Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2012

Οι εργάτες της ελιάς

Image Το ελαιόλαδο δεν έχει τιμή. Ούτε τα μεροκάματα δε βγαίνουν, λένε οι Μεσσήνιοι αγρότες, που μόνο για την… τιμή των όπλων μαζεύουν τις ελιές. Αν θέλουμε, βέβαια, να είμαστε ακριβείς, δεν τις μαζεύουν οι ίδιοι. Από τότε που όνειρο του Έλληνα γονιού ήταν να δει το παιδί του πτυχιούχο, με μια θεσούλα στο Δημόσιο, η ελληνική ύπαιθρος άρχισε να ερημώνει. Το λιομάζωμα το ανέλαβαν μετανάστες, συνήθως «μαύρα» και με χαμηλά μεροκάματα. Πρώτοι οι Αλβανοί, χρόνια στη χώρα μας. Αλλά και Ρουμάνοι, Βούλγαροι. Πάνω που αρχίσαμε να τους αποδεχόμαστε και κάπως να σταθεροποιούνται τα μεροκάματά τους, ήρθε η κρίση και τα είδαν να πέφτουν πάλι από την αρχή. Εν τω μεταξύ, άλλες εθνικότητες –Πακιστανοί, Αφγανοί, Κούρδοι- έκαναν τη εμφάνισή τους ως ανειδίκευτοι εργάτες γης. Τα δικά τους ημερομίσθια σήμερα δεν ξεπερνούν τα 20-25 ευρώ. Οι ντόπιοι είναι μοιρασμένοι:
Κάποιοι παραπονιούνται πως οι εργάτες ζητάνε πολλά, «δε φτάνει που τους δίνουμε δουλειά!», τα γνωστά. Υπάρχουν όμως και Μεσσήνιοι που αναγνωρίζουν ότι τα μεροκάματα δεν επιτρέπουν στους ανθρώπους να ζήσουν με αξιοπρέπεια. Σχολιάζουν τις αποφάσεις Δήμων να τοιχοκολλήσουν ανακοινώσεις στις κοινότητες, ορίζοντας ανώτερη τιμή στο μεροκάματο, αντί να κινητοποιηθούν συντονισμένα για τη βελτίωση της τιμής του ελαιολάδου. Οι ίδιοι οι εργάτες, όμως, τι λένε;

Off the record, αρκετοί εργάτες της ελιάς μού μίλησαν. Λίγοι, ωστόσο, μου επέτρεψαν να δημοσιοποιήσω τα λεγόμενά τους και φωτογραφίες. Με τη νέα φουρνιά μεταναστών, Πακιστανοί και Αφγανοί κυρίως, δεν μπόρεσα να βγάλω άκρη. Δεν ξέρουν τη γλώσσα, ελάχιστοι βρίσκονται νόμιμα στη χώρα μας. Ρουμανικής και βουλγαρικής καταγωγής εργάτες με καλοδέχτηκαν, αλλά δε θέλησαν να μιλήσουν δημόσια. Οι μόνιμοι Αλβανοί της Μεσσηνίας, όμως, γνωρίζουν καλά τη γλώσσα, έχουν σχέσεις φιλίας με τους Έλληνες και φάνηκαν περισσότερο ανοιχτοί.
Ο Δημήτρης Νέλες βρίσκεται στην Ελλάδα από το 1992. Πριν από δύο χρόνια ήρθαν στη Μεσσηνία και η σύζυγος με το γιο τους. «Από την ημέρα που ήρθα μέχρι σήμερα έχουν αλλάξει τα πάντα», λέει ο Δημήτρης Νέλες. «Λόγω κρίσης, δουλειά δεν έχει, πληρώνουμε για τα πάντα και είναι άλλοι εργάτες πιο φθηνοί».
«Όσο ζούσα στην Αλβανία δεν είχα ασχοληθεί ποτέ με τις ελιές», συνεχίζει. «Με την οικοδομή ασχολιόμουν, αλλά δούλεψα για ένα διάστημα και στον Κωτσόβολο στην Αλβανία. Καλά δεν ήταν, αλλιώς δε θα έφευγα. Τώρα έχω μάθει να κάνω διάφορα πράγματα. Το χειμώνα μαζεύω ελιές, δουλειά δύσκολη. Μέχρι στιγμής, κάπως τα βολεύουμε, αργότερα δεν ξέρω».
Ο Αλίας Λαβδουρίμ, 30 ετών, και ο Νικολά Γιακί, 37, έχουν δεκαεπτά χρόνια στην Ελλάδα, εκ των οποίων τα δέκα στη Μεσσηνία.
«Ήρθαμε για μια καλύτερη ζωή», μου λένε. «Για να έχουμε δουλειά. Από την αρχή κάναμε όλων των ειδών τις δουλειές. Όταν ξεκινήσαμε, το μάζεμα της ελιάς μάς φαινόταν δύσκολο, γιατί δεν το ξέραμε. Τώρα, τη μάθαμε τη δουλειά».
«Από την άλλη, ζούμε χρόνια εδώ, μας γνωρίζουν οι ντόπιοι, τα μεροκάματα που παίρνουμε είναι σχεδόν ίδια με αυτά των Ελλήνων», αναφέρει ο Νικολά Γιακί. «Φέτος παίρνουμε 40 ευρώ. Αλλά, δυστυχώς, δεν έχει δουλειά. Πολύ λίγα πράγματα. Λιγότερο από τη μισή δουλειά. Έχουν έρθει εργάτες που δουλεύουν με πολύ λιγότερα χρήματα».
«Με λίγα λόγια», συνεχίζει ο Αλίας Λαβδουρίμ, «δεν είναι σαν τα άλλα χρόνια. Δουλεύω δέκα χρόνια στην περιοχή σας και φέτος με πήρανε μόνο σε τρεις δουλειές. Φέτος παίρνουν Πακιστανούς, Αφγανούς, άλλους να δουλέψουν. Εγώ, πληρώνω για την άδεια παραμονής, πληρώνω και ΟΓΑ, συνολικά κοντά 1.000 ευρώ. Χωρίς δουλειά, είναι δύσκολο να βγει η καθημερινότητα».
Οικογένεια έχετε εδώ; Το σκέφτεστε να μείνετε στη Μεσσηνία ή θα επιστρέψετε στη χώρα σας;
«Θα εξαρτηθεί από το αν υπάρχει δουλειά», απαντούν. «Βέβαια, η Ελλάδα, ακόμη και τώρα, εξακολουθεί να είναι καλύτερη από την Αλβανία. Ήταν πολύ δύσκολα τα πράγματα όταν φύγαμε από Αλβανία και εξακολουθούν να είναι. Την κρίση στην Ελλάδα, τώρα την είδαμε. Και καταλαβαίνετε, ότι αν έχει κρίση εδώ, θα έχει κρίση και στην Αλβανία. Εμείς δουλεύουμε για να στέλνουμε χρήματα και στη χώρα μας, στους δικούς μας για να ζήσουν. Αν δε δουλεύω εγώ εδώ, τι να φάνε αυτοί εκεί;».
«Όλοι μας, Έλληνες και Αλβανοί, δουλεύουμε για να κάνουμε κάτι καλύτερο για τις οικογένειές μας», λέει ο Αλίας Λαβδουρίμ. «Παλιότερα, κάτι μαζεύαμε και στέλναμε στους δικούς μας. Εγώ, πάντως, εδώ και ένα χρόνο, δεν έχω βάλει τίποτα στην άκρη».
Από τους ντόπιους, λένε, δεν έχουν παράπονο. «Μας φιλοξένησαν, μας δέχθηκαν, μας δίνουν δουλειά. Αλλά πλέον έχουν να αντιμετωπίσουν την κρίση, έχουν προβλήματα. Στις ελιές τα προβλήματα άρχισαν νωρίτερα. Δεν έχει τιμή το ελαιόλαδο, πλέον οι ντόπιοι απλώς τις μαζεύουν, δεν μπορούν να βγάλουν κάτι από τις ελιές».
