Παρασκευή 28 Ιουνίου 2024

Απαγωγή που συγκλόνισε την Ελλάδα: Πρωθυπουργός που καταχρέωσε τον τόπο πούλησε τα πάντα για να τον ελευθερώσουν

Είναι από τις ιστορίες που έχουν χαθεί στα σκοτάδια των καιρών: μια απαγωγή πολιτικού, που συγκλόνισε την Ελλάδα. Ο μετέπειτα Πρωθυπουργός που χρεοκόπησε τον τόπο, αναγκάστηκε να εκποιήσει την περιουσία του για να τον ελευθερώσουν.
Το όνομά του ήταν Σωτήριος Σωτηρόπουλος, γεννηθείς στο Ναύπλιο το 1831. Ο Σωτηρόπουλος, ήταν πολιτικός, χρημάτισε πολλές φορές υπουργός και το 1893 σχημάτισε βραχύβια κυβέρνηση ως Πρωθυπουργός της Ελλάδος, αλλά γρήγορα η Βουλή απέσυρε την Εμπιστοσύνη της και η Κυβέρνηση Σωτηρόπουλου κατέρρευσε.
Και όλα τα παραπάνω, ελάσσονος σημασίας θα ήταν αν ο Σωτήρης Σωτηρόπουλος δεν είχε μια ξεχωριστή προσωπική ιστορία που είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης το 1866. Στις 29 Ιουλίου του 1866, γίνεται γνωστό ότι, το βράδυ της προηγούμενης ημέρας, ο πολιτικός είχε απαχθεί από ληστοσυμμορίτες με σκοπό την καταβολή λύτρων! Ελλάδα, 35 χρόνια από την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και τη λυμαίνονται συμμορίες ληστών και αρπάγων· δεν γλυτώνουν ούτε ανώτατοι κρατικοί φορείς!

Ο Σωτήριος Σωτηρόπουλος

Ήταν 28 Ιουλίου του 1866- όπως περιγράφει ο ίδιος ο Σωτηρόπουλος στο βιβλίο του «Τριάκοντα μιας ημερών αιχμαλωσίας μου»- 8.30 το βράδυ, όταν «… δύο άνδρες, φορούντες ενδύματα μαύρα εκ της ακαθαρσίας και οπλισμένοι με τουφέκια, ξίφη και ανά δύο πιστόλια έκαστος», εισέβαλαν στο σπίτι του Σωτηρόπουλου, στο κτήμα του στην Τριφυλία και του είπαν: «Μη φοβήσαι, δεν ήλθομεν δια να σε βλάψωμεν αλλά μόνον δια να πάρωμεν χρήματα».
Τον έσωσε η γίδα...
Σε λίγην ώρα, ολόκληρο το σπίτι που βρισκόταν σε απομακρυσμένη περιοχή πέριξ χωραφιών, γέμισε κατσαπλίαδες.
Οι ληστές αναζήτησαν τον ένοπλο επιστάτη του Σωτηρόπουλου, που είχε πάει για καρτέρι λαγών. Όταν άκουσε οχλαγωγία, ο επιστάτης, πλησίασε στο σπίτι, οι ληστές τον είδαν και τον πυροβόλησαν, όμως αστόχησαν γιατί ο επίδοξος φονιάς του σκόνταψε στο σχοινί μιας γίδας…
Ο εμβρόντητος Σωτηρόπουλος άκουσε τον αρχιληστή να του λέει: «…ετοιμάσου να αναχωρήσωμεν μαζί, διότι δεν έχομεν να χάσωμεν καιρόν». Το περιστατικό με τον επιστάτη τους είχε θορυβήσει και βιάζονταν να διαφύγουν με τον πολιτικό. Πραγματικά ανέβασαν τον Σωτηρόπουλο πάνω σε άλογο και οι ληστές χάθηκαν στο σκοτάδι και στα δύσβατα βουνά.
«Θα υποφέρεις λίγες μέρες, αφεντικό, είπε ένας από τους ληστές που βάδιζε πλάι στον Σωτηρόπουλο, αλλά δεν φταίμε εμείς, φταίτε εσείς οι μεγάλοι, οι βουλευτές και οι υπουργοί, οι οποίοι δεν θέλετε να πάρετε ένα μέτρο και αφήνετε τόσο κόσμο να χάνεται και από το άλλο μέρος να υποφέρει μέσα στη φτώχεια»!

