Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2018

Σημείο αναφοράς και συνάντησης πολιτισμών το Μουσείο Πάνου και Ηλία Ηλιόπουλου στα Φιλιατρά

Κόσμημα ανεκτίμητης πολιτισμικής και πολιτιστικής αξίας αποτελεί το «Μουσείο Πάνου και Ηλία Ηλιόπουλου» που εγκαινιάστηκε το απόγευμα του Σαββάτου 22 Δεκεμβρίου, ανοίγοντας τις πύλες του στο κοινό! Κι αυτό, χάρις στις άοκνες προσπάθειες του γιου του Πάνου Ηλιόπουλου, Αντώνη, ο οποίος μελέτησε, σχεδίασε και φιλοτέχνησε με αγάπη, σεβασμό και μεράκι την κατασκευή του Μουσείου. Συντονίστρια της σεμνής τελετής εγκαινίων, η οποία καλωσόρισε το κοινό, ήταν η Χριστίνα Στριμπάκου, η οποία ευχαρίστησε για την υποστήριξη το Ίδρυμα Καπετάν Βασίλη και Κάρμεν Κωνσταντακόπουλου και το Ίδρυμα Ωνάση.
Βαθιά συγκινημένος, ο δημιουργός του Μουσείου, Αντώνης Ηλιόπουλος, με τρεμάμενη φωνή και μάτια βουρκωμένα, σημείωσε σε χαιρετισμό του, ο οποίος, ωστόσο, διεκόπη