Διαφορετική περίπτωση μετανάστη, ο μηχανολόγος Μάρκο Σίαριτς, ήρθε στην Ελλάδα πριν από περίπου 20 χρόνια. Ο πόλεμος της Γιουγκοσλαβίας ήταν ο λόγος. Στην Ελλάδα κατέληξε αφού πέρασε από διάφορες χώρες της Ευρώπης. Τα τελευταία χρόνια δουλεύει στο μάζεμα της ελιάς.
«Λόγω κρίσης είναι λιγότερα τα μεροκάματα. Για το μάζεμα ουσιαστικά δεν έχει αλλάξει τίποτα, πέρα από αυτό», λέει ο Μάρκο Σίαριτς.
Στη Σερβία δεν είχε ασχοληθεί ποτέ με το μάζεμα της ελιάς ή άλλες γεωργικές εργασίες. Του φαίνεται δύσκολη δουλειά; τον ρωτάω.
«Είναι μια δουλειά δύσκολη όσο όλες», απαντά.
«Η κρίση στην ελιά και το ελαιόλαδο είχε ξεκινήσει πολύ πριν νιώσουμε την οικονομική κρίση στην Ελλάδα», σημειώνει. «Το πρόβλημα με το λάδι έχει ξεκινήσει πολύ νωρίτερα. Αν δεν υπήρχαν επιδοτήσεις, οι περισσότεροι δε θα ασχολούνταν με τις ελιές, δε συμφέρει. Το λάδι είναι φθηνό, τα μεροκάματα είναι ακριβά -40 ευρώ είναι πολλά- δεδομένης της τιμής του λαδιού. Αλλά και οι εργάτες δεν μπορούν να παίρνουν λιγότερα. Έχουν ανάγκες, υποχρεώσεις, υπάρχει η κρίση και το λιομάζωμα δεν είναι μια δουλειά που σε χρειάζεται όλο το χρόνο, είναι εποχική».
Φέτος, για πρώτη φορά μετά από 18 χρόνια, πήγε στη Σερβία. Θα το σκεφτόταν να επιστρέψει; «Όχι. Ξέρεις τι γίνεται; Εμένα το σπίτι μου είναι εδώ. Η Ελλάδα είναι η δεύτερη πατρίδα μου. Κάποιες φορές, πιο ξένος νιώθω στη Σερβία, παρά εδώ. Οι Έλληνες ποτέ δε με έκαναν να νιώθω ξένος. Η Ελλάδα και η Σερβία είναι πολύ κοντά. Έχω ταξιδέψει σε όλες τις χώρες της Ευρώπης και μόνο εδώ νιώθω άνετα. Είναι κάποιες κοινές αναφορές, είναι τα Βαλκάνια. Στις άλλες χώρες δε μου άρεσε ο τρόπος ζωής. Ενώ εδώ είναι περίπου σαν κι εμάς. Εγώ στην Ελλάδα δεν αισθάνθηκα ξένος ποτέ».
«Η ανάγκη σε κάνει να μάθεις πολλά πράγματα», λέει. «Ή θα γίνεις παλιάνθρωπος ή θα γίνει σωστός. Το να γίνεις σωστός είναι δύσκολο, ενώ παλιάνθρωπος γίνεσαι αμέσως. Εργάστηκα και σε άλλες δουλειές στην Ελλάδα, αλλά οι αγροτικές έχουν άλλη ποιότητα. Μου αρέσει που ζω στο χωριό. Βλέπεις πράγματα, ζεις καταστάσεις που δε θα ζούσες ποτέ στην πόλη».
«Δε θα έφευγα από την Ελλάδα», καταλήγει. «Τα καλύτερά μου χρόνια τα έχω περάσει εδώ. Στη Σερβία δεν έχω δουλέψει ποτέ. Και ό,τι έχω μάθει, το έχω μάθει εδώ».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια
Δεν βρέθηκαν σχόλια γι'αυτό το άρθρο.
Γίνε ο πρώτος που θα σχολιάσει το άρθρο χρησιμοποιώντας την παρακάτω φόρμα