Ληστής της εποχής

Και η συνομιλία, όσο περνάει ο χρόνος, γίνεται περισσότερο ενδιαφέρουσα: «…όλα τα κακά προέρχονται από τούτους τους Φράγκους, τους καπελάδες, από τους οποίους πρέπει να κόπτη κανείς δέκα την ημέραν δια να υπάγη εις τον παράδεισον. Αυτοί δια τα κέφια τους έδιωξαν τον Όθωνα, ο οποίος ήξευρε να βάλει τα δύο τους πόδια εις ένα παπούτσι, από τούτο ο κόσμος υπέπεσε εις διάφορα εγκλήματα, και έπειτα δεν έδωσαν τουλάχιστον μιαν αμνηστίαν, διά να ησυχάσουν οι άνθρωποι, αλλά αφήνουν να περιφέρονται τόσαι χιλιάδες φυγόδικοι και να χάνονται αυτοί, να βασανίζονται δε και όλοι οι πτωχοί από τους οποίους τροφοδοτούνται».
Ληστές με πολιτική σκέψη και άποψη.
Παζάρια για τα λύτρα...
Ο πολιτικός από την Πελοπόννησο είχε πέσει θύμα της συμμορίας του Μήτσου Λαφαζάνη- που όπως λεγόταν είχε διατελέσει δικαστικός κλητήρας στο παρελθόν και άλλοι πάλι τον είχαν για συνταξιούχο στρατιώτη- και του Γιώργη Λύγκου και του Ευθύμη.
Οι ληστές, σύμφωνα με τα περιγραφόμενα στο βιβλίο του Σωτηρόπουλου, ανέλυσαν καίρια πολιτικά ζητήματα της χώρας, για την έξωση του Όθωνα, την αμνηστία που είχαν υποσχεθεί οι Κυβερνήσεις και άλλα σοβαρά.
Οι ληστές μετακινούνταν- συνήθως βραδινές ώρες- από το ένα λημέρι στο άλλο δίχως να αφήνουν ίχνη και στις ημέρες τις ομηρείας του, ο Σωτηρόπουλος διέσχισε πεζή σχεδόν ολόκληρη την Πελοπόννησο!
Μόλις οι ληστές βρέθηκαν σε ασφαλή τόπο, εννιά μέρες μετά την απαγωγή υποχρέωσαν τον Σωτηρόπουλο να συντάξει επιστολή προς τη σύζυγό του· του έδωσαν χαρτί και μελάνι και του ζήτησαν να γράψει ότι η οικογένεια έπρεπε να μαζέψει τα λύτρα αλλιώς θα τον σκότωναν. Ο Σωτηρόπουλος προσπάθησε να μεταπείσει τους ληστές για το ποσό των λύτρων που απαιτούσαν λέγοντάς τους ότι η περιουσία του ανέρχονταν περίπου στις 80.000 δραχμές. Επίσης, τους τόνισε ότι εάν θέλουν να του αφήσουν ένα μέρος των χρημάτων του για να συνεχίσει να εξασκεί τα πολιτικά του καθήκοντα θα ήταν ορθό να του ζητήσουν το ποσό των 40.000 δραχμών! Παζάρια πολιτικών και σε δύσκολες ώρες…

Ο Λαφαζάνης στη μέση, ο Λύγκος αριστερά και ο Ευθύμης...

Η παράδοση των λύτρων πέτυχε (μετά δύο αποτυχημένες προσπάθειες) και οι ληστές απελευθέρωσαν τον Σωτηρόπουλο, που συνοδευόμενος από δύο μέλη της συμμορίας μεταμφιεσμένους σαν χωρικοί, τον άφησαν έξω από το χωριό Παλούμπα. Οι ληστές είχαν δώσει στον Σωτηρόπουλο… χαρτζιλίκι για να καλύψει τα έξοδά του μέχρι να γυρίσει στην οικογένειά του! Όταν άφησαν ελεύθερο τον Σωτηρόπουλο, οι ληστές, του έδωσαν κι ένα μουλάρι για να φύγει και του έριξαν στον ώμο την κάπα του Ευθύμη για να μην κρυώσει! Ο Σωτηρόπουλος χτύπησε το ρόπτρο της πόρτας του σπιτιού του φίλου του Πλαπούτα και δέχτηκε την φιλοξενία του μέχρι να επιστρέψει ασφαλής στο σπίτι του.
«Η Θεία Πρόνοια έσωσε τη ζωή μου»
Μετά 36 μερόνυχτα, λοιπόν, ο Σωτήρης Σωτηρόπουλος επέστρεψε κάτισχνος και ρακένδυτος, αφού είχαν καταβληθεί λύτρα στους ληστές 60.000 δραχμές σε χρυσό, ποσό τεράστιο για την εποχή! Λέγεται ότι για να μαζευτούν τα λύτρα η οικογένεια Σωτηρόπουλου, είχε υποθηκεύσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας τους και είχαν πάρει και δάνειο 50.000 δραχμών από την Εθνική Τράπεζα.
Κατά τη διάρκεια μιας απαγωγής (σύνηθες για την εποχή) οι Αρχές δεν καταδίωκαν τους ληστές για να μην τεθεί η ζωή του απαχθέντα, ή της οικογένειάς του, σε κίνδυνο. Ο Σωτηρόπουλος, στη αφήγησή του στο βιβλίο, περιγράφει ότι η παράδοση των λύτρων την πρώτη και τη δεύτερη φορά απέτυχε εξαιτίας των αποσπασμάτων των χωροφυλάκων, που αναζητούσαν τους ληστές.
«Διέμεινα με τους ληστές 36 ημέρες στις οποίες πολλές φορές αντίκρυσα και ακούμπησα τον θάνατο- γράφει ο Σωτηρόπουλος- και δεν απελευθερώθηκα παρά μόνο αφού πληρώθηκαν στους ληστές 60.000 δραχμές λύτρα σε χρυσά νομίσματα και δαπανήθηκαν ακόμα 10.000 για την υπερτίμηση των χρυσών, την κίνηση πεζών και έφιππων ταχυδρόμων»...
Και ο Σωτηρόπουλος καταφέρεται και εναντίον της «εξουσίας», όπως γράφει: «…για κακή μου τύχη η εξουσία νόμιζε ότι η κατάλληλη ευκαιρία για την εξόντωση των ληστών ήταν κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας μου και χωρίς καθόλου να συλλογιστεί ότι εξέθετε σε προφανή κίνδυνο τη ζωή μου, έβαλε σε ενέργεια όλα τα καταδιωκτικά μέτρα με τέτοιο τρόπο ώστε αυτοί, οι κομιστές των λύτρων συγγενείς μου, με πολλή δυσκολία να μπορέσουν να τα παραδώσουν στους ληστές. Η Θεία Πρόνοια έσωσε τη ζωή μου και κράτησε αβλαβή την υγεία μου και το κεφάλι μου στο κορμί μου, που δεν έπεσε από το μαχαίρι των ληστών, όμως υπέπεσα σε χρέος βαρύτατο ακόμα δια το οποίο οφείλω να πληρώνω τόκο 6000 δραχμών κάθε χρόνο ή 16 δραχμές κάθε ημέρα»!
Διορίστηκε Πρωθυπουργός
Ο Σωτηρόπουλος με βασιλική εντολή (δεν είχε καταφέρει να εκλεγεί στις τελευταίες εκλογές!) έγινε Πρωθυπουργός από τις 3 Μαΐου του 1893 μέχρι τις 30 Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς- διαδεχόμενος τον Χαρίλαο Τρικούπη στο αξίωμα- και σίγουρα θα έβγαλε τα έξοδά του και με το παραπάνω. Ο Σωτηρόπουλος κλήθηκε να διασώσει την Ελλάδα από χρεοκοπία, σύναψε εξωτερικό δάνειο με δυσβάσταχτους όρους, οι πολίτες δυσφόρησαν, η Αντιπολίτευση αντέδρασε ανατράπηκε και η Κυβέρνηση παραιτήθηκε· ένα μήνα μετά η χώρα χρεοκόπησε!