από ρίγη συγκίνησης: «Αυτή είναι μια ιδιαίτερη ημέρα στη ζωή μου, στη ζωή όλων των μελών της οικογένειάς μου και στη νέα ζωή ετούτου του χώρου. Μια νέα ζωή διότι ο χώρος αυτός, αν και εντελώς μεταμορφωμένος σήμερα, ήταν κάποτε το σπίτι των παιδικών μου χρόνων και το ιστορικό φωτογραφείο του πατέρα μου. Εγώ, ως αρχιτέκτονας, διατήρησα την όψη του, γιατί ήταν το μόνο που μπορούσα τεχνικά να διασώσω, ως μαρτυρία των αναμνήσεών μου, και φρόντισα να δημιουργήσω ένα κτήριο με σύγχρονες προδιαγραφές, που να μπορέσει να λειτουργήσει ως μουσείο και εκθεσιακός χώρος των έργων του πατέρα μου και του αδερφού μου. Το έργο αυτό ήταν για μένα ένα προσωπικό στοίχημα, στο οποίο πόνταρα με αρκετές ιδέες, συναισθήματα και ευαισθησίες.
Πάλεψα με Λαιστρυγόνες και με Κύκλωπες, χωρίς να συναντήσω ποτέ τον Ποσειδώνα, και τελικά το κέρδισα! Εύχομαι για το μουσείο αυτό “να είναι μακρύς ο δρόμος του” και να γίνει κοιτίδα πολιτισμού και δημιουργίας για όλους τους επισκέπτες, και ιδιαίτερα για τους ανυποψίαστους αλλά και για τους υποψιασμένους νέους.
Ας διατηρηθεί η ανθρώπινη ζεστασιά και ας μεταδοθεί με τους παλμούς της καρδιάς η αγάπη που είχε ο πατέρας μου προς τους ανθρώπους και τη ζωή.
Κλείνοντας θέλω να απευθύνω και ένα μεγάλο “ευχαριστώ” σε όλους εκείνους που είχαν την ευαισθησία να τιμήσουν και να ενισχύσουν την προσπάθειά μας, αλλά και όλους εσάς που μας τιμήσατε με την παρουσία σας». Σύντομο χαιρετισμό εκφώνησε ο δήμαρχος Τριφυλίας, Παναγιώτης Κατσίβελας.
Η πρόεδρος του Μορφωτικού Εκπολιτιστικού Συλλόγου Κυπαρισσίας (ΜΕΣΚ), Σόνια Τουρκολιά, αναφέρθηκε στη γνωριμία του συλλόγου με την προσωπικότητα του Πάνου Ηλιόπουλου, εντελώς τυχαία το 2000, τότε που η ίδια ήταν υπεύθυνη για την επιμέλεια της Έκθεσης Φωτογραφίας με τίτλο «Φωτογραφικές μνήμες της Κυπαρισσίας» και με απώτερο σκοπό τη μελλοντική έκδοση ομότιτλου λευκώματος, πράγμα που ευοδώθηκε την ίδια κιόλας χρονιά.
Παράλληλα με το στήσιμο της έκθεσης ερευνούσε συγγενείς του Πάνου Ηλιόπουλου για να έρθει σε επαφή μαζί τους, εντοπίζοντας τα παιδιά του, τον Αντώνη, τον Ηλία, την Ελένη, την Ελισάβετ και τη Γεωργία. «Ο Αντώνης ειδικότερα μου έδειξε όλο το φωτογραφικό αρχείο του πατέρα του, αλλά μ’ έφερε και σ’ επαφή με τον αδελφό του τον Ηλία. Επισκεπτόμενη το ατελιέ του έμεινα ενεή με τις καλλιτεχνικές δημιουργίες του. Βρέθηκα σε ένα καλλιτεχνικό σύμπαν μαγεμένη με τα έργα του. Η ταπεινότητά του – χαρακτηριστικό όλης της οικογένειας – αλλά και το μεγαλείο της ψυχής του, με εντυπωσίασε! Ήταν ένας ακούραστος ζωγράφος που δημιουργούσε μόνο για την ψυχή του, χωρίς καμία προσωπική φιλοδοξία για το ταλέντο που διέθετε! Το λεύκωμα που εκδόθηκε από το Σύλλογό μας έχει ολόκληρο αφιέρωμα στον Πάνο Ηλιόπουλο. Τα έργα του Ηλία δε συμπεριελήφθησαν, γιατί ήταν καθαρά φωτογραφικό το θέμα του λευκώματός μας. Πίεζα πολλές φορές τον Αντώνη να αξιοποιήσει το σπάνιο αυτό αρχείο του πατέρα του, αλλά και του αδελφού του Ηλία. Η σεμνότητα, όμως, που τον χαρακτηρίζει τον αναχαίτιζε, αφού σαν γνώμονα ζωής έχει να περπατά με το κεφάλι ψηλά και όχι με τη μύτη! Ευτυχώς, η αδελφή του Αντώνη, η Ελισάβετ, πήρε την πρωτοβουλία να συναντήσει τον Πλάτωνα Ριβέλη, που συνεργαζόταν με το Μουσείο Μπενάκη, ο οποίος ενθουσιασμένος με το υλικό που του έδωσε, ζήτησε να δει όλο το αρχείο του φωτογράφου.
Αυτή η συνάντηση ήταν καθοριστική για την πορεία των πραγμάτων, αφού έγινε παρουσίαση του έργου του Πάνου Ηλιόπουλου στο Μουσείο Μπενάκη στην Πειραιώς και αμέσως μετά ακολούθησε έκθεση φωτογραφίας στο κεντρικό Μουσείο Μπενάκη στο Κολωνάκι, με την παράλληλη έκδοση από το ίδιο το μουσείο ενός λευκώματος - αφιέρωμα στον καλλιτέχνη.
Επιπλέον, το ίδιο το μουσείο ενέταξε στη συλλογή του όλο το φωτογραφικό υλικό του σπάνιου αυτού καλλιτέχνη. Θεωρώ πως ο Πάνος Ηλιόπουλος, μέσα από τα στιγμιότυπα που αποτύπωσε ο φακός του, σε τόσο δύσκολους καιρούς, ιδιώτευσε ως μεσίτης πόθων και προξενητής ανεκπλήρωτων επιθυμιών των ανθρώπων. Σε όλες τις φωτογραφίες υπάρχει μία διαυγής αλήθεια, αλλά και όλες οι μυρωδιές της αγάπης, αφού η ψυχή του ήταν παντρεμένη με την αγάπη της Τριφυλίας…
[…] Ο χιονοσκεπής αυτός κύριος με πηδαλιούχο το… μάτι του παρακολουθούσε μετά προσοχής όλα όσα διαδραματίζονταν γύρω του και τα αποτύπωνε στο χαρτί. Στη βαθιά τσέπη της ψυχής του ήταν πάντα επιμελώς κρυμμένη όλη η έμπνευσή του.
Απόψε, λοιπόν, ο Πάνος Ηλιόπουλος ήρθε στη συντροφιά μας σαν κάποιος πλανόδιος της ιστορίας για να σκορπίσει απλόχερα λίγη μνήμη από την τέφρα του παρελθόντος, παρουσιάζοντας στιγμιότυπα και φωτογραφίες του παλιού εκείνου καιρού, πλαισιωμένες με τις οξειδώσεις του χρόνου…
[…] Η παρουσία της απουσίας του ίσως να είναι η μορφή αθανασίας του έργου του. Η ευγνωμοσύνη όλων μας προς το γιο του, Αντώνη Ηλιόπουλο, για το πολυδάπανο αυτό μουσείο που χάρισε σε όλη την περιοχή της Τριφυλίας, θα είναι η μνήμη της καρδιάς και της ψυχής μας.
Μεγάλη παράλειψη εκ μέρους μου θα ήταν το να μην αναφερθώ στο αμέριστο ενδιαφέρον για την προβολή και την εξωστρέφεια του Μουσείου, του Νίκου Αθανασόπουλου, από τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών και της Χριστίνας Στριμπάκου, που πήραν επάνω τους όλη την προσπάθεια αλλά και την ευθύνη για το Μουσείο και της Αγγελικής Αντωνοπούλου. Ήδη άνοιξαν πυλώνες με το Ωνάσειο Ίδρυμα, την Costa Navarino και τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, και εντός ολίγου θα γίνει παιδί τους…».
Ακόμη μίλησαν η ιστορικός τέχνης, Ελισάβετ Πλέσσα και εκ μέρους του Ιδρύματος Ωνάση ο Νίκος Αθανασόπουλος.  Του Ηλία Γιαννόπουλου  tharros

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα