Καθώς ο πρόεδρος Βλάντιμιρ Πούτιν γαντζώνεται όλο και περισσότερο στην εξουσία μετά τις αμφιλεγόμενες εκλογές που έδωσαν στο κόμμα του την απόλυτη πλειοψηφία, η Ρωσία διολισθαίνει σε παρατεταμένη στασιμότητα. Το υπουργείο Οικονομικών προσάρμοσε επί τα χείρω τις προβλέψεις του έως το 2019 και η Ρωσία πλέον αναμένεται να έχει ακόμη χειρότερη επίδοση σε σχέση με την παγκόσμια οικονομία, έναντι των προηγούμενων εκτιμήσεων.
Αυτό είναι το πλαίσιο στο οποίο τα συνεχιζόμενα γεωπολιτικά παιχνίδια του Πούτιν και οι αλλαγές γενεών στην ομάδα του θα κινηθούν, οδηγώντας σε μία Ρωσία δύο ταχυτήτων.
Η αυξανόμενη στρατιωτική και πολιτική σιγουριά της χώρας, αποδίδει καρπούς. Από το 2014 ο Putin έχει προσαρτήσει την Κριμαία, προκαλώντας ταραχή και αποπροσανατολισμό στους Δυτικούς αντιπάλους του με τις γνωστές ως "υβριδικές εχθροπραξίες” που περιλαμβάνουν τα πάντα από μη αναγνωρισμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις έως κυβερνοεπιθέσεις. Η υποστήριξή του στα ανερχόμενα λαϊκιστικά κινήματα στην Ευρώπη καθιστούν την Ευρωπαϊκή Ένωση λιγότερη επικίνδυνη ως αντίπαλό του, ενώ έχει οικοδομήσει μία ισχυρή θέση στη Συρία.
Όπως έγραψε ο πολιτικός επιστήμονας Αλεξάντερ Μοροζόφ
στο facebook "αν παραμείνουμε στη λογική των προσπαθειών του Πούτιν να αναγκάσει τη Δύση να επανεξετάσει το διεθνή ρόλο της Ρωσίας στην παγκόσμια πολιτική σκηνή, είναι σαφές όχι μόνο ότι έχει ολοκληρώσει το πρώτο στάδιο των επιδιώξεών του (2014-2016) σχεδόν χωρίς απώλειες, αλλά ότι επίσης έχει ξεκινήσει την προετοιμασία για τη νέα φάση αυτού του "ανταρτοπόλεμου” εναντίον της Δύσης”.
Με αυτό ο Μοροζόφ εννοεί την πρόσφατη αναδιάταξη του μηχανισμού ασφαλείας της Ρωσίας και ένα κύμα αλλαγών του προσωπικού που δίνει μεγαλύτερο ρόλο σε μία νέα γενιά γραφειοκρατών και ιδεολόγων στους οποίους δεν χρωστά τίποτα αλλά αυτοί του οφείλουν τα πάντα.
Από τις εκλογές και μετά, ο Πούτιν διόρισε τον εκπρόσωπο του κοινοβουλίου Σεργκέι Ναρίσκιν, πρώην αξιωματούχο των μυστικών υπηρεσιών, επικεφαλής της Υπηρεσίας Κατασκοπίας και στη θέση του εκπροσώπου έβαλε τον Βιατσεσλαβ Βολόντιν, έναν πρώην βοηθό του Κρεμλίνου που είχε επιφορτιστεί με την οργάνωση των εκλογών και τον σχεδιασμό της νίκης του φίλα προσκείμενου στον Πούτιν κόμματος. Η ημερήσια εφημερίδα της Μόσχας Kommersant είχε γράψει ότι ο Πούτιν μπορεί σύντομα να ολοκληρώσει τη μεταρρύθμιση των υπηρεσιών ασφαλείας με τη συγκέντρωση περισσότερων εξουσιών στα χέρια της εγχώριας υπηρεσίας πληροφοριών, γνωστή ως FSB. Η εφημερίδα προβλέπει ότι η FSB σύντομα θα απορροφήσει τις ξένες μυστικές υπηρεσίες και θα αναλάβει περισσότερες ερευνητικές λειτουργίες, λαμβάνοντας το μέγεθος και την επιρροή της KGB της σοβιετικής εποχής.
Στο μέτωπο της ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής, ο Πούτιν είναι ένας επιτυχημένος απολυταρχικός ηγέτης, σε θέση να εδραιώσει την εξουσία του και να λάβει καλά μελετημένες αποφάσεις. Ωστόσο είναι ανίκανος σε οικονομικά θέματα και η Ρωσία είναι ακυβέρνητη. Ο ρόλος των ισχυρών ομάδων τεχνοκρατών στα υπουργεία Οικονομίας και Οικονομικών και στην Κεντρική Τράπεζα είναι επί της ουσίας να διατηρήσουν και να περιγράψουν το status quo. Με βάση την περιγραφή τους φαίνεται ζοφερό.
Οι νέες προβλέψεις βασίζονται σε μία μέση τιμή πετρελαίου στα 40 δολ. το βαρέλι έως το 2019, οριακά χαμηλότερα από τα σημερινά επίπεδα. Προσαρμόζουν το στόχο για το φετινό ΑΕΠ σε υποχώρηση της τάξης του 0,6% από 0,2% και επίσης διορθώνει επί τα χείρω τους στόχους για την ανάπτυξη των επόμενων τριών ετών. Αυτό σημαίνει ότι η Ρωσία θα υστερεί σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο, καθώς ο Putin προσπαθεί να την κάνει πιο επικίνδυνη και πιο δραστήρια ως παγκόσμια δύναμη.
View
Αυτές οι προτεραιότητες θα ήταν ασυμβίβαστες από την οπτική της κοινής λογικής. Η εξωστρεφής σιγουριά και η σύσφιξη του εγχώριου ελέγχου είναι δαπανηρές. Μεταξύ των νεοεκλεγέντων βουλευτών συζητείται η αύξηση των φόρων – για παράδειγμα η κατάργηση του σταθερού συντελεστή φορολόγησης εισοδήματος στο 13% που ώθησε τη ρωσική οικονομία στις αρχές τις δεκαετίας του 2000 και η επιστροφή σε μία προοδευτική κλίμακα. Ωστόσο αυτό θα είναι επιζήμιο για τις επιχειρήσεις που ήδη αγωνίζονται εξαιτίας της ύφεσης και του υπερβολικού κρατικού ελέγχου. Όπως και κατά την τελευταία διετία, το υπουργείο Οικονομίας και η Κεντρική Τράπεζα είναι πιθανό να περιορίσουν το δημοσιονομικό έλλειμμα με άλλα μέσα προς το παρόν.
Στις 22 Σεπτεμβρίου η Ρωσία εξέδωσε ευρωομόλογο ύψους 1,25 δισ. δολαρίων. Η έκδοση υπερκαλύφθηκε σε σημαντικό βαθμό και πωλήθηκε με απόδοση 3,9% -καθόλου άσχημα για μία οικονομία τόσο στάσιμη όσο της Ρωσίας. Οι ξένοι επενδυτές το "άρπαξαν” παρότι καμία δυτική τράπεζα δεν έλαβε μέρος στη διαχείριση του placement και η κρατική VTB Capital "έτρεξε" το βιβλίο προσφορών. Το ρωσικό υπουργείο Οικονομίας έχει αναθέσει στην Euroclear, έναν μεγάλο ευρωπαϊκό οίκο εκκαθάρισης, να ασχοληθεί με τα πρόσφατα ομόλογά του. Επομένως από την οπτική των επενδυτών, αυτά τα εργαλεία είναι μία ασφαλής νησίδα εισοδήματος σε μία θάλασσα αρνητικών επιτοκίων. Παρά τις οικονομικές κυρώσεις εις βάρος της, η Ρωσία μπορεί και θα δανειστεί από το εξωτερικό.
Ταυτόχρονα, η Κεντρική Τράπεζα επιταχύνει τη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού: Τυπώνει ρούβλια για να αγοράσει ξένα νομίσματα από τα συναλλαγματικά αποθέματα της κυβέρνησης. Το συνάλλαγμα παραμένει μέρος του διεθνούς αποθεματικού της Ρωσίας, που κινείται από τη μία τσέπη στην άλλη και τρισεκατομμύρια ρούβλια νέου χρήματος κυκλοφορούν στην οικονομία. Αυτό αναμένεται να ασκήσει καθοδικές πιέσεις στην ισοτιμία του ρουβλιού, ακόμη και στις τιμές καταναλωτή αλλά το υπουργείο Οικονομικών στην πραγματικότητα μείωσε τις προβλέψεις του για τον πληθωρισμό για το τρέχον έτος στο 5,8% από το 6,5%, Μένει να φανεί αν η Κεντρική Τράπεζα θα είναι ε θέση να κρατήσει τόσο χαμηλά τον πληθωρισμό, καθώς η κυβέρνηση "ανακατεύει την τράπουλα" για να περιορίσει το δημοσιονομικό έλλειμμα.
Μέχρι στιγμής, οι απλοί Ρώσοι πληρώνουν το τίμημα της οικονομικής στασιμότητας και της πολιτικής υπερκινητικότητας. Τον Αύγουστο το πραγματικό τους εισόδημα υποχώρησε κατά 8,3% σε σχέση με ένα χρόνο πριν, σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία – περισσότερο από οποιοδήποτε μήνα μετά την κορύφωση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης τον Δεκέμβριο του 2008. Μέχρι στιγμής οι Ρώσοι υπομένουν στωικά. Ωστόσο, αν η απρόσμενα χαμηλή προσέλευσης στις βουλευτικές εκλογές αποτελεί κάποια ένδειξη, η αίσθηση απομάκρυνσης από το σύστημα του Πούτιν αυξάνεται. Αν ο Πούτιν δεν στρέψει την προσοχή του στην τόνωση της οικονομικής ανάπτυξης, η υπομονή μπορεί να αρχίσει να ξεθωριάζει, καθιστώντας τον αυστηρότερο εγχώριο έλεγχο την πρώτη του προτεραιότητα.