Συνεδρίαση της Βουλής με τον Χαρίλαο Τρικούπη.

Αν και τότε όλοι ήταν περισσότερο από σίγουροι ότι η Ελλάδα θα χρεωκοπούσε επί Κυβερνήσεως Σωτηρόπουλου, ωστόσο οι κρατούντες μετερχόμενοι το τέχνασμα της κεφαλαιοποίησης (funding), ήρθαν σε συμφωνία με τον τραπεζιτικό οίκο Hubro του Λονδίνου, και έλαβαν δάνειο αξίας 4.000.000 λιρών. Οι τόκοι του δανείου; Δυσβάσταχτοι! Η Κυβέρνηση παρέμεινε στην εξουσία για περίπου ένα εξάμηνο, εκμεταλλευόμενη τις θερινές διακοπές της Βουλής. Και από τον Οκτώβριο πάλι Τρικούπης στην εξουσία.
Ακολούθησε η ζοφερή περίοδος του «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν», που- δήθεν- είπε ο Τρικούπης, όταν διαδέχτηκε τον Σωτηρόπουλος!
Ο Σωτηρόπουλος πέθανε από καρδιακό επεισόδιο, ενώ κοιμόταν, τον Μάιο του 1898 σε ηλικία 78 χρονών.
Ο Λαφαζάνης και το τέλος του
Ο λήσταρχος Μήτσος Λαφαζάνης, λέγεται ότι, ήταν λεπτός, ξανθός, εύθυμος και τολμηρός· καταγόταν από το Μπούζι της Στυμφαλίας. Ήταν φυγόδικος ο Λαφαζάνης και κλείστηκε στη φυλακή για μικρό χρονικό διάστημα· του κατάσχεσαν την στάνη και τότε βγήκε στα βουνά ως ληστής. Η συμμορία του Λαφαζάνη αποτελείτο από πέντε άνδρες μόνο· κυρίως απήγαγε εύπορους πολίτες, ζητώντας λίτρα. Συνεργάστηκε και με τον λήσταρχο Λύγκο που τον φώναζαν Παππού, αλλά χώρισαν. Λέγεται ότι δημόσιοι λειτουργοί είχαν συναλλαγές με τη συμμορία του Λαφαζάνη! Ο Μήτσος Λαφαζάνης σκοτώθηκε σε συμπλοκή με χωροφύλακες κοντά στη Νεμέα, έναν χρόνο μετά την απαγωγή του Σωτηρόπουλου, τον Ιούνιο του 1867. Λίγα χρόνια μετά την απαγωγή του Σωτηρόπουλου, το 1870, ληστές απήγαγαν και σκότωσαν Βρετανούς και Ιταλούς περιηγητές στο Δήλεσι· ήταν η ιστορική Σφαγή στο Δήλεσι που προκάλεσε τη διεθνή κατακραυγή.
Και οι ληστές και οι ληστείες συνεχίζονται ακόμα στην Ελλάδα, μόνο που οι ληστές τώρα πια έχουν άλλους τρόπους: ντύνονται με άλλα ρούχα- καθαρά πλέον- και έχουν άλλο ειδικό βάρος στην κοινωνία και- κυρίως- δεν απαγάγουν πολιτικούς… Οι πολιτικοί έχουν και το μαχαίρι και το καρπούζι!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα