποφυγή ζημίας για τους πιστωτές της αφερέγγυας εταιρείας και στη διασφάλιση επιπέδου προστασίας των πιστωτών ισοδύναμου με την προστασία που παρέχει η υποχρέωση υποβολής αίτησης σε διαδικασία αφερεγγυότητας.
Ενίσχυση της διαφάνειας των εθνικών διαδικασιών αφερεγγυότητας
Ένα άλλο μέτρο για τη μείωση του φραγμού των επενδύσεων σε άλλο κράτος μέλος συνεπάγεται νέες υποχρεώσεις για τις χώρες της ΕΕ να καταρτίζουν ενημερωτικό δελτίο με πρακτικές πληροφορίες σχετικά με τα κύρια χαρακτηριστικά της εθνικής τους νομοθεσίας για τις διαδικασίες αφερεγγυότητας.
Κατά τη διάρκεια της πολωνικής Προεδρίας, οι εμπειρογνώμονες των κρατών μελών θα συνεχίσουν τις συζητήσεις σχετικά με τις υπόλοιπες διατάξεις.
Το ιστορικό
Η οδηγία προτάθηκε από την Επιτροπή στις 7 Δεκεμβρίου 2022, μαζί με άλλα μέτρα που αποσκοπούν στην περαιτέρω ανάπτυξη της ένωσης κεφαλαιαγορών της ΕΕ.
Η έλλειψη εναρμονισμένων καθεστώτων αφερεγγυότητας έχει αναγνωριστεί σταθερά ως εμπόδιο για τις διασυνοριακές επενδύσεις. Έκθεση του 2015 του Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το πτωχευτικό δίκαιο αποτελεί βασικό τομέα για την επίτευξη μιας «πραγματικής» ένωσης κεφαλαιαγορών. Οι πιο εναρμονισμένοι κανόνες αφερεγγυότητας συμβάλλουν στη βελτίωση της ασφάλειας και στη μείωση του κόστους για τους (ξένους) επενδυτές.
Τα κύρια στοιχεία της πρότασης είναι να διασφαλιστεί ότι οι πιστωτές μπορούν να ανακτήσουν τη μέγιστη αξία από την εκκαθαρισμένη εταιρεία, να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα των διαδικασιών αφερεγγυότητας και να αυξηθεί η προβλεψιμότητα και η δίκαιη κατανομή της ανακτηθείσας αξίας μεταξύ των πιστωτών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα